Η επιστροφή του Μάρκους Γκόλντμαν
Ο Μάρκους Γκόλντμαν, διάσημος συγγραφέας, που μαζί με τον υπαστυνόμο Γκαχάλογουντ είχαν επιλύσει την υπόθεση Χάρρυ Κέμπερτ το 2008, βρίσκεται στα γυρίσματα για τη μεταφορά του βιβλίου. Αναζητώντας τον εαυτό του θα περιπλανηθεί σε γνώριμα, για τον ίδιο, λημέρια, στη μικρή πόλη του Χάρρυ Κέμπερτ, στη γειτονιά του θείου του Σαούλ. Όμως, τίποτα δεν μπορεί να τον βγάλει από τη φαυλότητα που αισθάνεται. Όταν καταλήγει στο σπίτι του υπαστυνόμου Γκαχάλογουντ, περνάει λίγο χρόνο με τον υπαστυνόμο και την οικογένειά του, ξεχνώντας προσωρινά το αδιέξοδο της ζωής του, Ο υπαστυνόμος μοιάζει να χάνεται στις σκέψεις του. Μια υπόθεση τον απασχολεί, μια υπόθεση που πηγαίνει πίσω στον χρόνο.
Τον Απρίλιο του 1999 μια γυναίκα, η Αλάσκα Σάντερς, βρέθηκε νεκρή στη λίμνη κοντά στην πόλη Μάουντ Πλέζαντ. Η τοπική αστυνομία με τη βοήθεια της πολιτειακής αστυνομίας, του Γκαχάλογουντ και του βοηθού του Βανς αναζητούν στοιχεία. Ένα σπασμένο φανάρι κι ένα πουλόβερ γεμάτο αίματα είναι οι πρώτες σοβαρές ενδείξεις. Συλλαμβάνεται ο σύντροφος της Αλάσκα και ομολογεί.
Έντεκα χρόνια μετά ο Γκαχάλογουντ δεν μπορεί να αποβάλει την υπόθεση από το μυαλό του, κάτι δεν του κολλάει. Και καθώς δεν βρίσκονται στην υπηρεσία οι παλιοί συνάδελφοί του αποφασίζουν από κοινού με τον Μάρκους να ερευνήσουν την υπόθεση, ξεδιπλώνοντας το νήμα της ιστορίας που κρύβει περισσότερα μυστικά απ’ όσα μπορούν να φανταστούν.
Ο Joël Dicker επαναφέρει στο μυθιστορηματικό προσκήνιο των βιβλίων τον Μάρκους Γκόλντμαν, το alter ego του, τον οποίο βρίσκουμε το 2010, δυο χρόνια μετά την υπόθεση Χάρρυ Κέμπερτ. Στα κεφάλαια που αφηγείται ο Μάρκους η αφήγηση γίνεται σε πρώτο πρόσωπο, ενώ στα υπόλοιπα κεφάλαια η αφήγηση είναι τριτοπρόσωπη. Ενώ στην αρχή η αφήγηση τοποθετείται χρονικά το 1999 τις ημέρες της δολοφονίας στη συνέχεια ο βασικός αφηγηματικός άξονας κινείται χρονικά από το 2010 κι έπειτα με αρκετές αναδρομές στα σημεία-στοιχεία που αναφέρονται κατά την εξέλιξη της ιστορίας.
Ο Joël Dicker χειρίζεται τους χαρακτήρες άψογα, έχοντας μελετήσει και προσχεδιάσει κάθε τους κίνηση, κάθε τους λέξη, ώστε σε κάθε τους βήμα να μπαίνει ένα κομμάτι στο παζλ της πλοκής, ένα παζλ στο οποίο και ο πιο οξυδερκής αναγνώστης δεν μπορεί να αντιληφθεί την ευρύτερη εικόνα, παρά μόνο όταν τοποθετηθεί και το τελευταίο κομμάτι του παζλ. Ο Dicker συνδυάζει σε άριστη ισορροπία την πλοκή και τους χαρακτήρες, αφήνοντας την ιστορία να κυλήσει μέσα από τα βήματα των ηρώων του. Κι αυτό το μυθιστόρημά του τα διαθέτει όλα: μυστήριο, αστυνομική υφή, ψυχολογικές διακυμάνσεις, συναισθήματα, κοινωνικές προεκτάσεις. Και όλα λειτουργούν άρτια σε συνδυασμό με το αφηγηματικό ύφος που διαθέτει σασπένς, ένταση, ρέον κείμενο. Παρά τις πολλές σελίδες του το συγκεκριμένο μυθιστόρημα δεν κουράζει επ’ ουδενί τον αναγνώστη, αντιθέτως με κάθε σελίδα που διαβάζει ο αναγνώστης αγκιστρώνεται ακόμα περισσότερο στα μυθιστορηματικά δεσμά του συγγραφέα.
Ένα απολαυστικό αναγνωστικό συνονθύλευμα που ξεχωρίζει τον Dicker από τους υπόλοιπους συγγραφείς της γενιάς του και όχι μόνο. Για ακόμα μια φορά ιδιαίτερη μνεία στη μετάφραση του Γιάννη Στρίγκου.