Η Ευρώπη ψέλνει το «Αλλάχ Άκμπαρ»
Τα ακροσφαλή παιχνίδια της σημειολογίας: την ημέρα που τα γαλλικά βιβλιοπωλεία φόρτωσαν τα ράφια τους με αντίτυπα του νέου πονήματος του Μισέλ Ουελμπέκ, έγινε η αιματηρή επίθεση από ισλαμιστές στο σατιρικό περιοδικό “Charlie Hebdo”. Αίφνης, η «Υποταγή» (σ.σ.: να ένας τίτλος που προκαλεί ακαριαίες σκέψεις) απέκτησε τον σημασιολογικό χαρακτήρα μιας «καθαρής» δήλωσης-ταύτισης του συγγραφέα με τη ρητορική της άκρας Δεξιάς που επιθυμεί την ευθεία αντιπαράθεση με τον ισλαμικό φονταμενταλισμό.
Η συζήτηση γύρω από αυτό το θέμα στη Γαλλία έχει βαφτεί με αθώο αίμα – το αιματοκύλισμα της 13ης Νοεμβρίου 2015 στο Παρίσι είναι αψευδής μάρτυρας. Ο Ουελμπέκ δέχθηκε έντονη κριτική από τα αριστερά, καθώς κατηγορήθηκε ότι με την «Υποταγή» ουσιαστικά δίνει άλλοθι στους ακραίους του πολιτικού φάσματος να εξοβελίσουν τα κύματα των μεταναστών από έρχονται από τη Συρία και από τις γύρω περιοχές. Το «διαβολόπαιδο» των γαλλικών γραμμάτων μεταφέρει τη δράση στο 2022, σε μια χρονική στιγμή όπου το «νέο» έρχεται να υποσκελίσει και να καθυποτάξει το παλιό. Το κόμμα της Μουσουλμανικής Αδελφότητας βρίσκεται επί θύραις, ενώ το αντίπαλο δέος είναι το Εθνικό Μέτωπο. Ο Μοχάμεντ Μπεν Αμπές αντιμέτωπος με τη Μαρίν Λεπέν, σε μια αποθέωση της θεωρίας των δύο άκρων. Τα παραδοσιακά κόμματα που για δεκαετίες εναλλάσσονταν στην εξουσία –οι Σοσιαλιστές και η Δεξιά– όχι μόνο έχουν χάσει τη δυναμική τους, αλλά αναγκάζονται να παίξουν με τους όρους που θέτουν οι νέες πολιτικές συνθήκες. Έπειτα από τις κλασικές πολιτικές ίντριγκες και παρασκηνιακές ζυμώσεις, η Μουσουλμανική Αδελφότητα αναλαμβάνει τη διακυβέρνηση της χώρας και τότε όλα αλλάζουν. Αντιλαμβάνεται κανείς τις γεωπολιτικές αναταράξεις που προκαλεί σε όλη την Ευρώπη αυτή η πρωτόγνωρη κατάσταση: στην καρδιά της Ευρώπης αναφύεται μια δύναμη, εμπρηστικής ισχύος, η οποία θέτει εν αμφιβόλω τα κυριαρχιακά ζητούμενα μιας μοντέρνας δημοκρατίας – πολλώ δε μάλλον της γαλλικής, η οποία, ουσιαστικά, είναι η ραχοκοκαλιά της καθημαγμένης Ευρώπης.
Φευ, ο Αμπές δεν είναι ακραίος, δεν επιθυμεί να συνομιλήσει με τον ISIS, δεν θέλει να επιβάλλει τη σαρία, αλλά δεν παύει να αναδιατάσσει τις προτεραιότητες του κράτους. Η ισλαμοποίηση της Γαλλίας θα πρέπει να θεωρείται δεδομένη. Στόχος του είναι να δημιουργήσει τη σύγχρονη Pax Romama, να εντάξει στην ΕΕ χώρες της Βόρειας Αφρικής και να μετατρέψει το ισλάμ, κατά τα πρότυπα του Αγιατολάχ Χομεϊνί, σε μια πολιτική οντότητα. Είναι σαφές πως ο Ουελμπέκ «παίζει» με τα ένστικτα και το θυμικό των αναγνωστών, προβαίνοντας σε έναν εις βάθος σχολιασμό για την επιρροή που μπορεί να έχει η θρησκεία στον σύγχρονο άνθρωπο, ο οποίος μοιάζει –και είναι– πιο μπερδεμένος από ποτέ. Τούτο δεν μπορεί, ως φαίνεται, να του το προσφέρει ο καθολικισμός, σε αντίθεση με το Κοράνι που βλέπει τον κόσμο ως ένα τέλειο δημιούργημα του Αλλάχ. Ο θεός, σε αυτή την περίπτωση, προσφέρει την απόλυτη χαρά και το μόνο που ζητάει είναι «υποταγή» στις προσταγές του. Πρόκειται για μια ευχάριστη και επίζηλη υποταγή; Ναι, αν είσαι ένας σύγχρονος Ευρωπαίος που έχεις χάσει το εσωτερικό κέντρο βάρους σου και ζεις σε μια κοινωνία που της λείπει ένας κάποιος συνεκτικός ιστός. Όπως ακριβώς συμβαίνει με τον κεντρικό ήρωα της «Υποταγής», τον Φρανσουά. Δεν είναι τυχαία η τυπολογία με την οποία ενδύει τον συγκεκριμένο άνθρωπο ο Ουελμπέκ: προσεγγίζει τη μέση ηλικία (είναι 44 ετών), καθηγητής πανεπιστημίου, όχι όμως σε κάποιο από τα ονομαστά του Παρισιού, είναι ένας άνθρωπος κουρασμένος, αδιάφορος, συναισθηματικά παγωμένος και δίχως φιλοδοξίες. Δεν έχει οικογένεια – κάθε μέρα τρώει και πίνει μόνος του, είναι βουτηγμένος σε μια ρουτίνα που περιλαμβάνει φοιτήτριες με τις οποίες βρίσκεται και χάνεται ερωτικά, ενώ έχει αποκτήσει εμμονική σχέση με τον αισθητιστή και παρακμιακό συγγραφέα του 19ου αιώνα, Ζορίς-Καρλ Ουισμάνς. Δεν είναι μόνο ότι χάρη στη διατριβή του για το έργο του Ουισμάνς ο Φρανσουά κατάφερε να πάρει μια πανεπιστημιακή έδρα στον τομέα της Λογοτεχνίας, κυρίως είναι η ταύτισή του με τον εκπρόσωπο του χριστιανικού νατουραλισμού που οδηγεί τη ζωή του. Και στους δύο, η καθημερινότητα είναι ένα άκαυτο φιτίλι. Τίποτα δεν συνταράζει το προφανές της ζωής τους. Κανένα κύμα δεν αλλάζει την αποχαύνωση της βιωτής τους. Για τον Φρανσουά, η πιο αιχμηρή ακίδα έρχεται να τον τρυπήσει όταν η νεαρή αγαπημένη του, Μυριάμ, φεύγει από τη Γαλλία με την οικογένεια της, με προορισμό το Ισραήλ, υπό τον φόβο της ανόδου των ισλαμιστών στην εξουσία. Κι όμως, ο Φρανσουά αποδέχεται στωικά τα πάντα. Όπως άλλωστε και η γαλλική κοινωνία: τριγύρω του καθηγητές ασπάζονται το Κοράνι για να κρατήσουν τη θεσούλα τους και να αυξήσουν την επιρροή τους. Οι ευειδείς φοιτήτριες κρύβουν τα κάλλη τους, προς απογοήτευση του ερωτιδέα Φρανσουά, τα αντίπαλα κόμματα αποδέχονται τη νέα κατάσταση δίχως αντίσταση, στις προτεραιότητες της νέας κυβέρνησης δεν είναι η παιδεία με τη δυτική έννοια, αλλά η υποταγή: της γυναίκας στον άνδρα, όλων στον Αλλάχ. Αυτό έχει ως αποτέλεσμα να αλλάξει δραστικά η λειτουργία των ακαδημαϊκών σχολών. Ο Φρανσουά βγαίνει σε πρόωρη σύνταξη, καθώς δεν έχει ασπαστεί το Κοράνι. Σε αντίθεση με άλλους συναδέλφους του που δέχονται ασμένως αυτή τη μεταστροφή και κερδίζουν παντοιοτρόπως: αποκτούν πολλές γυναίκες, κερδίζουν πολλά χρήματα και καταλαμβάνουν υψηλές θέσεις στην πανεπιστημιακή ιεραρχία. Ο Φρανσουά για άλλη μια φορά θα «συνομιλήσει» με τον Ουισμάνς: όπως ο τελευταίος στο έσχατο κομμάτι της ζωής του ασπάστηκε τον μοναστικό βίο, άρα και τη θρησκεία, έτσι και ο Φρανσουά, άνθρωπος δίχως πάθη, εντάσεις και ενδιαφέροντα για την πολιτική και τη θρησκεία, θα αρχίσει να βλέπει μια εσωτερική αλλαγή που θα τον οδηγήσει βαθμιαία στην αποδοχή της υποταγής.
Ο Ουελμπέκ «έπαιξε» και με την κριτική σκέψη και μάλλον αυτό είναι που δεν μπόρεσε η αριστερή σκέψη της Γαλλίας να κατανοήσει: το μυθιστόρημα διαβάζεται με διπλό τρόπο. Αποδομεί με τον ίδιο τρόπο τη δυτική καθεστηκυία τάξη, αλλά και τον ισλαμισμό. Βάζει στο κέντρο της προβληματικής την ασθμαίνουσα διανόηση της Ευρώπης, αλλά και τα γεωπολιτικά στρατηγήματα που στο μέλλον θα είναι ανοιχτά σαν κερκόπορτες. Από την άλλη, η προσωπική ευθύνη, οι αποφάσεις που λαμβάνει ο σκεπτόμενος Ευρωπαίος δεν μπορούν παρά να είναι υποταγμένες σε αυτό το κλίμα παθητικής αντιμετώπισης και σε έναν επικίνδυνο και επίπλαστο στωικισμό. Εντέλει, ο Ουελμπέκ δημιουργεί μια δυστοπία για μελλοντική χρήση παίρνοντας στοιχεία από τη δυστοπία του παρόντος.
Η πολύ καλή μετάφραση ανήκει στη Λίνα Σιπητάνου.