Μπορεί ο χρόνος να θαμπώνει τα συμβάντα

μα ό,τι υπήρξε μια φορά, υπήρξε πάντα

Ο Μάνος Ορφανουδάκης είναι ένας νέος ποιητής με πολύ ξεχωριστό αποτύπωμα τον οποίο είχα τη χαρά να ανακαλύψω από την πρώτη του δουλειά «Στίχοι πριν την άνοιξη», Μετρονόμος, 2015. Στη δεύτερη ποιητική του συλλογή η γυναικεία μορφή, σε μερικές πολύ ιδιαίτερες ενσαρκώσεις της όμως, κυριαρχεί απόλυτα. Από τον τίτλο ήδη έχουμε το στίγμα της ποιητικής του: κόρη που βασιλεύει σε κόσμο υπόγειο –μια Περσεφόνη, ίσως;–, κόρη σκοτεινή, «λοξή», σπασμένη…

Η συλλογή είναι μοιρασμένη σε τρεις ενότητες, καθώς ο ποιητής ακολουθεί με το βλέμμα του τη γυναικεία μορφή από σελίδα σε σελίδα και δίνει χώρο, όχι να μιλήσει αλλά για να απλώσει την παρουσία της μέσα στους στίχους του, στη γυναίκα που στέκει στις γωνίες, παράμερα, που περνά βιαστικά κρατώντας σφιχτά το γιακά της, στη γυναίκα που κρύβεται σε μισοσκότεινα δωμάτια και αναγάπητα «κρεβάτια», αγοραία ή όχι, τη γυναίκα που επειδή ξέρει, δεν ελπίζει αλλά και δε φοβάται πια. Σε εκείνη του «Γ΄ ρόλου», όπως είναι ο τίτλος ενός αληθινά εξαιρετικού ποιήματος. Αυτή είναι η υπόγεια κόρη που παρακολουθεί ο ποιητής και καταγράφει στιγμιότυπα από τη ζωή της, τη μοναξιά της, τους «λίγους» έρωτές της, το πικρό γέλιο της, το απελπισμένο θάρρος της ενίοτε. Είναι ανώνυμη στα περισσότερα ποιήματα της συλλογής, εκτός από την «Ηδίστη» και τη «Σπασμένη», από το οποίο επέλεξα και τους στίχους ως επικεφαλίδα αυτής της παρουσίασης, όπου παίρνει το πρόσωπο της Φρίντα Κάλο, της αγίας των καταραμένων.

Οι στίχοι του Μάνου Ορφανουδάκη παραμένουν λιτοί: ίσα τα χρειαζούμενα να τους συνθέσουν, να στηθεί η εικόνα, να δονηθούν με το συναίσθημα… Όπως και στην προηγούμενη δουλειά του, αυτή η απλότητα με μαστοριά όμως πλασμένη, είναι η δύναμή τους. Και σίγουρα διαθέτει και τέχνη και τεχνική. Μα πιο πολύ διαθέτει βλέμμα ποιητικό και ένα «τραγούδι» που αντηχεί στα γραπτά του, ακόμα και όταν γράφει σε στίχο ελεύθερο.

Η ματιά του που βλέπει εκείνα για τα οποία οι άλλοι δεν έχουν μάτια, «το αγκάθινο στεφάνι» όπως το αποτυπώνει στο ποίημα «Διάβαση», κλείνει μέσα της αγάπη, νοιάξιμο, πόθο κρυφό πιο πολύ, μπορεί και λίγη πίκρα… Μα πιο πολύ έχει χάδι για τις υπόγειες κόρες του.