Η ανάγνωση αυτού του περικαλλούς πονήματος αποκτά μαγικές διαστάσεις. Ο συνδυασμός άκρατης επιστημοσύνης και λελογισμένης ποιήσεως προκαλεί ένα είδος «ρεαλιστικού» υπνωτισμού.

Εδώ ο πραγματισμός δεν βρίσκει δίοδο για να εμφιλοχωρήσει σε πεδία καθαρού στοχασμού ασυλλήπτου συμπυκνώσεως.

Ο Καθηγητής κι Ακαδημαϊκός Διδάσκαλος Βάλτερ Πούχνερ εδώ υπερβαίνει εαυτόν και τολμά να δομήσει, να εισαγάγει και να υποστηρίξει ένα καινούργιο λογοτεχνικό είδος, απολύτως συμβατό με τη μετά τη μετανεωτερική εκτροπή εποχή μας.

Πρόκειται για ένα είδος ποιητικού στοχασμού με διαλογιστικές διαστάσεις και υπνογραφικές προεκτάσεις. Υπνογραφικές, μάλιστα. Ό,τι κι αν σημαίνει αυτό. Σοφόν το σαφές. Η υπνογραφία του Πούχνερ είναι λεκτική χορογραφία, είναι σαν τη μυθωδία τού Βαγγέλη Παπαθανασίου. Είναι ένας φιλοσοφικός πλεονασμός προς δημιουργίαν επιφάσεως αντιστικτικής, εωθινής ανατάσεως, εαρινής αναστάσεως…

Η αντίθεση κυρίαρχο μέσο παρά τη διστακτική εμφατική της.

Τα όνειρα «γράφουν» στη Συλλογική Πανανθρώπινη Ψυχή μας κι εμείς γράφουμε (στο χαρτί ή στον πρωινό ουρανό) για τα όνειρα που ταράσσουν την ψυχή μας, φουρτουνιασμένη θάλασσα ούτως ή άλλως, που είναι όμως ήσυχη στο βάθος, γαλήνια, όπως το Πνεύμα, ο Ανώτερος Εαυτός μας που μας παρατηρεί άνευ κρίσεως και σχολίων.

Είναι τόσο πυκνός ο δομημένος λόγος, τόσο πλήρης αυτοκριτικών σχολίων που δεν επιδέχεται έξωθεν επεμβάσεων, αφού το κειμενικό «σώμα» είναι κρουστό, λαγαρό, ξεγλιστράει σαν το χέλι και δεν του ταιριάζει η ανατομία. Όχι τώρα, όχι ποτέ, όχι εδώ. Η υψηλή Τέχνη είναι συμπαγής κι ακατανόητη, αδιανόητη για το κοινό ανθρώπινο μυαλό. Ο Βάλτερ Πούχνερ επιτυγχάνει μια ιδιοφυή καινοτομία: όλα είναι τόσον φιλικώς προσβάσιμα στον λεγόμενο «επαρκή αναγνώστη» τόσο που ξεχνιέται και νομίζει ότι τα κατανοεί ενόσω ευρίσκεται «μακριά νυχτωμένος» σε ένα δικό του, απολύτως υποκειμενικό και παράλληλο «μετα-κείμενο» συνεπηγμένο και συντετηγμένο [συγχωρέστε μου τους νεολογισμούς, αλλά και η γλώσσα καλά κρατεί τα όριά της, αλλά δεν μας αρκούν, δεν μας φτάνουν – συνεχίζουμε λοιπόν]…  με τις προσλαμβάνουσες εικόνες και τις οίκοθεν εμπειρίες που συναποκομίζει στη γραφή ενός άλλου, όστις όσο κι αν μοιάζει οικείος είναι αλλότριος, ποτέ όμως «ξένος» (με την περιδεή έννοια που προσδίδει στη λέξη ο Καμύ).

Χάνομαι μέσα σε αυτά τα κείμενα, διαλύομαι, αποχαιρετώ την ψευδαίσθηση του εγώ μου, διακτινίζομαι στην κινούμενη άμμο κάπου εκεί ανάμεσα σε δύο νεφελώματα γαλαξιών που θα γεννηθούν και θα καταπλήξουν τον κόσμο.

Ο Βάλτερ Πούχνερ είναι ένας μάγος της γραφής. Τώρα που, ώριμος πια, εγκατέλειψε και τις στερνές ρασιοναλιστικές αναστολές του, βυθίζεται στην καθαρή ποίηση πλησίστιος και μας μεταλαμπαδεύει το πολύτιμο εκείνο «ωκεάνιο συναίσθημα», «μάννα εξ ουρανού» στον ουρανίσκο μας προσδίδοντας αισθητικήν ηδονήν, αναβλύζοντας ηδονικά από την υπερώα ενός κρανίου λαβυρινθώδους, όπως του Οδυσσέα, του Θησέα, του Κύκλωπα, του Οιδίποδα, του Προμηθέα.

Η αρχαιότητα και ο δραματικός κόσμος της μυθολογίας ακολουθούν παντού τον παγκόσμιο, διεθνώς διακεκριμένο κι οικουμενικώς αναγνωρισμένον Καθηγητή.

Ο συμβολικός κόσμος του ονείρου συναντά τη μυθώδη αχλύ της Ποιήσεως και με την ψυχική γενναιότητα της αυτο-εκθέσεως υπερβαίνει το ατομικό και γίνεται συλλογικό όραμα – πόνος ανείπωτος.

Η νοσταλγία για ΤΗΝ Παράδεισο, που έχει χρώμα, γένος, είδος και φύλο θηλυκό θρέφει αυτά τα γραπτά.

Στον υδροφόρο ορίζοντα βυθίζεται το υπορρίζιο σύστημα διακεκαυμένων δέντρων, οπωροφόρων, κωνοφόρων ή βελονοφόρων, ένθα αντλεί καθαρή, διαχρονική ποίηση.

Εξαιρετικός στο εξώφυλλο ο πίνακας του Κυριάκου Κατζουράκη. Ποιητική και η εισαγωγή τού Καθηγητή Μάνου Στεφανίδη. Μια ξεχωριστή έκδοση, κόσμημα παντοιοτρόπως. Κάτι γίνεται στη νεοελληνική εκδοτική αγορά. Ο Απόλλωνας κατετρόπωσεν τον Πύθωνα κι εγκαταστάθηκε στους Δελφούς. Χιλιάδες ιερουργοί του παραστέκουν…