Μυρωδιά από χθες

Αθήνα, περίοδος της Χούντας των Συνταγματαρχών. Δύο παιδιά, ο Νικηφόρος, φοιτητής, και η Δέσποινα, μαθήτρια, ερωτεύονται και, παρά την αντίθετη γνώμη των γονιών της Δέσποινας, κάνουν τα πάντα ώστε να παραμείνουν μαζί. Στο πλευρό τους βρίσκονται η παρέα του Νικηφόρου από τη σχολή και η ξαδέρφη της Δέσποινας. Όλοι μαζί γαλουχούνται με τη νέα κοινωνική πραγματικότητα και αγωνίζονται για κάτι καλύτερο. Ενώ η κοπέλα διεκδικείται και από τον Παύλο, με τη φιλοχουντική δράση, με τις ευλογίες των γονιών της. Ένας άτυπος αγώνας διεκδίκησης ξεκινά. Ποιος θα είναι ο νικητής;

Είκοσι πέντε χρόνια αργότερα, η παρέα έχει σκορπίσει, οι νεαροί έχουν μεγαλώσει, δουλεύουν, έχουν οικογένεια και παιδιά. Οι τότε βεβαιότητες και τα όνειρα έχουν διαψευστεί, όλα όσα πίστευαν, οι αξίες τους έχουν καταπατηθεί. Οι ψευδαισθήσεις έχουν χαθεί και τα απωθημένα έρχονται στην επιφάνεια.

Ο Νικηφόρος και η Δέσποινα ξανασυναντιούνται απρόσμενα ένα πρωινό Πρωτομαγιάς και ο έρωτας αναζωπυρώνεται. Μήπως ήρθε η στιγμή να αφεθούν στα νερά του; Τι τους επιφυλάσσει άραγε η νέα κοινωνική πραγματικότητα;

Κοφτή, αφαιρετική γραφή, προφορικός λόγος που ζωντανεύει την αφήγηση και που αποτυπώνει τις συνθήκες εκείνης της δύσκολης εποχής. Μιας εποχής κατά την οποία, εν μέσω αγώνων για τη δημοκρατία, χαρακτήρες σφυρηλατήθηκαν, ιδεολογίες και στάσεις ζωής διαμορφώθηκαν.

Και έπειτα, στις «Βεβαιότητες και ψευδαισθήσεις» του Νίκου Καζατζόπουλου, έρχονται οι διαρκείς αναδρομές που μεταφέρουν τον αναγνώστη πότε στο παρόν της αφήγησης και πότε στα χρόνια της Χούντας. Ενώ με μοναδικό τρόπο δίνεται το στίγμα και η ατμόσφαιρα εκείνης της εποχής.

Ένα μυθιστόρημα για τον έρωτα, για τους φίλους που μένουν, για εκείνους που χάνονται στο πέρασμα του χρόνου, για όλα αυτά που δημιουργήθηκαν κάτω από συγκεκριμένες συνθήκες, αλλά τελικά διαψεύστηκαν.