”Ένοικος υπόγειων αστικών ανησυχιών”

”Δεν μπορεί…κάποιοι κροκόδειλοι θα κλαίνε αληθινά”, ελπίζει στην αφετηρία της πρώτης του ποιητικής του συλλογής ο Ιορδάνης Παπαδόπουλος και ξεκινά έτσι την περιπλάνησή του στο χαοτικό τοπίο της σύγχρονης μητρόπολης αλλά και στο προσωπικό, εσωτερικό του τοπίο – μοναδικά εφόδια οι στίχοι του και η ύπαρξή του, που ”ελλείψει σκύλου βγάζει βόλτα κάθε βράδυ”…

Παρατηρεί τους άλλους και παρατηρεί ως τρίτος τον εαυτό του, ένας φυσιοδίφης που μελετά επιστημονικά, κάτω από το μεγεθυντικό φακό της ποίησης, τα παράξενα όντα που συναντά γύρω του και μέσα του. Η ματιά του είναι αποστασιοποιημένη, όχι όμως ψυχρή: η τρυφερότητα αλλά και ο αυτοσαρκασμός, η ευαισθησία αλλά και η οργή, η ανάγκη επικοινωνίας αλλά κι η κλεισμένη στο όστρακό της θλίψη, βρίσκονται στον πυρήνα των στέρεα δομημένων στίχων του – κάποιοι απ’ αυτούς βρίσκουν τον αναγνώστη στην καρδιά σαν σφαίρες, άλλοι τον παρηγορούν και τον συντροφεύουν στη δική του μοναχική περιπλάνηση.

Η ποιητική του χτίζεται με τα υλικά μιας παράλληλης, εσωτερικής ζωής, την οποία συνειδητά επιλέγει. Δεν χάνει όμως ποτέ τη γείωσή του με την κοινά βιωμένη πραγματικότητα, ντύνεται την κατά κόσμον εικόνα του ως στολή παραλλαγής και καταγράφει συνεχώς τα όσα βλέπει και βιώνει – για να τα μεταφράσει με τους στίχους του στη δική του γλώσσα.

Οι τίτλοι των 37 ποιημάτων της συλλογής -άλλοτε συμπυκνώσεις κι άλλοτε χρησμοί ενός ”λοξία” μάντη-, δεν αποτελούν απλές επικεφαλίδες που προϊδεάζουν για το περιεχόμενο αλλά ζωτικά όργανα του ποιητικού σώματος, ενώ η γραφή του, αν και ζυγιάζεται μονίμως ανάμεσα στο ρεαλισμό και την ονειροπόληση, ισορροπεί σωστά, γιατί έχει κέντρο βάρους κι είναι με τέχνη δουλεμένη. Ο δε γενικός τίτλος, ”Το βουνό κι ο ποιητής δεν πήραν είδηση”, αποτελεί τον τελευταίο στίχο του ποιήματος ”Σπουδή”, όπου -όπως σημειώνει η ποιήτρια και υπεύθυνη της σειράς, Παυλίνα Παμπούδη, στον εξαιρετικό της πρόλογο-, σκιαγραφείται η διαδικασία παραγωγής ποιητικού έργου.

Διαφορετική είναι η προσέγγιση της ποίησης στο ”Ερωτικό”: εδώ παίρνει τη μορφή μιας σαρκοβόρας ερωμένης – βασανίζει τον ποιητή που δηλώνει ότι τη μισεί (”σε φτύνω ποίηση…γαμήσου ποίηση”), αλλά αδυνατεί να της αντισταθεί (”σε προσκυνάω ποίηση”). Τη βρίζει αλλά της υποτάσσεται, γιατί ξέρει ότι στο βωμό της ενώνεται το δικό του αίμα με το αίμα των άλλων, έτσι το εσωτερικό του σύμπαν ανοίγει και συναντά τις τροχιές των άλλων ανθρώπινων άστρων. Γι’ αυτό και η ποίηση του Ιορδάνη Παπαδόπουλου, αν και προσωπική, δεν είναι κλειστή και αυτιστική, επικοινωνεί και συγκινεί: το εξωτερικό περίβλημά της είναι συμπαγές αλλά ο πυρήνας της φλέγεται…