Γυμνό ψυχής…
Αν έψαχνα να βρω τίτλο για τούτο το βιβλίο, που μέσα στις διακόσιες πενήντα περίπου σελίδες του περιέκλεισε όλες τις αποχρώσεις των συναισθημάτων που μπορεί ένας άνθρωπος να βιώσει στο οικογενειακό του περιβάλλον, θα ήταν «γυμνό ψυχής». Και αν πράγματι λογοτεχνία είναι να ξορκίζεις τους φόβους σου πάνω στο χαρτί, τολμώντας να ψηλαφείς τις πληγές σου, τότε το «Βιβλίο της Κατερίνας» είναι αναμφίβολα εγχειρίδιο καλής λογοτεχνίας.
Δεν θα σταθώ στο γεγονός ότι η ιστορία ξεφεύγει από το απλό περίγραμμα της αυτοβιογραφίας και ξεδιπλώνει μια απολογητική, απολαυστική αφηγηματική πρακτική που προσφέρει ιδιαίτερη ένταση και ενάργεια στον αναγνώστη, επειδή το αφηγηματικό σφρίγος του Κορτώ το θεωρώ δεδομένο. Θα σταθώ όμως στο ότι στο συγκεκριμένο βιβλίο η πρωτοπρόσωπη αφήγηση διχάζει ευχάριστα τον αναγνώστη, καθώς μάνα και γιος λειτουργούν σαν μπάμπουσκα, αφού στο βιβλίο η μάνα αφηγείται όχι απλώς τη ζωή της, αλλά και την ερμηνεία της για την εξέλιξη και τη διαμόρφωση του γιου και ο γιος είναι εκείνος που εκφράζει την οπτική της ζωής της Κατερίνας και της δικής του ζωής, όπως ο ίδιος μπόρεσε ζώντας να τις συλλάβει.
Στο βιβλίο πρωταγωνιστής είναι το τραύμα που θαρρείς πως μεταβιβάζεται από γενιά σε γενιά σαν κληρονομικό χάρισμα, έτσι, για να έχουν όλοι οι πρωταγωνιστές αυτής της ιστορίας έναν λόγο να υποφέρουν, να μνησικακούν, να πονούν, να πληγώνουν, να παλεύουν μάταια για μια εξιλέωση.
Μπερδεμένα και ολέθρια τα συναισθήματα της Κατερίνας, γίνονται αγχόνη για τον γιο, ένας ομφάλιος λώρος από υλικό που δεν κόβεται και τούτη η κληρονομημένη οδύνη, τούτη η αλλοπρόσαλλη διεστραμμένη οπτική της ζωής και του κόσμου, χαρίζει στο παιδί απροσδόκητα ένα χάρισμα που γίνεται προορισμός: τη γραφή. Άλλη μια σωτηρία, άλλη μια φυλακή, κοντά στα υπόλοιπα πάθη που προσδιόρισαν τόσο την κρυφοεβραία ταυτότητα της γυναίκας όσο και το τραυματισμένο εγώ του καρπού της κοιλίας της.
Σίγουρα μέσα από τις σελίδες ξεπηδάει αγάπη. Αγάπη ατόφια, ακατέργαστη, πρωτόγονη, μυθική και συνάμα ευάλωτη, ώρες ώρες ύποπτη, διεστραμμένη, βασανιστική, σαδιστική. Αγάπη άλλοτε φιλική προς τους χρήστες και άλλοτε πάλι με …διαταραγμένο pH, τοξική και επικίνδυνη. Μια αγάπη με χίλια πρόσωπα και χίλιες μεταμφιέσεις που η γύμνια της μόνο φανερώνει τις δυσμορφίες και τα σημάδια της. Είναι η αγάπη η μητρική, εμποτισμένη με εκείνο το δηλητήριο του οιδιπόδειου μάλλον συμπλέγματος που δεν λέει ποτέ να απαλλάξει το παιδί από τη λάγνα ματιά του στη μάνα, ούτε τη μάνα από τον φθόνο που τρέφει για όποια «ξένη» μπορεί να αγγίξει το παιδί της.
Ο Κορτώ δεν αφηγείται απλώς, δεν περιγράφει, δεν σκηνοθετεί, δεν πλάθει. Καταθέτει αλήθειες στο δικαστήριο της ανθρώπινης και λογοτεχνικής του συνάμα συνείδησης. Χαράζει το όνομά του πάνω στον τύμβο εκείνης ξέροντας καλά πως μόνο ετούτο θα αναπαύσει παντοτινά την ψυχή της. Και της χαρίζει αυτή την ανορθόδοξη αγάπη, γιατί και αυτός, όπως κάθε παιδί, μέσα από την παροδοξότητα ακόμη και της πιο σκοτεινής εκδοχής μητρικού ενστίκτου, διακρίνει την αγνότητα και τη διαύγεια της μόνης αγάπης που ο άνθρωπος ξέρει να εμπιστεύεται πάνω στη γη.
Το πικρό ενίοτε δηλητηριώδες χιούμορ του συγγραφέα κατορθώνει το απίστευτο: να ξεπερνάει την εύκολη συγκίνηση και να ανυψώνει το ίδιο το βίωμα στην κορφή του συγκινητικού δίχως περιττά λόγια και λογοτεχνικά τεχνάσματα. Μέσα από την απλότητα του καθημερινού λόγου, με τη βρισιά και το ανάθεμα του ανθρώπου που αναμετριέται με τα προβλήματα και τους βόγκους της δύσκολης ζήσης του, ο Κορτώ φτύνει αλήθειες κρυμμένες πίσω από τα φύλλα της ψυχής του. Και λέει πολλές. Και γι’ αυτές τις αλήθειες που δεν διστάζει να πει, φιλοτεχνώντας το γυμνό της ψυχής του, του αξίζει κατά βάση η αναγνώριση του τολμηρού λογοτέχνη και του παιδιού που έχει το θάρρος να ξεγυμνωθεί μπροστά στον κόσμο δίχως σεμνοτυφία και συστολή.
Αν διακειμενικά έπρεπε να προσδιορίσω μια συγγένεια του κειμένου, θα έλεγα πως μου προκάλεσε την ίδια ένταση κραδασμών που αλλοτινά αισθάνθηκα από το βιβλίο «Η Κασσάνδρα και ο Λύκος» της Μαργαρίτας Καραπάνου.
Αληθινή, ελληνική οικογένεια μες στην οποία ωστόσο φωλιάζει πάντα αγάπη. Ο σπαραγμός, η ανάγκη της αποδοχής, το ξεγύμνωμα της νοσηρότητας, η κατάθλιψη, η κατάθλιψη, η κατάθλιψη με τις ανεξερεύνητες αιτίες και τους αδιαπέραστους ζόφους των γιατί, θυμίζουν πως στόχος πάντα κάθε ανθρώπου, είτε είναι μόνος είτε όχι, είναι να αποδεχτεί τον εαυτό του. Αυτό που κατάφερε ο Κορτώ με τούτο το βιβλίο λέγοντας:
Αυτός είμαι. Ο γιος της Κατερίνας της τρελής. Ο Πέτρος. Ο υπηρέτης της γραφής.
Κορτώ ο αληθινός…