Η ποίηση στο θέατρο
Στο σημείο όπου η ποίηση συναντά το θέατρο ανθολογούνται 55 σύγχρονοι Έλληνες ποιητές από την Ασημίνα Ξηρογιάννη. Ποιήματα που με άμεσο ή έμμεσο τρόπο αναφέρονται στο θέατρο: θεατρικοί χαρακτήρες, ηθοποιοί, συγγραφείς, σκηνικά, προσωπικά βιώματα, εντυπώνονται και αποτυπώνονται σε στίχους που άπτονται της θεατρικής τέχνης. Κι αν τρόπον τινά μπορούσαμε να θεωρήσουμε ότι το ποίημα είναι ένα είδος μονολόγου, τότε ακόμα περισσότερο μπορούμε να αντιληφθούμε τη σύνδεση θεάτρου και ποίησης.
Η παρούσα συλλογή χωρίζεται σε δύο κατηγορίες, όπως σημειώνει και η ανθολόγος στον πρόλογο του βιβλίου: στην πρώτη κατηγορία περιλαμβάνονται ποιήματα που έχουν άμεση ή έμμεση αναφορά στο θέατρο, είτε δεν έχουν, αλλά διαθέτουν έντονη δραματικότητα εν είδει μονολόγων. Στη δεύτερη, περιλαμβάνονται ποιήματα που έχουν σχέση με το θεατρικό γίγνεσθαι ή τη θεατρική διαδικασία.
Ποιήματα που έχουν τις ρίζες τους στην αρχαιότητα, στον Σαίξπηρ, στη νεότερη θεατρική ιστορία. Στίχοι που φέρνουν στο φως προσωπικά βιώματα, αναμνήσεις, συναισθήματα με γνώμονα πάντοτε το θέατρο. Θεατής ή ηθοποιός, στο κοινό ή στη σκηνή, το θέατρο εγείρει και διεγείρει την πνευματική υπόσταση και την ψυχολογική ισορροπία του καθενός.
Κατερίνα Αγγελάκη-Ρουκ, Νάσος Βαγενάς, Νάνος Βαλαωρίτης, Χάρης Βλαβιανός, Τίτος Πατρίκιος, είναι μόνο μερικά από τα σπουδαία ονόματα που ανθολογούνται στην παρούσα έκδοση. Εξαιρετική η ανθολόγηση της Ασημίνας Ξηρογιάννη, καθώς και η επιμέλεια σε συνεργασία με την Αγγέλα Γαβρίλη.
Για το τέλος παραθέτω ένα εξαιρετικό ποίημα του Τίτου Πατρίκιου:
Επάγγελμα πατρός: Ηθοποιός
Αχ να γινόταν πάλι να με πάρεις απ’ το χέρι
να με βγάλεις από τούτο το λαγούμι
όπου οι άνθρωποι μυρίζονται ανθρώπινο κρέας
να με πήγαινες όπως τότε στην ακροθαλασσιά
κάτω από τα κτίρια των παιδικών εξοχών,
τότε που σε περίμενα να παραπονεθώ
έστω να πω ότι η προϊσταμένη
κρατούσε τα γλυκά που μου ‘φερνες
κι αντί γι’ αυτό κοιτούσα μαγεμένος
τα καινούρια, λαστιχένια σου παπούτσια.
Πατέρα δεν έμαθες ποτέ
σε τι κόλαση με είχατε βάλει
τι μού ‘καναν τ’ άλλα τα παιδιά
που όλη τη μέρα με λέγαν «θεατρίνα»
κι εγώ, πνίγοντας τα κλάματα, τά ‘βαζα με σένα
με το Θεό, με όλους που δεν είχες
μια δουλειά της προκοπής, ει δυνατόν ένα γραφείο.
Ντρεπόμουνα για το επάγγελμά σου
όπως τώρα καμαρώνω, τώρα
που κάθε πρωί κινάω για την κοινή σκλαβιά
του ασήμαντου γραφείου μου.