Τελικά τείνω να καταλήξω στο συμπέρασμα πως αυτή η χώρα στέκεται στα πόδια της ως πολιτισμικός οργανισμός αποδεκτός παγκοσμίως χάρη στον ηρωισμό ορισμένων Ελλήνων και ελληνομαθών, ελληνιστών και ελληνολατρών, ελληνόψυχων εν γένει ερευνητών, μελετητών, δημιουργών, που δεν έχουν σχέσιν με τους επίσημους θεσμούς και λειτουργούν παραπλεύρως εις βάρος της προσωπικής ευμάρειας και της ατομικής των ευπορίας, αφού καθίστανται ευτυχισμένοι με την αφιέρωσίν των εις τον ιερόν σκοπόν της διαδόσεως κάθε τι πνευματικού και σοβαρού αισθητικού επιτεύγματος των απανταχού ανά τους αιώνας ελληνοφώνων.
Ο Διονύσης Ν. Μουσμούτης, ιδρυτής, διευθυντής, εκδότης και διευθυντής του περιοδικού «Ιστορία» με μία πλειάδα πρωτότυπων κι ελκυστικών βιβλίων στο ενεργητικό του, τιμημένος από την Ακαδημία Αθηνών με το Βραβείο Δοκιμίου του Ιδρύματος Ουράνη για το βιβλίο του «Ούγκο Φόσκολο. Ιστορικά και βιογραφικά παραλειπόμενα», έρχεται τώρα, με αυτό το δίτομο μνημειώδες έργο του να καλύψει ένα σημαντικό ερευνητικό κενό στην Ιστορία του Ελληνικού Θεάτρου που ακόμα δεν έχει γραφτεί παρά τα πάμπολλα πανεπιστημιακά τμήματα θεατρικών σπουδών που λειτουργούν ήδη από το έτος 1990 όταν άνοιξε στο εν Αθήνησι Καποδιστριακό Πανεπιστήμιο το πρώτο, με κορυφαίους δασκάλους και δημιουργούς σαν τον αείμνηστο Σπύρο Αντιόχου Ευαγγελάτο, τον ακάματο και δημιουργικό Βάλτερ Πούχνερ, τον ποιητή Νάσο Βαγενά και τον πεζογράφο-δοκιμιογράφο Γιώργη Γιατρομανωλάκη, τον Νίκο Χ. Χουρμουζιάδη, τον Μάριο Πλωρίτη, τον Κώστα Γεωργουσόπουλο, τον προσφάτως μεταστάντα Άγγελο Δεληβοριά, την εκπληκτική σκηνογράφο κι ενδυματολόγο Ιωάννα Παπαντωνίου και τόσους άλλους που δεν φτάνει ο χώρος εδώ για να μνημονεύσω…
Είναι άπειρη η δουλειά που προϋποθέτει η έκδοση ενός τέτοιου τιτάνιου έργου και ατέλειωτες οι εργατοώρες αποδελτιώσεως ιταλικών και ελληνικών εφημερίδων, εντύπων και πάσης άλλης πηγής που ήθελε επιτρέψη εις τον εκλεκτόν κι ασυμβίβαστον μελετητήν την σφαιρικήν ούτως ειπείν κάλυψιν ενός τόσον πολύπλοκου, αχαρτογράφητου και ρευστού πολιτισμικού «προϊόντος» που είχεν ακόμη εις τον 19ον αιώνα τον χαρακτήρα του πρόσκαιρου και του ψυχαγωγικού με την έννοια της ελαφροτάτου διασκεδάσεως ήτις όμως απαραίτητος εστί διά την επιδαψίλευσιν αισθητικών ηδονών εις έναν βίον εν πολλοίς άχαρον και δύσθυμον.
Πέρα όμως από την επιστημονική επάρκεια, τη μεθοδολογική αρτιότητα, τη σχολαστική λογιοσύνη και το αυστηρό ακαδημαϊκό του υπόβαθρο, θα πρέπει εδώ να επισημάνω ως κριτικός Λογοτεχνίας το ύφος του πεζογράφου και θεατρανθρώπου Δ. Ν. Μουσμούτη, ο οποίος πλάθει ένα ιστορικό αφήγημα σχεδόν μετα-μυθοπλαστικό, αφού σε ένα δεύτερο επίπεδο το ίδιο το κείμενο για κάποιον που δεν έχει ιδιαίτερο ενδιαφέρον για τις σωζόμενες ιστορικές μαρτυρίες και τις μεταδιδόμενες γνώσεις, διαγράφεται μία άλλη μετα-αφήγηση, εκεί όπου εμφιλοχωρεί και βρίσκει τρόπο να απλωθεί η ατομική συνδημιουργία κάθε επαρκούς αναγνώστου. Εξηγούμαι: διαβάζοντας πολλαπλώς και πλαγίως, επαναληπτικώς και «αφαιρετικώς» (αλλά ουχί και «αφηρημένως») αυτό το πόνημα σχηματίζεται στο μυαλό σου μια μυθ-ιστορία που αξιώνει την ανάπτυξιν μυθιστορήματος τινός με γλαφυράς και αναγλύφους προεκτάσεις. Αυτό δεν είναι κάτι το συνηθισμένον, αλλά σπάνιον εις φιλοσοφικά και σχολαστικά πονήματα ακαδημαϊκών δασκάλων, οίτινες ομιλούσιν και γράφουσιν συνήθως γλώσσαν ξυλίνην και δύσπεπτον. Εδώ όμως συμβαίνει ακριβώς το αντίθετο. Ο καλός «ερασιτέχνης» μελετητής κι ερευνητής, που όχι μόνο δεν σταδιοδρομεί (ούτε φυσικά βιοπορίζεται) από τα πονήματά του αυτά, αλλά θυσιάζει τον ατομικό χρόνο και την πολύτιμη υλοενέργειά του στον βωμό μιας επιστημονικότητας βαθιάς και αφανούς (ως προς την κατοχήν αξιωμάτων, έστω κι επί τιμή), ο αριστοτέχνης αυτός πεζογράφος λεπτουργεί αφήγησιν τινά ήτις περιποιεί τιμήν εις αυτόν και εις όλους όσους θεραπεύουν (υπηρετούν) την ελληνικήν γλώσσαν εις την εαυτής διαχρονίαν.
Κι αν σήμερα επέλεξα να σας ομιλώ γράφοντας σε ένα ιδίωμα λόγιον και παλαιομοδίτικον, είναι για τον αιώνα εις τον οποίον ταξίδεψα και όχι βεβαίως για τη στρωτή ελληνική καθομιλουμένη γλώσσα που «κεντάει» και διανθίζει με επτανησιακή ευθυμία και στιβαρότητα ο πάντα άξιος και χαλκέντερος Δ. Ν. Μουσμούτης. Του εύχομαι από καρδιάς μακροημέρευσιν και να μας ταράζει πάντα εκπλήσσοντας τους ματαιοκαμάτους και σταδιοδρομούντας άνευ λόγου και ουχί «ιδίοις αναλώμασιν»… Ναι, «ιδίοις αναλώμασιν» και για τον συγγραφέα και για τον εκδότη είναι αυτό το δίτομο μνημειώδες κομψοτέχνημα και πρέπει το επίσημο Κράτος επιτέλους να αφυπνισθεί και να αγοράσει δεκάδες αντίτυπα για τις σχολικές, δημοτικές και πανεπιστημιακές βιβλιοθήκες και να προσφέρει εις τον ερευνητήν θέσιν επιτίμου διδάκτορος εις εν από τα πολυάριθμα πανεπιστημιακά τμήματα μουσικών και θεατρικών σπουδών άτινα ανθούν εις την χώραν ταύτης της «φαιδράς πορτοκαλέας». Όχι, δεν χάνει ο κάθε επαρκής μελετητής, ερευνητής και πνευματικός άνθρωπος όταν δεν τον καλούν να διδάσκει. Εμείς χάνουμε, όλοι εμείς, που πληρώνουμε φόρους και περιμένουμε να ακούσουμε κάτι «που να αλατίζει» και με εύθυμον, παιδαγωγικώς ορθόν και συν-δημιουργικόν τρόπον. Είπον κι ελάλησον και αμαρτίαν ουκ έχω, δίχως φόβον και πάθος…