Εικονογράφηση: Μαρία Ρούσσου

Μια φορά κι έναν καιρό ζούσε στο μεγάλο λιβάδι ένα μικρό πορτοκαλί σαλιγκαράκι. Δύσκολη υπόθεση να γεννηθείς πορτοκαλί όταν είσαι σαλιγκάρι. Είσαι όχι απλώς διαφορετικός, κάτι που απεχθάνεσαι όταν είσαι μικρός, αλλά κάνεις μπαμ κανονικά. Θέλεις να ανοίξει η γη να σε καταπιεί. Κι ας έχει το κέλυφός σου ένα ωραίο ελικοειδές σχήμα που αγαπά η φύση και έχει μελετηθεί πολύ από τους μαθηματικούς. Σωστό θαύμα της φύσης και των μαθηματικών. Αλλά τίποτα από όλα αυτά δεν ξέρει το σαλιγκαράκι μας. Εκείνο το μόνο που ξέρει είναι ότι όλα τα άλλα σαλιγκάρια είναι στην απόχρωση του γκρι και του καφέ. Περιφέρεται έτσι θλιμμένο και συναντά μία πασχαλίτσα. Αυτή μάλιστα. Έχει ένα ωραιότατο κατακόκκινο χρώμα με γυαλιστερές μαύρες βούλες όπως όλες οι πασχαλίτσες. Είναι πιο ωραία από αυτό. Ούτε λόγος. Ανταλλάσσουν μια καλημέρα και το σαλιγκαράκι μας τραβάει ίσα για τις παπαρούνες. Δανείζεται λίγο κόκκινο και μαύρο από τα πέταλά τους και ντύνεται την καινούργια του στολή. Χαρούμενο τώρα που μοιάζει με την πασχαλίτσα συνεχίζει τη βόλτα του. Θα συναντήσει κι άλλα ζώα αξιοζήλευτα. Η σαρανταποδαρούσα έχει σαράντα πόδια, θαύμα! Η χρυσόμυγα έχει χρυσά φτερά και η αγελάδα ένα ωραίο καμπανάκι που κρέμεται από το λαιμό της. Σε κάθε βήμα του ανακαλύπτει με θαυμασμό κάποιον ακόμη τυχερό κάτοικο του λιβαδιού που είναι όμορφος κι έχει κάτι ξεχωριστό. Το σαλιγκαράκι σκαρφίζεται χίλια τεχνάσματα για να αποκτήσει κι εκείνο αυτό ακριβώς που κάνει τους άλλους μοναδικούς. Καταλήγει με ένα σωρό πλουμίδια. Καμαρωτό πηγαίνει τώρα. Είναι στ’ αλήθεια όμορφο τώρα; Είναι ωραία η ζωή του; Έλυσε το πρόβλημά του;

Θα το μάθει ο μικρός αναγνώστης μέσα από τη συνέχεια αυτού του υπέροχου στην απλότητά του παραμυθιού. Ένα παραμύθι που αναφέρεται στο άγχος των παιδιών να αποδεχτούν την όποια διαφορετικότητά τους (από τα σιδεράκια ή τα γυαλιά που αναγκάζονται να φορέσουν ως κάποιο σοβαρό πρόβλημα υγείας ή εμφάνισης, αυτά που βιώνουν τα παιδιά ως «κουσούρια» είναι πολλά) και να αγαπήσουν τον εαυτό τους όπως είναι. Τα παιδιά έχουν την τάση να ζηλεύουν αυτό που έχει ένα άλλο παιδί. Το ξένο φαντάζει πιο ωραίο. Η γόμα, το μολύβι, το ρούχο, το κοκαλάκι, τα παπούτσια, το χτένισμα, όλες οι λεπτομέρειες της εμφάνισης αποκτούν τεράστια σημασία και εγείρουν έντονα συναισθήματα. Η μίμηση είναι η λύση στην οποία καταφεύγουν για να απαλύνουν το άγχος τους. Αν αποκτήσω αυτό που κάνει τον άλλον ωραίο, θα γίνω κι εγώ ωραίος. Ο αγώνας του παιδιού να κατακτήσει ένα επίπεδο αυτοπεποίθησης και αυτοεκτίμησης είναι μεγάλος. Μια μέρα, σε μια πρωινή εκπομπή μια κοπέλα καυχιόταν για τις πλαστικές εγχειρήσεις που έχει κάνει για να μοιάζει με τη Μπάρμπι. Αντιλαμβάνεται κανείς ότι μερικοί άνθρωποι δεν κατακτούν ποτέ αυτό το επίπεδο αυτοεκτίμησης και γίνονται ανασφαλείς ενήλικες. Γι αυτό η περιπέτεια του συμπαθέστατου αυτού σαλιγκαριού είναι μια πολύ ωραία συμβολή σε αυτόν τον αγώνα του παιδιού.

Το παραμύθι εγγράφεται στην παράδοση των κλιμακωτών λαϊκών παραμυθιών, όπου ο ήρωας συσσωρεύει σε κάθε επεισόδιο κάτι (ένα αντικείμενο, μια ιδιότητα, κάτι που πρέπει να θυμηθεί κ.λπ.) ώσπου να έρθει η τελική λύση. Ο ρυθμός που εξασφαλίζει αυτή η δομή στο παραμύθι υπηρετείται από μια γλώσσα λιτή, στακάτη, όπως αυτή των παραμυθιών.

Λαμπερά χρώματα, καθαρά περιγράμματα και μια πολύ παιχνιδιάρικη σύνθεση κειμένου και εικόνων σε κάθε σαλόνι συμβάλλουν στη δημιουργία ενός όμορφου βιβλίου, από αυτά που μπορούν να αγαπηθούν πολύ από τα μικρά παιδιά και να φέρουν τους μεγάλους σε απελπισία άμα κολλήσει η βελόνα «διάβασέ μου το σαλιγκαράκι πάλι».

Η Ζέφη Συρίβλη έχει παρακολουθήσει μαθήματα δημιουργικής γραφής στο Εθνικό Κέντρο Βιβλίου. Αυτό είναι το πρώτο της βιβλίο. Η Μαρίνα Ρούσσου έχει εικονογραφήσει βιβλία για παιδιά και ενήλικες.