Ένα από τα σημαντικότερα μυθιστορήματα της αφροαμερικανικής λογοτεχνίας, Το πορφυρό χρώμα της Alice Walker, εξέδωσαν πριν από λίγο καιρό οι εκδόσεις Παπαδόπουλος. Μυθιστόρημα του 1982, Το πορφυρό χρώμα έλαβε το βραβείο Pulitzer την επόμενη χρονιά και καθιέρωσε τη συγγραφέα του ως μία από τις σημαντικότερες φωνές της σύγχρονης λογοτεχνίας, ενώ το 1985 μεταφέρθηκε στον κινηματογράφο σε σκηνοθεσία του Στίβεν Σπίλμπεργκ.

Αμερικανικός Νότος, αρχές του 20ού αιώνα. Δύο αδερφές βρίσκονται στο επίκεντρο της ιστορίας, η Σίλι και η Νέτι. Η Σίλι από πολύ μικρή ηλικία πέφτει θύμα βιασμού από αυτόν που θεωρεί πατέρα της και αναγκάζεται να γεννήσει δύο φορές τα παιδιά του, τα οποία της τα παίρνει αμέσως και δεν τα ξαναβλέπει ποτέ. Λίγο αργότερα, την αναγκάζει να παντρευτεί έναν κατά πολύ μεγαλύτερό της άντρα, ο οποίος στο μεγαλύτερο μέρος του βιβλίου αναφέρεται μόνο ως Μίστερ, και να ζήσει μια συνέχεια της κακοποίησής της προσπαθώντας να φροντίσει αυτόν και τα παιδιά του. Μόνη της παρηγοριά είναι η μικρότερη αδερφή της, η Νέτι, ένα έξυπνο και πολλά υποσχόμενο νεαρό κορίτσι. Όμως σύντομα η Σίλι θα μείνει μόνη της, όταν η αδερφή της αναγκάζεται να εξαφανιστεί, αφού κινδυνεύει να ακολουθήσει τη μοίρα της αδερφής της. Τότε θα κάνει την εμφάνισή της στη ζωή της Σίλι η Σουγκ Έιβερι, μια τραγουδίστρια της τζαζ και ερωμένη του άντρα της,  και θα τα αλλάξει όλα. Είναι αυτή που καθοδηγεί τη Σίλι στην ανακάλυψη του εαυτού της και των επιθυμιών της, αυτή που ανακαλύπτει τα γράμματα της Νέτι που κρύβει ο Μίστερ από τη Σίλι, αυτή που θα τη βοηθήσει να διεκδικήσει τον δικό της χώρο στη ζωή.

Γραμμένο με τη μορφή επιστολικού μυθιστορήματος, Το πορφυρό χρώμα από την πρώτη σελίδα φέρνει τον αναγνώστη αντιμέτωπο με έναν κόσμο σκοτεινό: ενδοοικογενειακή βία και σεξουαλική κακοποίηση, απαξίωση της γυναίκας και συνεχής μείωση της προσφοράς της στην οικογένεια και την κοινωνία. Και όλα αυτά μέσα από επιστολές που ξεκινούν με το «Αγαπητέ Θεέ» και μεγεθύνουν το αίσθημα της απόγνωσης που τις διέπει. Η γλώσσα της νεαρής Σίλι είναι απλή, γραπτή μεταφορά του προφορικού της λόγου, σχεδόν παιδική. Καθώς ο χρόνος προχωρά και ιδιαίτερα από τη στιγμή που γνωρίζει τη Σουγκ Έιβερι, όλες οι αλλαγές που βιώνει γίνονται εμφανείς και στον γραπτό της λόγο, στο ύφος αλλά και στον τρόπο που εκφράζει τις σκέψεις της. Αντίθετα, οι επιστολές της Νέτι διαθέτουν συνοχή και ένα προσωπικό ύφος που δείχνει τη διαφορά στη μόρφωση και στις εμπειρίες των δύο κοριτσιών. Οι δύο αδερφές συμπληρώνουν η μία την άλλη και καταφέρνουν μέσα από την αλληλογραφία τους να αναδείξουν όχι μόνο τις προσωπικές τους ιστορίες, αλλά και αυτές της κοινότητας και της ευρύτερης κοινωνίας στην οποία κατοικούν.

Η Alice Walker κατάφερε να διευρύνει το πεδίο της αφροαμερικανικής λογοτεχνίας, καθώς δεν εστιάζει μόνο στο θέμα της φυλής και του ρατσισμού της αμερικανικής κοινωνίας, αλλά επιλέγει να εξετάσει πρώτιστα το θέμα του φύλου μέσα στην αφροαμερικανική κοινότητα και έπειτα στην αμερικανική κοινωνία. Αγγίζει θέματα ταμπού, τα ονοματίζει επειδή ξέρει πως ό,τι κρύβεται πίσω από τα λόγια δεν λύνεται ποτέ. Ταυτόχρονα, όμως, προσφέρει και την ελπίδα, πιστεύει στη δύναμη της γυναικείας φύσης, στην αντοχή και την επιμονή της να επιβιώνει παρά τις αντιξοότητες. Κυρίως πιστεύει στην αλληλεγγύη και τη συντροφικότητα που μπορούν να οδηγήσουν στην ανεξαρτησία, στην απόκτηση ενός προσωπικού χώρου μέσα στο σύνολο.