Το παρελθόν που ποτέ δεν ξεχνιέται
Ο Patricio Pron (γεννημένος το 1975 στην Αργεντινή) δοκιμάζει τις δυνάμεις του σε διαφορετικά είδη: διηγήματα, μυθιστορήματα, κριτική, αρθρογραφία. Με σπουδές στην πατρίδα του, αλλά και στη Γερμανία, τα τελευταία χρόνια ζει στην Ισπανία όπου αρθρογραφεί στην εφημερίδα El País. Το 2019 τιμήθηκε με το βραβείο Alfaguara για το μυθιστόρημά του Mañana tendremos otros nombres, το οποίο κυκλοφορεί επίσης από τις εκδόσεις Ίκαρος με τον τίτλο Αύριο θα μας λένε αλλιώς. Θα μπορούσαμε να τον εντάξουμε σε αυτή την πολύ ταλαντούχα νέα γενιά Λατινοαμερικανών συγγραφέων (Alejandro Zambra, Juan GabrielVásquez) που δεν διστάζει να σκαλίσει τις πληγές του παρελθόντος (ακόμα και του πολύ πρόσφατου) και τις συνέπειές τους στο ατομικό παρόν και στη σύγχρονη κοινωνία.
Ο νεαρός, ανώνυμος αφηγητής του μυθιστορήματος ζει τα τελευταία χρόνια στη Γερμανία, χωρίς όμως να έχει μια σταθερή κατοικία, φιλοξενούμενος από διάφορους φίλους και γνωστούς. Όταν μαθαίνει ότι ο πατέρας του βρίσκεται σε κρίσιμη κατάσταση στο νοσοκομείο, αποφασίζει να επιστρέψει στην Αργεντινή για να μπορέσει να τον αποχαιρετίσει. Κάποια στιγμή βρίσκει στο γραφείο του πατέρα του έναν φάκελο γεμάτο με πληροφορίες, ρεπορτάζ και φωτογραφίες που αφορούν την πρόσφατη εξαφάνιση και τη δολοφονία ενός άγνωστου σε αυτόν άντρα. Καθώς ξεφυλλίζει αυτό τον φάκελο, θα οδηγηθεί πίσω στο παρελθόν, σε μία άλλη εξαφάνιση εν μέσω δικτατορίας και θα ανακαλύψει την “κρυφή” ιστορία των γονιών του, την αντίστασή τους στο στρατιωτικό καθεστώς και το κόστος –ατομικό και οικογενειακό– των αποφάσεών τους.
Ο αφηγητής της ιστορίας, με πολλά κενά μνήμης και επιβαρυμένος με βαριά φαρμακευτική αγωγή, γυρίζει σε μια πατρίδα και ένα σπίτι που του φαίνονται πλέον ανοίκεια. Ακόμα και η επαφή με τα μέλη της οικογένειάς του φανερώνει μια ψυχική απομάκρυνση από τους οικογενειακούς δεσμούς. Ο φάκελος που βρίσκει στο γραφείο του πατέρα του γίνεται η αφορμή για να σκαλίσει το παρελθόν της χώρας του, αλλά κυρίως της οικογένειάς του. Σύντομα η απλή ανάγνωση του φακέλου και η έντονη περιέργειά του σχετικά με τον λόγο που ο δημοσιογράφος πατέρας του ασχολήθηκε τόσο πολύ με την εξαφάνιση ενός φαινομενικά άγνωστου άντρα μετατρέπεται σε μια αγωνιώδη προσπάθεια αναδόμησης της νεανικής ηλικίας των γονιών του και μια δυσβάσταχτη περιπλάνηση στην πρόσφατη σκοτεινή ιστορία της πατρίδας του.
Με τα σύντομα κεφάλαια (ορισμένα μπορεί να έχουν έκταση μιας παραγράφου μόνο) στα οποία εναλλάσσεται η αφήγηση με αναμνήσεις, σκέψεις ή άρθρα εφημερίδων δημιουργείται μια έντονη αίσθηση αποσπασματικότητας, όμοια με αυτήν που χαρακτηρίζει την ίδια τη ζωή του ανέστιου, με κενά μνήμης και συναισθημάτων αφηγητή. Και είναι ακριβώς αυτή η αίσθηση της αποσπασματικότητας που κάνει αυτό το μυθιστόρημα ακόμα πιο σκληρό και συγκινητικό: οι συνέπειες της ιστορίας αφήνουν πληγές που δεν επουλώνονται· πιθανόν να καλύπτονται προσωρινά, να δείχνουν έτοιμες να κλείσουν, αλλά μια προσεκτική ματιά δείχνει ότι ακόμα αιμορραγούν, ότι ακόμα επηρεάζουν τη σύγχρονη ζωή.