«Έμεινα και τον κοιτούσα, ύστερα στράφηκα στην αλεπού, μακάρια πάνω στο χιόνι. Σήκωσα το όπλο και τη σημάδεψα, το χέρι ήταν τώρα σταθερό. Είχα δυο φυσίγγια στην παλάμη κι ένα ακόμα στην τσέπη. Τα άδειασα στο κεφάλι της, το ένα μετά το άλλο» ( σελ. 33, «Η λιακάδα»)
O Γιάννης Παλαβός (γεν. 1980) κερδίζει ήδη την προσοχή με την τρίτη συλλογή διηγημάτων του «Το παιδί», που κυκλοφόρησε τον Μάρτιο του 2019. Κι εδώ, όπως και στο «Αστείο», την προηγούμενη συλλογή διηγημάτων του, ο χώρος όπου εκτυλίσσονται τα ολιγοσέλιδα διηγήματα είναι η ευρύτερη περιοχή του Βελβεντού Κοζάνης, όπου ο συγγραφέας γεννήθηκε και μεγάλωσε. Όμως, εδώ, αντίθετα ίσως απ΄ό,τι στο «Αστείο», και παρά το εξώφυλλο με τα πιο ανοιχτόχρωμα σχέδια και τις φιγούρες του Τάκη Γιαννούσα (1923-2010), έργο του οποίου είχε χρησιμοποιηθεί επίσης για το «Αστείο», τα πράγματα μοιάζουν να είναι πιο «σοβαρά». Σε πολλά διηγήματα υπάρχει ένας φόνος – ανθρώπου ή ζώου. Κι είναι τόσο πιο συγκλονιστικός όσο πιο οδυνηρός ή και αναπάντεχος ήταν, ιδίως όταν συμβαίνει στον παρόντα χρόνο του διηγήματος, όπως στον «Σταυρό», «Στη λιακάδα», στον «Ζήνο», στην «Πένσα». Όμως ο θάνατος είναι παρών και σε άλλα διηγήματα: από ατύχημα στο «Ελάφι» και στα «Μάτια», όπου όμως το κύριο θέμα είναι, γι άλλη μια φορά ένας φόνος σε παρελθόντα χρόνο, όπως και στο «Δέντρο», στη «Βάγια». Ή επικείμενος, όπως στον «Γιάννη». Τι μένει; Από τα δώδεκα διηγήματα της συλλογής, ο «Μεγάλος», «Η γέφυρα» είναι πιο ανώδυνα με αυτή την έννοια, ενώ το ομώνυμα διήγημα, «Το παιδί», είναι το πιο τρυφερό.
Οι σύντομες, πλήρεις νοημάτων και εικόνων, φράσεις, φαίνεται να είναι το χαρακτηριστικό της γραφής του Γιάννη Παλαβού, που κάνει κι άλλα πράγματα εκτός από το να γράφει δικά του βιβλία. Μαζί με τον Τάσο Ζαφειριάδη έγραψε το σενάριο των κόμικς «Γρα Γρου» (Ίκαρος 2017), που εικονογράφησε ο Θανάσης Πέτρου, όπως είχε γίνει και με «Το πτώμα» (Jemma Press, 2011). Ο Παλαβός μεταφράζει επίσης αγαπημένους του αγγλόφωνους συγγραφείς, με πιο πρόσφατο τον Αμερικανό Wallace Stegner («Το τραγούδι της σάλπιγγας» και άλλα διηγήματα, εκδόσεις Gutenburg – Γιώργος και Κώστας Δαρδανός).
Αλλά η ματιά του νεαρού συγγραφέα πέφτει επίσης στους παράταιρους του κόσμου ετούτου, όπως ο «σαλεμένος» Γιάννης – με ένα απόσπασμα του ομώνυμου διηγήματος θα κλείσουμε αυτό το σημείωμα, όπως είχαμε κάνει παρουσιάζοντας την προηγούμενη συλλογή του Γ. Παλαβού: «Ήταν λατέρνα ζωντανή, αλλά δεν ήταν ξένο σώμα. Δεν ήταν περίγελος. Ο Γιάννης ήταν ο αφηγητής, εστία με φωτιά, ο κόσμος ζέσταινε τα χέρια του. Έτσι και κάποιος τον κορόιδευε, οι υπόλοιποι έμπαιναν στη μέση. Ήταν σαν πείραγμα απαραίτητος κι αν έλειπε, άλλοι έπιαναν τους άθλους του, μιμούνταν τη φωνή του» (σελ.38).