Εικονογράφηση: Mάρια Μπαχά

Γνωρίζαμε τον Κάρολο Ντίκενς από τα κλασικά του μυθιστορήματα, Όλιβερ Τουίστ, Δαβίδ  Κόπερφιλντ, Μεγάλες προσδοκίες. Στο σχετικά άγνωστο Μυθιστόρημα των διακοπών  ο Ντίκενς μοιάζει να κάνει ένα διάλειμμα από τις μεγάλες συνθέσεις και τις «επικές» περιπέτειες για να παίξει ένα λογοτεχνικό παιχνίδι ανατρεπτικό, γεμάτο χιούμορ, δροσιά αλλά και βαθιά γνώση της παιδικής ψυχής. Με αυτό το έργο του ο Ντίκενς κάνει τους σύγχρονους παραμυθάδες, που ακολουθούν την παράδοση του Ροντάρι, με τα λεκτικά παιχνίδια, τη σουρεαλιστική διάθεση και το ναΐφ ύφος, να μοιάζουν ήδη παρωχημένοι μπροστά στη φρεσκάδα και την τόλμη ενός τέτοιου έργου του 19ου αιώνα.

Τέσσερα παιδιά, από 6,5 ως 9 ετών, γράφουν από ένα «μυθιστόρημα» με σκοπό να αφηγηθούν την πραγματικότητα μέσα από τη δική τους ματιά και να δείξουν στους μεγάλους πώς θα έπρεπε να είναι τα πράγματα. Ο Γουίλιαμ είναι στρατιώτης σε ένα πειρατικό καράβι που ψάχνει διακαώς δικαίωση στο στρατοδικείο της γειτονιάς για να μη του μείνει η ρετσινιά του δειλού, μετά την αποτυχημένη προσπάθεια επίθεσης εναντίον της κυρίας Ντρόουβι. Η Άλις είναι η πανέμορφη πριγκίπισσα Αλίσια, ευνοούμενη της νεράιδας Γκρανμαρίνα, που λύνει στο άψε σβήσε τα οικονομικά προβλήματα της πολύτεκνης και φτωχής βασιλικής οικογένειάς της. Παίρνει το αίμα της πίσω από τους μεγάλους καθώς δεν τους αφήνει να τη διακόπτουν και, κυρίως, κάνει τα πράγματα να συμβούν έτσι, χωρίς λόγο. Η τυραννία της εύλογης αιτίας και της λογικής εξήγησης των πραγμάτων αίρεται στο βασίλειο της πανέμορφης πριγκίπισσας. Ο Ρόμπιν πάλι ως πειρατής Γενναιόκαρδος, παίρνει τρανή εκδίκηση από τον καθηγητή των Λατινικών που τόλμησε να τον προσβάλει. Ο Γενναιόκαρδος όμως του χαρίζει τη ζωή και τον αφήνει να πλέει στα πέλαγα σε μια βαρκούλα παρέα με ένα μπουκάλι ρούμι και το βιβλίο των Λατινικών. «Κι ας ψάξει να βρει κανέναν ιθαγενή για να προσβάλει». Πώς κατάφερε τώρα ο αξιοθρήνητος φιλόλογος να έρθει σε διαβουλεύσεις με τους γονείς του Γενναιόκαρδου μεσοπέλαγα, αυτό μόνο οι μεγάλοι μπορούν να το εξηγήσουν. Και τέλος η Νέτι σκαρώνει έναν κόσμο όπου οι μεγάλοι πηγαίνουν στο σχολείο και μικροί τους εκπαιδεύουν. Οι μαθητές όμως διακρίνονται από μια παντελή έλλειψη φαντασίας στα παιχνίδια τους, όλο τη Βουλή παίζουν ενώ αδυνατούν να χαλαρώσουν και να χαμογελάσουν. Ώσπου τελικά τα παιδιά αποφασίζουν να τους κόψουν και τις διακοπές και να τους κρατάνε εσώκλειστους όλο τον χρόνο.

Πέρα από τις σπαρταριστές ανατροπές στη μυθοπλασία, ο Ντίκενς κάνει μια ακόμη σημαντική ανατροπή στον τρόπο γραφής. Ενώ το περιεχόμενο και η ματιά της αφήγησης είναι παιδική, η γλώσσα, το ύφος και η σύνταξη είναι ενήλικης γραφής. Ο αφηγητής είναι σα να μπαινοβγαίνει ανάμεσα στον κόσμο του παιδιού και του ενήλικα. Το χιούμορ προέρχεται από αυτήν ακριβώς τη διπλή ματιά. Χαρακτηριστική είναι η σκηνή μετά το αίσιο πέρας της κρίσιμης δίκης για την τιμή του Γουίλιαμ:

«…ένα απρόσμενο γεγονός τάραξε τους γενικούς πανηγυρισμούς: η άφιξη της θείας του Αυτοκράτορα της Γαλλίας που τον άρπαξε από τα μαλλιά. Η δίκη τελείωσε απότομα και το δικαστήριο διαλύθηκε μέσα σε μεγάλη αναταραχή».

Και στη συνέχεια μια ρεαλιστική περιγραφή του τρομερού, κατά τα άλλα, πειρατή Ρόμπιν:

«Ο ανθυποπλοίαρχος έτριξε τα δόντια του – του έλειπαν τέσσερα μπροστινά και ένα κομματάκι από ένα άλλο, και δυο φορές τον είχαν σύρει μέχρι τον απαίσιο οδοντίατρο, αλλά είχε καταφέρει να τους ξεφύγει.»

«Απόδοση» και όχι «μετάφραση» έκανε η έμπειρη Αργυρώ Πιπίνη, όπως γράφει στο εξώφυλλο του βιβλίου. Φαίνεται ότι δούλεψε με κέφι και δημιουργικότητα. Το κείμενο ρέει αβίαστα, με ρυθμό, παρά τον μακροπερίοδο και κατά τόπους δύσκολο λόγο.

Οι τέσσερις ολοσέλιδες ζωγραφιές και τα κοσμήματα της Μάριας Μπαχά δημιουργούν ατμόσφαιρα, χωρίς να αφηγούνται. Η έκδοση, στο σύνολό της, είναι κόσμημα για τη βιβλιοθήκη.

Ο Κάρολος Ντίκενς, ένας από τους μεγαλύτερους βρετανούς συγγραφείς, γεννήθηκε στο Πόρτσμουθ το 1812. Αναγκάστηκε να δουλέψει από την παιδική του ηλικία, έγραψε όμως το πρώτο του βιβλίο σε ηλικία 24 ετών. Ο Όλιβερ Τουίστ (1838) ήταν που τον έκανε γνωστό στο ευρύ κοινό. Πέθανε στο Λονδίνο το 1870 έχοντας χαρίσει στην ανθρωπότητα κλασικά έργα παιδικής και ενήλικης λογοτεχνίας.