Το ασύνδετο σχήμα, ποιητική αφηγηματικότητα, εσωστρεφής αυτό-ψυχαναλυτικότητα, σε όλο τους το μεγαλείο. Όλα σε υπερθετικό βαθμό, εκτός από τον σουρεαλισμό, που είναι συγκρατημένος, ανενόχλητος από τη ζέουσα πραγματικότητα στα χρόνια της Κρίσης, η περιρρέουσα ατμόσφαιρα μόνον ως αντανάκλαση στον ομιχλώδη καθρέφτη της συνείδησης. Λογοτεχνικότητα «επιμελημένα ατημέλητη», ο καταιγιστικός κυνισμός εναλλάσσεται με τον αποστασιοποιημένο ρομαντισμό (στο ποίημα «Κούφιο δέντρο», σελ. 33). Νοσταλγία εφηβικού ρομαντισμού (στο ποίημα «Κραυγές και Στόματα», σελ. 34). Ιερόσυλα και βέβηλα οράματα, ως καθυστερημένη εφηβική επανάσταση με τον διαρκή φόβο της αλλοτρίωσης της ομιλούσας φωνής υπό την απειλή της κοινωνικοποίησης. Μονολογική δραματικότητα. Το ποιητικό «εγώ» ως αχανής σκηνή του κόσμου, όπου πάνω της όμως δεν εκτυλίσσεται κάποιο Θείον Δράμα. Οξύμωρα κι αντιθέσεις. Λόγος κοφτός, λέξεις αιχμηρές, σκοπός η πρόκληση αισθητικών ηλεκτροσόκ. Ο θεατής-αναγνώστης σαν σάκος του μποξ, ενώ ο απογαλακτισμός από το μητρικό πρότυπο είναι το διαρκές ζητούμενο. Πρωτότυπη, τολμηρή παρομοίωση στο ποίημα «Ροκ Ώρες»: …Ο ουρανός γκρίζος / Φθαρμένη φάλαινα / Θα μας ρίχνει τα λέπια του (σελ. 52). Η ωριμότητα κατακτάται επί τέλους. Δραματικότητα λόγου κι επαπειλουμένων πράξεων. Στίχοι σαν αστραπές-βεγγαλικά-διαφημιστικά σλόγκαν, όπως αυτός από το ποίημα «Το θήραμα» (της σελ. 58): …Με βλέπεις, είσαι μακριά, είναι σκοτάδι, με βλέπεις με την όραση που έχουν τα ζώα της νύχτας όταν οσμίζονται το θήραμα. Πολύ καλό, οφείλω να πω. Στον δρόμο που χάραξε η Κική Δημουλά, με την εκλαϊκευμένη στοχαστική κι ομφαλοσκοπουμένη ποίηση. Όμως το ποίημα «Το μανιφέστο του Π» (σελ. 59) τελειώνει με μια πραγματικά απροσδόκητη, ανάστροφη κίνηση, από κάτω προς τα πάνω, από το ακινητούν προς το κινούμενο.
Εν κατακλείδι και γενικώς ομιλώντας, η επιχειρηματίας και δημοσιογραφούσα Ζιζή Σφυρή γράφει σαν να επιχειρεί και βολιδοσκοπεί σαν να δημοσιογραφεί χρησιμοποιώντας τη μαιευτική μέθοδο του Σωκράτη προς το βαθύ της υποσυνείδητο.