Όταν τελειώσει το έργο σου αποτραβήξου, αυτό είναι το έργο του ουρανού

Λάο Τσε

Ο Ονορέ ντε Μπαλζάκ γεννήθηκε το 1799 στην πόλη Τουρ της Γαλλίας. Σπούδασε νομικά ύστερα από παρότρυνση της οικογένειάς του και φιλοσοφία, σπουδές που γρήγορα εγκατέλειψε για να ασχοληθεί με τη λογοτεχνία. Υπήρξε ο δημιουργός ενός κορυφαίου έργου, της “Ανθρώπινης κωμωδίας”, που αποτελείται από 100 και πλέον ιστορίες. Ένα έργο ζωής που μετά το θάνατό του δημοσιεύτηκε σε 24 τόμους και μέσα στο οποίο είχε πλάσει πάνω από 2.000 χαρακτήρες. Μερικά σημαντικά έργα του Μπαλζάκ είναι η “Ευγενία Γκραντέ”, “Ο Μπαρμπα- Γκοριό”, “Χαμένα όνειρα” κ.ά. Πέθανε το 1850, σε ηλικία 51 ετών, στο Παρίσι.

Στο έργο του αυτό ο Μπαλζάκ καταπιάνεται με δυο θρύλους: το πρόσωπο του περιβόητου δον Ζουάν και το ελιξίριο της μακροζωίας (ή καλύτερα της ανάστασης). Ο δον Ζουάν Μπελβιντέρο είναι ένας νέος, καταγόμενος από εύπορη οικογένεια, που σπαταλά το χρόνο του σε γυναίκες, ξενύχτια και κάθε είδους κραιπάλη. Όταν ένα βράδυ ο πατέρας του βρίσκεται λίγο πριν το θάνατο, του ζητάει να τον αλείψει με το υγρό ενός φιαλιδίου αμέσως μόλις πεθάνει. Όταν συμβαίνει το αναπόφευκτο, ο δον Ζουάν ρίχνει λίγο υγρό στο μάτι του πατέρα του και τότε εκείνο αντιδρά και αναγεννάται σαν να ήταν το μάτι ενός μικρού αγοριού. Ο δον Ζουάν αναστατώνεται και κρύβει το φιαλίδιο.

Όλη του τη ζωή ο Μπελβιντέρο θα την ξοδέψει στο να ειρωνεύεται και να σαρκάζει τους νόμους, τους θεσμούς, τα ήθη, τη θρησκεία, ενώ οι περιπέτειές του με διάφορες γυναίκες διαδέχονται η μία την άλλη. Καιρό αργότερα, όταν κάνει και ο ίδιος οικογένεια, εξακολουθεί να αποτελεί μια πατρική φιγούρα που πονά και στεναχωρεί τη γυναίκα και τον γιο του. Όμως, όταν βρεθεί και εκείνος στο νεκροκρέβατο θα ζητήσει από τον γιο του να κάνει το ίδιο πράγμα, το οποίο του είχε ζητήσει παλιότερα και ο δικός του πατέρας…

Το έργο του Μπαλζάκ είναι μια εξαιρετική νουβέλα, ένα ιδιαίτερο φιλοσοφικό παραμύθι, για την ανθρώπινη αλαζονεία. Θυμίζει σε αρκετά σημεία το «Ντόριαν Γκρέι» του Όσκαρ Ουάιλντ (μολονότι μεταγενέστερο το έργο του Ουάιλντ), διαθέτοντας ακόμα και εκείνα τα αποτρόπαια και σκοτεινά σημεία, τα οποία όμως το καθιστούν και ξεχωριστό έργο. Η αφήγηση γίνεται σε τρίτο πρόσωπο, ενώ οι διάλογοι σχεδόν εκλείπουν από το κείμενο. Εδώ αποδεικνύεται για ακόμα μια φορά το ταλέντο του Μπαλζάκ να διεισδύει στην ανθρώπινη ιδιοσυγκρασία και να «στήνει» ιστορίες, στις οποίες οι χαρακτήρες μοιάζουν τόσο καθημερινοί.

Ένα εξαιρετικό έργο από έναν ιδιαίτερο συγγραφέα, καθώς και η πολύ καλή μετάφραση της Έφης Κορομηλά, εναποθέτουν στα χέρια μας ένα βιβλίο ξεχωριστής σημασίας.