Κλασικό αυτό το βιβλίο του 1964, είναι το «πιο χριστουγεννιάτικο» παραμύθι που μπορεί κανείς να αγοράσει σε μικρούς και μεγάλους, χωρίς να είναι καθόλου χριστουγεννιάτικο. Δεν υπάρχει Άγιος Βασίλης, αστέρια, φάτνες και στολισμένα δέντρα. Ούτε καν χρώμα δεν υπάρχει. Μια ιστορία σε άσπρο-μαύρο, ολιγόλογη, σαν χάι-κου. Μάλλον μελαγχολική. Μια ιστορία που δείχνει γυμνά, με σκληρό φωτισμό, τη χαρά του να δίνεις. Αλλά και τον πόνο. Εδώ είναι η πρωτοτυπία της σύλληψης και η μαεστρία του συγγραφέα-εικονογράφου. Όλοι έχουμε διαβάσει ιστορίες για τη χαρά του να δίνεις. Η Πολυάννα είναι υπεύθυνη για το ομώνυμο σύνδρομο χαρωπής αλληλεγγύης. Αλλά εδώ πρόκειται για κάτι άλλο. Για τη γενναία παραδοχή ότι το δόσιμο και πόνο έχει, και μοναξιά και ρίσκο. Το ρίσκο του να μη βρει ποτέ ανταπόδοση. Και αυτό ακριβώς είναι το αληθινό δόσιμο. Αυτό που δεν ζητάει ανταμοιβή. Γιατί κακά τα ψέματα. Όλοι έχουμε μια κρυφή υστεροβουλία πίσω από τις αγαθές πράξεις μας. Ακόμη και οι πιο καλοί Χριστιανοί. Για μια θέση στον Παράδεισο. Για… Τελικός σύνδεσμος. Του σκοπού. Τι λέμε στα παιδιά μας; «Να είσαι καλό παιδί για να …». Με πιο εκλεπτυσμένους τρόπους, βέβαια, αλλά το νόημα δεν αλλάζει πολύ. Ποιος λέει στο παιδί, το μαθητή ή τον εαυτό του «δίνε, δίνε, δίνε, έτσι για να δίνεις»; Σαν σήμα υποχρεωτικής πορείας προς την οικονομική καταστροφή μοιάζει αυτή η συμβουλή.

Επαναστατικό όσο και διαχρονικό λοιπόν το μήνυμα αυτού του βιβλίου, δίνεται μέσα από τη σχέση των δύο ηρώων: μιας μηλιάς (αρχέγονο σύμβολο, πηγή γνώσης, πλούτου, γονιμότητας, ομορφιάς, αμαρτίας) κι ενός αγοριού. Η μηλιά αγαπά το αγόρι και του δίνει απλόχερα όλα τα αγαθά που μπορεί να διαθέσει: κρυψώνα, κλαδιά για στεφάνι, κλαδιά για να φτιάξει σπίτι, ξύλο για να φτιάξει βάρκα και χίλια δυο άλλα. Καθώς το παιδί μεγαλώνει, οι ανάγκες του αλλάζουν. Πρώτα το παιχνίδι, μετά η ανάγκη επιβίωσης, απόκτησης πλούτου, ανέσεων, δραπέτευσης από τη λύπη: η μηλιά για όλα έχει κάτι να δώσει. Το αγόρι μεγαλώνει, γίνεται νεαρός, άντρας, μεσήλικας, ηλικιωμένος. Αλλά για τη μηλιά είναι πάντα «το αγόρι». Ούτε ένα ευχαριστώ δεν θα λάβει ως ανταμοιβή από το φίλο της. Ωστόσο, θα θυσιάσει ως και τον κορμό της για να δώσει στο αγόρι την ευκαιρία να φύγει. Λυπάται βαθιά για την αναχώρηση του φίλου της. Λυπάται, ίσως, και για τον ακρωτηριασμό της. Τι απομένει πια; Κι όμως. Το αγόρι θα επιστρέψει και η μηλιά θα έχει κάτι ακόμη, πολύτιμο, να του δώσει.

Ένα παραμύθι, μια παραβολή, ένας σύγχρονος μύθος που αποτυπώνει αρχέγονες και αρχετυπικές σχέσεις (ανάμεσα σε ανθρώπους, σε ανθρώπους και θεούς και σε ανθρώπους και φύση). Κοιτώντας μέσα μας, θα διαπιστώσουμε ότι εναλλάσσουμε τους ρόλους του δέντρου και του αγοριού. Γι΄ αυτό άλλωστε το αγόρι δεν έχει νόημα. Είναι το κάθε αγόρι, ο κάθε άνθρωπος.

Ο Σελ Σίλβερστάιν (1930-1999) υπήρξε ποιητής, μουσικός, στιχουργός, συνθέτης, σεναριογράφος, δημιουργός κόμικς και συγγραφέας παιδικών βιβλίων. Γνωστός ως «Θείος Σέλμπυ», ήταν ένας από τους πιο δημοφιλείς συγγραφείς παιδικών βιβλίων στις ΗΠΑ.