Όταν δεν μπορείς να εμπιστευτείς κανέναν…
Ένα δυνατό ψυχολογικό θρίλερ, από δύο γυναίκες συγγραφείς που γράφουν μαζί με το συγγραφικό τους ψευδώνυμο να αποτελεί φόρο τιμής στην εκλιπούσα φίλη τους, για το τι σημαίνει εμπιστοσύνη: στον άνθρωπο που αγαπάμε, στα ζώα που μεγαλώνουμε μέσα στο σπίτι της μας συνήθως σαν παιδιά μας, ακόμα και στο ίδιο μας το μυαλό… Το «Χέρι που σε τρέφει» είναι καλογραμμένο, με σασπένς και ανατροπές, αλλά και με μηνύματα που σε κάνουν να αναρωτιέσαι γιατί κάποιοι άνθρωποι, συνήθως οι καλύτεροι ή μερικές φορές ιδιαίτερα έξυπνοι, πέφτουν τόσο εύκολα θύματα διεστραμμένων προσωπικοτήτων και παγιδεύονται σε σκοτεινές καταστάσεις που μπορεί να τους στοιχίσουν ακόμα και τη ζωή τους…
Η ηρωίδα είναι μία ψυχολόγος που εργάζεται πάνω στο διδακτορικό της με θέμα τη θυματοποίηση, ως μια ψυχολογική κατάσταση ιδιαίτερα των γυναικών οι οποίες εμπλέκονται σχέσεις με άντρες κρυφά ψυχοπαθείς, που τις ελέγχουν συναισθηματικά. Είναι μια γυναίκα με ευγενική καρδιά και φιλοξενεί στο σπίτι της προσωρινά δύο πιτ μπουλ από ένα καταφύγιο ζώων μέχρι κάποιος να τα υιοθετήσει, μαζί με το δικό της σκύλο. Είναι αρραβωνιασμένη με έναν άντρα που γνώρισε διαδικτυακά κάνοντας έρευνα για το διδακτορικό της, και είναι ή μοιάζει να είναι, ο ιδανικός σύντροφος – κι ας υπάρχουν μερικά περίεργα στοιχεία στη συμπεριφορά του.
Επιστρέφοντας σπίτι της μια μέρα, τον βρίσκει νεκρό, διαμελισμένο, και τα δικά της σκυλιά μέσα στα αίματα. Τον σκότωσαν πράγματι, αν και ποτέ δεν έδειξαν δείγμα επιθετικής συμπεριφοράς; Τα σκυλιά μεταφέρονται σε ένα άσυλο και εκείνη, αρχικά σε κατάσταση σοκ, με τη βοήθεια του αδερφού της που της συμπαραστέκεται και μιας ψυχολόγου κατορθώνει να σταθεί στα πόδια της και αρχίζει να ψάχνει τους γονείς του άντρα (που δεν έχει γνωρίσει ποτέ) για να τους ενημερώσει για το θάνατό του. Κι εκεί αρχίζουν οι εκπλήξεις, αφού οτιδήποτε της είχε πει για το παρελθόν του και την οικογένειά του, αποδεικνύονται ψέματα…. Παράλληλα, αγωνίζεται να σώσει τα σκυλιά της από την ευθανασία, αφού δεν μπορεί να πιστέψει ότι είναι «δολοφόνοι», με τη βοήθεια ενός δικηγόρου που αναλαμβάνει τέτοιες υποθέσεις ζώων και προσπαθεί να αποδείξει την αθωότητά τους στο δικαστήριο. Και σαν να μην έφταναν όλα αυτά, γυναίκες από το παρελθόν του συντρόφου της, αρχίζουν να δολοφονούνται…
Πέρα από το ενδιαφέρον θέμα της εθελούσιας θυματοποίησης των γυναικών σε καταστροφικές σχέσεις που αφορά ένα μεγάλο μέρος του γυναικείου πληθυσμού, το βιβλίο βασίζεται στο σασπένς σε τρία επίπεδα: ποιος ήταν τελικά ο άντρας με τον οποίο είχε σχέση η ηρωίδα, ποιος είναι ο δολοφόνος των γυναικών και τι θα απογίνουν τα σκυλιά που κατηγορούνται για το φόνο. Η γραφή επιτυγχάνει να ισορροπήσει καλά ανάμεσα στο συναίσθημα (η αγάπη της ηρωίδας για τον άντρα, για τα σκυλιά της αλλά και για όλους όσους βρίσκονται σε ανάγκη) και στο ένστικτο της επιβίωσης (σε ποιο σημείο η αγάπη και το συναίσθημα γίνονται επικίνδυνα για την ασφάλειά μας): αυτή η εύθραυστη ισορροπία είναι το πεδίο σύγκρουσης στη ζωή της ηρωίδας, αλλά και πολλών γυναικών. Το βιβλίο επίσης ισορροπεί σωστά και στο θέμα των σχέσεων αντρών και γυναικών, δεν βάζει τους άντρες εν γένει στο στόχαστρο, ούτε παρουσιάζει όλες τις γυναίκες ως θύματα, κι αυτό είναι μεγάλο υπέρ. Σίγουρα η οπτική είναι αυτό που θα λέγαμε φεμινιστική, κυρίως εντάσσεται στο κίνημα του «woman power» που ανθεί στις ΗΠΑ, αλλά ταυτόχρονα παραμένει ένα δυνατό θρίλερ με αστυνομικά στοιχεία, που κρατά το ενδιαφέρον του αναγνώστη έως το συγκινητικό τέλος.