Ο γεννημένος και μεγαλωμένος στη Σιβηρία Αντρέι Μακίν μετανάστευσε στη Γαλλία το 1987 και, πολιτογραφημένος Γάλλος πλέον, γράφει απευθείας στη γαλλική γλώσσα, ενώ το 2016 εκλέχθηκε μέλος της Γαλλικής Ακαδημίας. Το μυθιστόρημά του «Η κληρονομιά» του χάρισε το 1995 τα βραβεία Goncourt και Médicis. «Το Αρχιπέλαγος μιας άλλης ζωής» είναι το πιο πρόσφατο βιβλίο του.

Σοβιετική Ένωση, 1963. Ο δεκατετράχρονος αφηγητής βρίσκεται στη μικρή πόλη Τουγκούρ της Σιβηρίας για να εκπαιδευτεί στη γεωδαισία. Κάποια στιγμή, καθώς βρίσκεται στο μικρό αεροδρόμιο που ενώνει αυτή την άκρη της Σιβηρίας με τον υπόλοιπο κόσμο, παρατηρεί έναν παράξενο άνδρα που εξαφανίζεται μέσα στην τάιγκα. Αποφασίζει να τον ακολουθήσει και, όταν έχει πλέον απομακρυνθεί αρκετά από την πόλη, αιφνιδιασμένος ανακαλύπτει ότι ο άντρας γνώριζε από την αρχή ότι τον ακολουθούσε. Μαζί πλέον, μέσα στο πυκνό δάσος, θα κάτσουν γύρω από τη φωτιά και θα γυρίσουν πίσω στο παρελθόν, στο 1952, όταν αυτός ο άντρας, ο Πάβελ, βρέθηκε στο ίδιο μέρος για να συμμετάσχει σε μια άσκηση ετοιμότητας για ενδεχόμενη πυρηνική επίθεση από τους Αμερικανούς. Η εκπαίδευσή του, σκληρή και απάνθρωπη, διακόπτεται όταν ο Πάβελ εντάσσεται σε μια ομάδα που αναλαμβάνει μια ειδική αποστολή: την καταδίωξη και σύλληψη ενός κατάδικου από κάποιο κοντινό στρατόπεδο συγκέντρωσης. Ο δραπέτης, όμως, αποδεικνύεται έξυπνος, γνώστης της τάιγκα και των ιδιαιτεροτήτων της και κατορθώνει να τους ξεφεύγει συνεχώς, Όταν, μάλιστα, η ομάδα αντιλαμβάνεται την πραγματική ταυτότητα του δραπέτη, οι κινήσεις τους γίνονται ακόμα πιο βιαστικές και απρόσεχτες, με αποτέλεσμα ένας ένας να τραυματίζονται και να επιστρέφουν στο στρατόπεδο. Έτσι, ο Πάβελ μένει μόνος του να ολοκληρώσει την καταδίωξη, αλλά αυτό που θα του συμβεί θα του αλλάξει ολόκληρη τη ζωή.

Το μεγαλύτερο μέρος του μυθιστορήματος αποτελείται από την αφήγηση του Πάβελ, μια συγκλονιστική ιστορία ατομικής ωρίμανσης – δεν μπορούμε να πούμε ενηλικίωσης, αφού ο Πάβελ είναι ήδη 27 ετών όταν βιώνει αυτή την απρόσμενη περιπέτεια. Απογοητευμένος από τη γυναίκα που νόμιζε ότι αγαπούσε και σε μια δύσκολη στιγμή της ακαδημαϊκής του πορείας, και αντιμέτωπος με το σκληρό πρόσωπο της στρατιωτικής εκπαίδευσης της σταλινικής περιόδου, βρίσκεται σε μια απρόσμενη κατάσταση: μέλος μιας ομάδας αντρών που καλούνται να πιάσουν τον επικίνδυνο δραπέτη ζωντανό. Γνωρίζει πολύ καλά ότι ο μόνος λόγος που βρίσκεται σε αυτή την ομάδα είναι επειδή χρειάζεται κάποιος αποδιοπομπαίος τράγος για την ενδεχόμενη αποτυχία της αποστολής. Παρόλα αυτά στην αρχή προσπαθεί με όλες του τις δυνάμεις να αντεπεξέλθει στις απαιτήσεις των ανωτέρων του. Ώσπου αρχίζει να μπαίνει στη θέση του δραπέτη, να συναισθάνεται την ανάγκη του για ελευθερία και όταν καταλήγει να μείνει ο μόνος που τον καταδιώκει, από διώκτης μετατρέπεται σε συνοδοιπόρο, ανοίγει τα μάτια του και αντικρύζει το μεγαλείο που κρύβεται πέρα από την άκρη του κόσμου, στο τέρμα της Σιβηρίας, στο αρχιπέλαγος Σαντάρ.

Η συνάντηση του έφηβου αφηγητή με τον Πάβελ, η εξιστόρηση αυτής της απίστευτης ιστορίας, αλλάζει το νεαρό αγόρι, του δίνει πρόσβαση σε έναν άλλο κόσμο, μυστικό, απόμερο και αληθινό. Είναι αυτή η ιστορία που τον οδηγεί στην πρώτη παράγραφο του μυθιστορήματος να ξεκαθαρίσει στον αναγνώστη ότι «εκείνη τη στιγμή της εφηβείας του το ρήμα “ζω” άλλαξε έννοια. Τώρα πια σήμαινε τη μοίρα όσων είχαν κατορθώσει να φτάσουν ως τη θάλασσα των νήσων Σαντάρ. Για όλες τις άλλες εκφάνσεις ύπαρξης σε τούτον τον κόσμο το ρήμα “υπάρχω” θα μου ήταν πλέον αρκετό» (σελ. 9).

«Το αρχιπέλαγος μιας άλλης ζωής» –πολύ καλά μεταφρασμένο από τον Γιάννη Στρίγκο– διαβάζεται απνευστί, χάρη στον γρήγορο ρυθμό του και στις συνεχείς ανατροπές, όχι μόνο της αναζήτησης, αλλά και των προσδοκιών που έχει δημιουργήσει στον αναγνώστη.