Γυναίκα, 44 ετών, μητέρα δύο (δίδυμων) παιδιών που σπουδάζουν στη Θεσσαλονίκη, όπου ζει πλέον και ο πατέρας τους∙ πανεπιστημιακός. Έχει σημαδευτεί από τον θάνατο της παιδικής της φίλης (;) σε ηλικία 15 ετών, από πέτρα που μάλλον προοριζόταν για κείνη. Είναι η Τίνα (TINA – There Is No Alternative, δεν υπάρχει εναλλακτική, ή, απλώς, το υποκοριστικό κάποιου ελληνικού ονόματος). Το σημαντικότερο αντικείμενο στη ζωή της αυτή την περίοδο είναι ο φορητός υπολογιστής της όπου περνάει τις τελευταίες διορθώσεις για το βιβλίο της, που έχει θέμα τον κινηματογράφο των Βαλκανίων.

Είναι το μοναδικό πράγμα το οποίο την απασχολεί, γιατί έχει αποφασίσει να αυτοκτονήσει. Παρακολουθούμε τη διαδρομή της σε 14 «χρόνους», όπως επιγράφονται τα κεφάλαια, σε διάστημα μερικών εβδομάδων, περίπου από τον Νοέμβριο του 2017 έως την Πρωτοχρονιά του 2018: από ένα ταξίδι στη Σουηδία για ένα συνέδριο, μέχρι την Αθήνα και μια διάρρηξη στο διαμέρισμά της, μια βόλτα με τη φίλη της την Ξένια και τη δεκάχρονη κόρη της στο Τατόι, την ερωτική συνεύρεση με έναν φίλο της, την επίσκεψη στους γονείς της και ένα πρωτοχρονιάτικο πάρτι.

«”Λοιπόν, ας πούμε πως είμαι σ’ ένα μέρος ανοιχτό, ένα ανοιχτό πεδίο. Όπου κι αν στραφώ, βλέπω τη γραμμή του ορίζοντα, κι εντός αυτής της παραμέτρου ό,τι υπάρχει στρέφεται εναντίον μου∙ στην πραγματικότητα, άρα, στον χώρο υπάρχω μόνο εγώ και η αθροιστική σκανδάλη. Δεν είναι γνωστό κανένα μαγικό ξόρκι, ή μαγικός τρόπος, ή όπως θα το ’λεγες, για να το αναιρέσω αυτό. Είναι θέμα προοπτικής, και η προοπτική πηγάζει πάντα από μένα, το υποκείμενο. Δεν υπάρχουν δεισιδαιμονίες σ’ αυτό που σου περιγράφω. Υπάρχει η αντίληψη του υποκειμένου που ρωτάει: ποιος είναι ο στόχος της ευθυγράμμισης; Όταν όλα τα στοιχεία του περιβάλλοντός μου στρέφονται προς εμένα στην ιδανική τους διάταξη, τι αντιλαμβάνομαι; Η όποια σχέση ανατροπής έχει χαθεί τη στιγμή της ευθυγράμμισης. Η επαναστατική ρήξη έχει επίσης χαθεί. Δεν μένει να γίνει τίποτα. Είμαι σε αυτή τη στιγμή, σε αυτόν τον χρόνο. Πώς να το πω αλλιώς;”» (σελ. 125).

Παραθέσαμε το παραπάνω απόσπασμα για να δείξουμε ότι το μυθιστόρημα της Δημητρακάκη δεν έχει τίποτα μελό (αλλά και τίποτα προβλέψιμο). Η ηρωίδα της δεν υποφέρει από μελαγχολία ή κατάθλιψη, ούτε περνάει την «κρίση της μέσης ηλικίας» – τουλάχιστον όχι στα δικά μας μάτια, του αναγνώστη. Έχοντας πραγματοποιήσει (σχεδόν) όλες τις επιθυμίες της, φέροντας μέσα της ανεξίτηλη την απώλεια, και ζώντας σε αυτό τον κόσμο, όπως έχει διαμορφωθεί, δεν βρίσκει κανένα λόγο στην καθημερινή επανάληψη. Χρειάζεται κάτι που θα «διαταράξει» αυτή την ευθυγράμμιση και θα κάνει τα πράγματα να προχωρήσουν. Θα προέλθει από έξω ή από μέσα;

Το μυθιστόρημα της Δημητρακάκη έχει στέρεα δομή στο σύνολό του και στα επιμέρους κεφάλαια που συνθέτουν ευφυώς την «ευθυγράμμιση» της Τίνας, ενώ η παράθεση των «περιεχόμενων χρόνων» στην αρχή του βιβλίου βοηθά την ανάγνωση. Η γραφή της μοιάζει να έχει ωριμάσει όπως και η ηρωίδα της, που μας φαίνεται γνώριμη από προηγούμενα βιβλία της . Η τελευταία παρατήρηση δεν μας στέρησε καθόλου την αναγνωστική απόλαυση αυτού του βιβλίου.