”Επίθεση στην πραγματικότητα”

Το φως δεν είν’αγάπη πάντα

Νόρμαν Μέιλερ

Οι ”Θάνατοι για τις κυρίες (και άλλες καταστροφές)”, είναι το μοναδικό ποιητικό έργο του πολυγραφότατου Αμερικανού συγγραφέα Νόρμαν Μέιλερ. Και η μοναδικότητά του δεν εξαντλείται στο γεγονός ότι ήταν η πρώτη και τελευταία φορά που ο δημιουργός ασχολήθηκε με την ποίηση. Το έργο στέκει επίσης τελείως ξεχωριστό και ως προς τη μορφή του -η πληθωρικότητα της γραφής του Μέιλερ συμπυκνώνεται σε μινιμαλισμό, οι εξαντλητικές περιγραφές σε στιγμιαίες εικόνες, η πλούσια γλώσσα σε λόγο λιτό, ενώ η δύναμη του ορμητικού ποταμού του πάθους που τον χαρακτηρίζει ως συγγραφέα αλλά και ως προσωπικότητα, εδώ στενεύει και συρρικνώνεται σε φευγαλέες σταγόνες πάνω στο διψασμένο χώμα….

Γραμμένα στα μέσα της δεκαετίας του ’60, όταν ο Μέιλερ πάλευε με τον καλπάζοντα αλκοολισμό του, τα ποιήματα αυτά αποτελούν ”ό,τι είχε διασωθεί από την πυρά που είχε κάνει τη ζωή του”: μικρές αράδες σε τσαλακωμένα κομμάτια χαρτί που έβρισκε στις τσέπες του έπειτα από νύχτες οινοποσίας. Δεν θυμόταν πώς και γιατί τα έγραψε, αλλά αποφάσισε να εργαστεί μ’ αυτά όπως με όλα τα υπόλοιπα έργα του, αφού εκείνη την εποχή ήταν το μόνο υλικό που είχε να δουλέψει. Το αποτέλεσμα είναι μια συλλογή όπου το ένα ποίημα ακολουθεί το άλλο με κινηματογραφική ροή, όπως ξετυλίγονται οι σκηνές μιας ταινίας – θέμα της τα θραύσματα μιας ωμής πραγματικότητας την οποία ο δημιουργός βιώνει, αλλά ταυτόχρονα της επιτίθεται: η πόλη και η νύχτα, το αδιέξοδο των σχέσεων, τα συναισθηματικά τραύματα και οι προσωπικές ματαιώσεις και, βέβαια, το αλκοόλ και η θολή (και γι’ αυτό ανατρεπτική) ματιά του ”πιωμένου”.

Η οπτική του Μέιλερ είναι καθαρά αντρική και το ίδιο ισχύει και για τη γραφή του εν γένει. Και η ποίησή του ακολουθεί το ίδιο μονοπάτι, με κυρίαρχο μοτίβο τον περιπλανώμενο, αδέσποτο άντρα στους δρόμους της σύγχρονης μητρόπολης. Κυνισμός και αυτοσαρκασμός, πικρό χιούμορ και ερωτισμός, είναι τα εργαλεία του για να στήσει αυτήν την ”κινηματογραφία λέξεων”, όπως την ορίζει ο ίδιος, χρησιμοποιώντας την ιδιαίτερη φόρμα των διαλυμένων φράσεων και των περίεργα τοποθετημένων στη σελίδα στίχων, που παραπέμπει σαφώς στον Ε. Ε. Κάμινγκς από τον οποίο επηρεάστηκε. Η μετάφραση της Κλεοπάτρας Λυμπέρη είναι εξαιρετική, όπως μπορεί κανείς εύκολα να διαπιστώσει διαβάζοντας το αγγλικό πρωτότυπο, αφού η έκδοση είναι δίγλωσση. Ο δε πρόλογος του ίδιου του Μέιλερ φωτίζει ρεαλιστικά και χωρίς ωραιοποιήσεις, τον επώδυνο τοκετό της ποίησής του: ”ν’ αφουγκράζεσαι τις εμπνεύσεις του αγγέλου σου την ώρα που καίγεσαι στις φλόγες των παθών”.