Στο οπισθόφυλλο του «Τεστ Δεξιοτήτων» διαβάζουμε το εξής: «Το να πούμε ότι το “Τεστ Δεξιοτήτων” αποτελεί μυθιστόρημα είναι εξίσου παρακινδυνευμένο με το να πούμε ότι δεν είναι». Πριν ακόμα λοιπόν ξεκινήσεις το βιβλίο έχεις ήδη προβληματιστεί: δηλαδή, δεν είναι μυθιστόρημα; Μήπως είναι συλλογή διηγημάτων; Ένα δοκίμιο; Ποίηση; Δεν είναι τίποτα από όλα αυτά και ταυτόχρονα είναι όλα αυτά μαζί. Επειδή ο εξαιρετικός Χιλιανός Αλεχάντρο Σάμπρα δανείζεται τη δομή του συστήματος εξετάσεων για την εισαγωγή στα πανεπιστήμια της πατρίδας του, η οποία ήταν σε ισχύ από το 1967 έως το 2002, και με αυτή τη δομή –ασκήσεις πολλαπλών επιλογών– κάνει ένα ταξίδι από το άτομο στο σύνολο, στην κοινωνία, στην ιστορία, στο μέλλον.

Στο πρώτο μέρος οι ασκήσεις ζητούν τη διαγραφή της λέξης που δεν έχει σχέση ούτε με τη δοσμένη, αλλά ούτε και με τις υπόλοιπες επιλογές. Όταν όμως η άσκηση σου δίνει τις εξής επιλογές,

14. Ορκίζομαι

Α) σιωπή

Β) απόλυτη

Γ) ορκίζομαι

Δ) σιωπή

Ε) απόλυτη (σ. 14),

τότε καταλαβαίνεις ότι στην πραγματικότητα δεν υφίστανται επιλογές ούτε στην άσκηση ούτε στη ζωή. Στα επόμενα μέρη οι ασκήσεις με τις λέξεις γίνονται ασκήσεις με προτάσεις, με παραγράφους, με κείμενα και οι οδηγίες για ορθή συμπλήρωση των κενών ή για διαγραφή όσων δεν ταιριάζουν στο νόημα αντί να διευκολύνουν, εμποδίζουν: όλα ταιριάζουν και όλα θα μπορούσαν (ή θα έπρεπε) να αφαιρεθούν.

Μπορεί να μοιάζει με ένα παιχνίδι, αλλά είναι ένα παιχνίδι ζωτικής σημασίας. Ο αρχικός ενθουσιασμός ότι θα μπορέσεις να ανταποκριθείς στην πρόκληση του συγγραφέα υποχωρεί γρήγορα μπροστά στην απελπισία των επιλογών που σου παρέχει. Τα πρώτα μέρη του βιβλίου –οι ασκήσεις με τις λέξεις και τις προτάσεις– θα μπορούσαν να διαβαστούν και σαν ποίηση, ποίηση που δίνει στον αναγνώστη την επιλογή της ολοκλήρωσής της. Και πάλι όμως πρόκειται για ποίηση αγωνίας για μια πραγματικότητα τόσο σημαδεμένη από ένα κακοποιημένο παρελθόν που δεν μπορεί παρά να είναι ασθματική. Τα επόμενα μέρη –αυτά με τις παραγράφους και τα κείμενα– αφήνουν να διαφανούν σχέσεις ξεφτισμένες, ένοχες ή ενοχής και ανοχής της κοινωνίας, της εκκλησίας, του εκπαιδευτικού συστήματος, της οικογένειας. Και το αίσθημα της αγωνίας δεν λέει να υποχωρήσει…

Επιστροφή στην αρχική απορία: πώς θα μπορούσαμε να χαρακτηρίσουμε αυτό το βιβλίο; Δεν νομίζω ότι έχει ιδιαίτερη σημασία ο χαρακτηρισμός του, αλλά το περιεχόμενό του. Όπως κι αν διαβαστεί, αυτό που το κάνει ξεχωριστό είναι η ικανότητα του συγγραφέα να τονίζει τον άρρηκτο δεσμό ανάμεσα στη Γλώσσα και την Ιστορία ή ακόμα πιο πολύ ανάμεσα στη Λέξη και στο Ιστορικό Γεγονός. Και στη δική μας γλώσσα η δημιουργία του Αλεχάντρο Σάμπρα ευτύχησε να μεταφραστεί από τον κ. Αχιλλέα Κυριακίδη.