Η αγάπη ουδέποτε εκπίπτει
Μια ερωτική μινιατούρα, έναν κραδασμό αισθήσεων που θάλλει στα βάθη της καρδιάς -στωικά περιμένοντας τη στιγμή που σαν ποτάμι θα ξεχυθεί προς το έτερο μέλος της αγαπητικής συγχορδίας–, σκιαγραφεί με μινιμαλιστικό τρόπο ο Στέφαν Τσβάιχ στο «Ταξίδι στο παρελθόν».
Αυτός ο εξαίσιος βιογράφος μεγάλων προσωπικοτήτων, εδώ βιογραφεί τη γέννηση και τη συντριβή ενός έρωτα καταδικασμένου.
Από τη γέννηση, την άνθιση, την καρτερία και την απαντοχή μέχρι την τελική συνάντηση που μόνο χαρμόσυνη αίσθηση δεν φέρνει στους κρυφούς εραστές, ο Τσβάιχ χαρτογραφεί –θαρρεί κανείς- τα αβαθή νερά του ερώτα που κρύβει πνιγμούς και λογής παραφροσύνες.
Τόσο που η ιώβεια εγκαρτέρηση αίφνης μετατρέπεται σε φθορά που καταστρέφει κάθε ελπίδα κοινής ζωής.
Ο άντρας της νουβέλας προέρχεται από τα χαμηλά της κοινωνικής πυραμίδας, όμως με πείσμα και θέληση προσπαθεί να ανέβει. Στην εταιρεία που εργάζεται γίνεται ο έμπιστος του μυστικοσύμβουλου (ενός ανθρώπου κύρους και μιας κάποιας ηλικίας). Παλεύοντας με όλες τις εμμονές και τις αρνητικές αναφορές της τάξης του, δέχεται την πρόσκληση του «προστάτη» του να ζήσουν υπό κοινή στέγη –μια στέγη αστικής χλιδής που τείνει αρχικά να τον καταπιεί–, έτσι ώστε να του εκμυστηρευτεί όλα τα μυστικά της εταιρείας και ουσιαστικά να γίνει, συν τω χρόνω, ο αντικαταστάτης του. Εκεί συναντά τη γυναίκα του μυστικοσύμβουλου, αλλά ουσιαστικά βλέπει με γυμνά μάτια την αυγή του έρωτα να φουντώνει μέσα στα βαρυφορτωμένα δωμάτια της κατοικίας.
Οι ειδυλλιακές ημέρες διακόπτονται βιαίως –ναι, το παράνομο ζευγάρι προσπαθεί να αποφορτίσει τη μαγνητική δύναμη της έλξης με κρυφά αγγίγματα και ματιές γεμάτες ιμερικές νύξεις-, από την απρόσμενη πρόταση του μυστικοσύμβουλου για μια δουλειά βαρύνουσας σημασίας στο Μεξικό. Με βαριά καρδιά ο Λούντβιχ (ο άντρας) δέχεται, θεωρώντας πως ο χρόνος της απουσίας του δεν θα λειάνει τη δύναμη της αγάπης.
Κι όμως, ο Α’ Παγκόσμιος Πόλεμος βρίσκει τους δύο εραστές σε διαφορετικές ηπείρους και με ένα κενό απροσμέτρητης υφής που ξεπερνάει τα χιλιόμετρα και τα σύνορα και διαπερνάει τις καρδιές τους.
Φευ, χρειάστηκε να περάσουν εννέα ολόκληρα χρόνια για να συναντηθούν ξανά. Μια συνάντηση περίτρομη, αποκαλυπτική, συντριπτική. Ο άντρας έχει κάνει οικογένεια, η γυναίκα έχασε κάτι από την αισθαντικότητα της νιότης της. Η συνάντησή τους και η απόφασή τους για μια επανασύνδεση με όρους του παρελθόντος (με την επίρρωση ενός σύντομου ταξιδιού), γίνεται η λυδία λίθος της σχέσης τους: ξεκαθαρίζει τα ιζήματα, φέρνει στην επιφάνεια τη σκληρή αλήθεια.
Ο φόβος του κοινού μέλλοντος έρχεται να συνδεθεί με τον τρόμο του ιστορικού μέλλοντος που χαράζει πίσω από τη βαριά σκιά των ταραγμένων καιρών. Τη στιγμή που τα φαιά τάγματα του Χίτλερ ετοιμάζονται να προκαλέσουν ένα νέο γενικευμένο μακελειό, το ζευγάρι –καίτοι πλέον δεν φέρει το βάρος μιας άμεσης παρανομίας- καταπίνεται λίγο λίγο από τα αδιέξοδα της σχέσης: τίποτα δεν μπορεί να γεννηθεί εκ νέου, ο χρόνος που ράγισε τον δεσμό τους στέκει από πάνω τους σαν θρηνωδός.
Ναι, η αγάπη ουδέποτε εκπίπτει, όπως λέει και ο Απόστολος Παύλος, όμως δύναται να κοιμηθεί ύπνο βαθύ, με κίνδυνο να μην καταφέρει να ξυπνήσει από το μέγα σκότος.
Μετρ της νουβέλας, ο Τσβάιχ οδηγεί τούτο το ταξίδι προς το παρελθόν προς τα ακρότατα σύνορα της ανθρώπινης καρδιάς. Είναι ένα ταξίδι αυτογνωσίας, κατακρήμνισης και συντριβής. Ο έρωτας ζει με την απουσία του. Η αγάπη ανθεί όταν γνωρίζει πως βαίνει προς την ξηρασία. Οι ζωές των ανθρώπων τέμνονται, επανακαθορίζονται, διασπώνται υπό το βάρος του τυχαίου και της μοίρας.
Η εξαίσια μετάφραση ανήκει στη Γιώτα Λαγουδάκου.