«Καμιά μυθοπλασία δεν ήταν στο ύψος της απλότητας που είχε το πραγματικό τέλος»

(σελ. 108)

Συγγραφέας, σκηνοθέτης και σεναριογράφος, ο Σαντιάγο Αμιγκορένα γεννήθηκε στις 15 Φεβρουαρίου 1962 στο Μπουένος Άιρες της Αργεντινής και έζησε στη Γαλλία. Έπειτα από μια σειρά σεναρίων, γύρισε, το 2006, την πρώτη του ταινία μεγάλου μήκους, “Quelques jours en Septembre” («Μερικές μέρες τον Σεπτέμβρη»), με πρωταγωνιστές τη Ζυλιέτ Μπινός και τον Τζον Τορτούρο, η οποία προβλήθηκε στα φεστιβάλ Βενετίας και Τορόντο και ήταν υποψήφια για βραβείο καλύτερης ταινίας στο φεστιβάλ της Μαρ ντελ Πλάτα. Το 2012 υπέγραψε ως συν-σεναριογράφος την ταινία επιστημονικής φαντασίας “Upside down” (που προβλήθηκε στην Ελλάδα ως: «Ανάμεσα σε δύο κόσμους»), του Χουάν Σολάνας, με πρωταγωνιστές τους Τζον Στάρτζες και Κίρστεν Ντανστ. Το δυστοπικό μυθιστόρημά του που εκδόθηκε στη Γαλλία με τίτλο “Mes derniers mots” (2015, ελλ. έκδ. «Τα τελευταία μου λόγια», Gutenberg, 2019), μεταφέρεται στον κινηματογράφο με πρωταγωνιστές τους Νικ Νόλτε, Σάρλοτ Ράμπλινγκ και Στέλαν Σκάρσγκαρντ.

Ο κόσμος έχει φτάσει στο τέλος του. «Σήμερα πέθανε ο Ουίλλιαμ Σαίξπηρ». Αυτό αναφέρει ο αφηγητής ως τον θάνατο του προτελευταίου ανθρώπου. Τελευταίο δείγμα της ανθρωπότητας, που κάποτε υπήρξε, απομένει ο ίδιος ο αφηγητής. Με τη μορφή επιστολικών απομνημονευμάτων ο αφηγητής ξεδιπλώνει τη συρρίκνωση και τελικώς, την εξαφάνιση της ανθρωπότητας. Οι χώρες γίνονται πόλεις, οι πόλεις κοινότητες, οι κοινότητες ομάδες και οι ομάδες μικρές παρέες. Ώσπου απομένει μια παρέα και εν τέλει ο ένας.

Πώς μπορεί να διαχειριστεί ένας άνθρωπος την αλλοίωση του κόσμου που γνώρισε; Πώς την εξαφάνιση προσώπων που αγαπούσε; Κι εν τέλει πώς το γεγονός ότι είναι ο τελευταίος άνθρωπος επί γης; Αυτά πραγματεύεται ο Αμιγκορένα στο βιβλίο του, χωρίς να παραλείψει αυτό που συναντούμε συχνά στα δυστοπικά μυθιστορήματα: τα ζωώδη ένστικτα του ανθρώπινου είδους που αναδύονται όταν όλα καταρρέουν.

Το επιστολικό μυθιστόρημα του Αμιγκορένα είναι μια σύνθεση από καρέ εικόνων που παρουσιάζουν την εξαφάνιση της ανθρωπότητας μέσα από τα μάτια του τελευταίου ανθρώπου. Η διακειμενικότητα στο βιβλίο επικεντρώνεται κυρίως στο βιβλίο του Χέντερλιν «Υπερίων», όμως εκτείνεται και σε άλλα παραθέματα από τον Νίτσε, τον Όμηρο και άλλους. Επίσης, όπως εύστοχα σημειώνει η Τιτίκα Δημητρούλια στην εισαγωγή: «…η διαρκής αναφορά, λεκτική και εικονική, συχνά κινηματογραφική, στην αποκαλυψιακή, εσχατολογική φιλολογία, η οποία επιπροσθέτως λειτουργεί παιγνιωδώς, αν όχι υπονομευτικά, ως προς τη φιλολογία αυτή…» (σελ. 16-17). Ο Αμιγκορένα δανείζεται λέξεις και εικόνες από βιβλία και ταινίες, τις μεταβάλλει υπό το δικό του πρίσμα και τις σερβίρει συνειδητά με μια μορφή οικεία, μα φρέσκια στο αναγνωστικό κοινό.