«Κάπου εκεί έξω, πέρα απ’ το σωστό και το λάθος, υπάρχει μια απέραντη έκταση. Θα συναντηθούμε εκεί»

Τζελαλεντίν Ρουμί (σελ. 9)

Ο Ιταλός συντάκτης στη La Repubblica, συγγραφέας, επιμελητής, σεναριογράφος και art director Sacha Naspini (Σάσα Νασπίνι) γεννήθηκε το 1976 στο Γκροσέτο της Τοσκάνης. Διηγήματα και μυθιστορήματά του έχουν μεταφραστεί σε 26 γλώσσες. Το εν λόγω βιβλίο είναι το πρώτο βιβλίο του που μεταφράζεται στα ελληνικά. Στην πατρίδα του θεωρείται από τους πιο συναρπαστικούς καινοτόμους λογοτέχνες στη σύγχρονη ιταλική πεζογραφία.

Βρισκόμαστε ανάμεσα στα παλιά τείχη και στα λιθόστρωτα σοκάκια του παλιού πετρόχτιστου χωριού, στη Μαρέμμα της νότιας Τοσκάνης, στην ορεινή ιταλική ενδοχώρα, με το όνομα Σπίτια, και στις βουνοκορφές Σαν Μαρτίνο και Δύο Φτερούγες του όρους Αμιάτα που αιωρούνται πάνω του. Σε αυτόν τον ήδη πεθαμένο τόπο με τις χαραμισμένες ζωές, που έχει τριάντα χρόνια να δει γεννητούρια, ζει ένας ανήσυχος, κοινωνικός μικρόκοσμος. Σε αυτό το περίκλειστο χωριό, που τα καυτά καλοκαιρινά πρωινά μοιάζουν με τα σωθικά του σατανά (σελ. 143), ο συνταξιούχος μεταλλωρύχος Ντίβο Βαλέντι, ο δήθεν «χαζός του χωριού» αργόσχολος Φιλίππο Νεντσιόνι, η χαρτορίχτρα Γκρατσιέλλα Σέρρι, ο μπακάλης Μάριο Σιλβέστρι, η χήρα Αντέλε Τσεντίνι, ο μπεκρής εφημέριος Ντον Λάουρο, οι νοικοκυρές Μαριέλλα Μαντοβάνι, Σόνια Αντίκι και Γιολάντα Μπαρμπερίνι, η ασθενής Αντελάιντε Φράντσι, ο ιδιοκτήτης του μπαρ Δύο Πόρτες, Τονίνο Μανέντι ή αλλιώς «Μάζο», ο αγρότης Ντομένικο Φιοράνι, ο γιατρός «Χάρος» Εμίλιο Σαλγκίνι, η γεροντοκόρη Τζοβάννα Τζιννανέσκι, ο μακαρίτης Ακίλλε Σερραλίνι, η ξενοδόχος Σουζάννα Κόκκι, ο συνταξιούχος εργάτης Αλβίζε Μπαρμπερίνι, η νάνος Πιέρα ντελ Καζίνο, ο καπνοπώλης Ρενάτο Στάτσολι, ο Νικκοντέμο Τεμπέστι, ο αρχίατρος Μάρκο Παλατζέζι, η εξαφανισμένη Ελεονόρα Μπόργκι, και το τέρας, ο Σαμουέλε Ράντι, όλοι αυτοί οι πρωταγωνιστές, με αφορμή την επιστροφή ενός άσωτου εγγονού, θα εξιστορήσουν τις ζωές τους και τις ζωές των άλλων τόσο φουριόζικα και επικίνδυνα όσο κι η καρμανιόλα φουρκέτα του χωριού που οδηγεί στο ξενοδοχείο Ωραία Λιακάδα και στοίχισε τη ζωή στους Τονινέλλι πριν από πολλά χρόνια.

Τα 29 κεφάλαια στα οποία υποδιαιρείται το ογκώδες μυθιστόρημα βοηθούν καταλυτικά στην ανάγνωση και στην κατανόηση της πλοκής, αλλά κυρίως στην εξοικείωση του αναγνώστη με τους χαρακτήρες και τους κατοίκους του πανάρχαιου χωριού. Το σκαρίφημα του χωριού στην αρχή του βιβλίου με τη ρυμοτομία του, την τοποθεσία του, τις αγροικίες και τους ιδιοκτήτες, τους δρόμους, τις συνοικίες, τα μαγαζιά, τα αξιοθέατα, την εκκλησία και το ξενοδοχείο αποτελεί μια ευχάριστη οπτική έκπληξη για τον αναγνώστη όπου μπορεί να ανατρέξει πολλές φορές κατά την αφήγηση. Το βιβλίο βασίζεται στους μονολόγους των ηρώων, οι οποίοι αποδίδονται με διάχυτη ενσυναίσθηση από τον δημιουργό τους με απώτερο σκοπό να δεθεί συναισθηματικά ο αναγνώστης με όσο το δυνατόν περισσότερους κάτοικους του χωριού.

Η κλασική λογοτεχνική υφολογία του συγγραφέα είναι ταυτόχρονα πολύ  ζωντανή και οικεία στις συναρπαστικές, πολυπρόσωπες ιστορίες του βραχώδους χωριού, μετατρέποντας το σκοτεινό αυτό παραμύθι σε αστυνομικό μυθιστόρημα και μετά σε ψυχολογικό θρίλερ, ακόμη και στις αποχρώσεις της γοτθικής λογοτεχνίας. Μια αλληγορία της ζωής που ισορροπεί ανάμεσα στο φως και στο σκοτάδι, ανάμεσα στις ολοφάνερες καθημερινές πράξεις κι εκφράσεις και σε εκείνες τις μύχιες κι ανοίκειες σκέψεις και θύμησες, ανάμεσα στις αστραφτερές, πέτρινες προσόψεις των σπιτικών και στο μαύρο και κακόβουλο περιεχόμενό τους. Στη χορωδιακή αφήγηση, οι χαρακτήρες οδηγούνται μοιραία σε ένα αναπόφευκτα δυστοπικό κρεσέντο και προσδίδουν σάρκα κι οστά στον απόλυτο ήρωα του έργου που δεν είναι άλλος από τα Σπίτια, τον ίδιο, διαβολεμένο τόπο τους.