Ρομαντική υμνωδία των παθών

O Γιόχαν Βόλφγκανγκ φον Γκαίτε γεννήθηκε στη Φρανκφούρτη στις 28 Αυγούστου 1749. Το 1765 πηγαίνει για να σπουδάσει νομικά στη Λειψία, αλλά δείχνει περισσότερο ενδιαφέρον για τη ζωγραφική και συναναστρέφεται καλλιτέχνες. Τα έτη 1770-71 αρχίζει να γράφει, κυρίως λυρικά ποιήματα, και πρωτογνωρίζει τον έρωτα, που έμελλε να παίξει πολύ μεγάλο ρόλο στη ζωή του. Το 1773 δημοσιεύει το πρώτο του δράμα: “Γκαιτς φον Μπερλίχινγκεν”. Το 1775 διορίζεται σύμβουλος του ηγεμόνα και υπουργός των Οικονομικών. Δουλεύει και το πρώτο μέρος του “Φάουστ”. Γνωρίζεται με την εικοσιτριάχρονη Κριστιάνε Βούλπιους και την παίρνει στο σπίτι του. Αργότερα, το 1806, θα την παντρευτεί. Το 1789 γεννιέται ο γιος του Αύγουστος, ο μόνος που επέζησε από τους γιους του. Το 1809 εκδίδει ένα από τα πιο ονομαστά μυθιστορήματά του, τις “Εκλεκτικές συγγένειες”. Το 1816 πεθαίνει η γυναίκα του και το 1830 ο γιος του Αύγουστος. Ο Γκαίτε ζει πλέον πασίγνωστος και αναγνωρισμένος στη Βαϊμάρη μέχρι το θάνατό του, στις 22 Μαρτίου 1832.

«Τα πάθη του νεαρού Βέρθερου» είναι ένα βιβλίο που αποτελεί την κορύφωση του γερμανικού ρομαντισμού – ίσως και του ρομαντικού κινήματος γενικότερα. Ο Βέρθερος, ένας νέος γεμάτος όνειρα, ερωτεύεται τη Λόττε, η οποία όμως είναι μνηστευμένη με τον Άλμπερτ. Τον καιρό που περνάνε μαζί ο Βέρθερος και η Λόττε, όσο ο Άλμπερτ λείπει για δουλειές, το πάθος και ο έρωτας του νεαρού άντρα φουντώνει ακατάπαυστα. Οι ώρες που ξοδεύει ο Βέρθερος με τη Λόττε αποτελούν για τον ίδιο μια διαρκή έκρηξη ευτυχίας. Ακόμα και όταν επιστρέφει ο Άλμπερτ, ο Βέρθερος θα μείνει κοντά στη Λόττε, αλλά και θα αναπτύξει σχέση φιλίας με τον μνηστήρα της αγαπημένης του. Όμως η αγάπη του για τη Λόττε θα τον οδηγήσει να φύγει από κοντά της, προφασιζόμενος διάφορους λόγους. Δεν αντέχει να βρίσκεται σε μια κατάσταση, όπου δεν μπορεί να εκφράσει τον έρωτά του, δεν μπορεί να ζήσει το όνειρό του. Και γι’ αυτό αποφασίζει να αυτοκτονήσει, με τα όπλα, τα οποία δανείζεται από τον ίδιο τον Άλμπερτ, τον άντρα της Λόττε.

Το συγκεκριμένο βιβλίο του Γκαίτε αποτελεί μια εξαιρετική πραγματεία για την ψυχοσύνθεση της ανθρώπινης προσωπικότητας. Το βιβλίο είναι γραμμένο υπό μορφήν επιστολών, τις οποίες στέλνει ο Βέρθερος σ’ έναν φίλο του. Έτσι η αφήγηση γίνεται σε πρώτο πρόσωπο, ενώ ο αναγνώστης νιώθει πραγματικά πως ο ίδιος είναι ο παραλήπτης των επιστολών. Η γλώσσα που χρησιμοποιεί ο Γκαίτε είναι απλή, αφήνοντας όμως να διαφανεί κατά σημεία η ανατροφή ενός ανθρώπου της ανώτερης κοινωνικής τάξης. Το βιβλίο είναι γεμάτο ρομαντισμό, όχι μόνο με την έννοια του αφηγηματικού ύφους και της συναισθηματικής έκφρασης, αλλά κυρίως γιατί αναδεικνύει τα οπτιμιστικά στοιχεία του ρομαντικού κινήματος. Δηλαδή, ο ήρωας μολονότι αυτοκτονεί, δεν παρουσιάζεται ως ο κακόμοιρος και δυστυχής άνθρωπος, που δεν μπορεί να βιώσει τον έρωτά του. Αντίθετα, ο Βέρθερος φαίνεται ως ένας άνθρωπος γεμάτος ελπίδες και όνειρα, αλλά και των άκρων –όπως είναι άλλωστε κάθε νέος– και γι’ αυτό αμφιταλαντεύεται ανάμεσα σε δυο λύσεις: να κερδίσει την αγαπημένη του ή να αυτοκτονήσει.

«Τα πάθη του νεαρού Βέρθερου» είναι ένα εξαιρετικό ψυχογράφημα της ανθρώπινης προσωπικότητας και ένας ύμνος στο ρομαντισμό. Η μετάφραση της Στέλλας Νικολούδη είναι εκπληκτική και γι’ αυτό άλλωστε τιμήθηκε με το Βραβείο Μετάφρασης, αλλά και η έκδοση είναι πολύ προσεγμένη και αρκούντως εμπλουτισμένη με σημειώσεις και στοιχεία, ώστε το βιβλίο να καλύψει από κάθε άποψη και τον πιο απαιτητικό αναγνώστη.