Ταξιδεύοντας στο άτι του χρόνου
Δεν είναι λίγες οι φορές που οι άνθρωποι που έχουν ζήσει μια ζωή γεμάτη από συναισθήματα, υλοποιώντας τα όνειρά τους και κυνηγώντας τις ελπίδες τους, αποσύρονται πριν το τέλος, βυθισμένοι στις αναμνήσεις και στη οσμή ενός ανέμου που έχει πάψει από καιρό να πνέει.
Έτσι και ο ήρωας του συγκεκριμένου βιβλίου, έχοντας καταφύγει σε κάποιο υψίπεδο, ανασκαλεύει τις μνήμες εκείνες που τον καταδιώκουν και δεν τον αφήνουν να απαγκιστρωθεί από το παρελθόν. Θυμάται τις ιστορίες εκείνες που του αφηγούνταν η μητέρα για κάποιον πρόγονο, ο οποίος υπηρετούσε ως εύελπις στο βασιλικό ιππικό κατά τα χρόνια του Όθωνα. Με όχημα τον Λεύκιο, ένα κάτασπρο άλογο που συνδέει το σύγχρονο με το παρελθόν. Ήταν η εποχή που ο Μακρυγιάννης οργανώνει το κίνημα με το οποίο θα ανατραπεί η κυριαρχία των Βαυαρών. Οι σκηνές εκτυλίσσονται με ραγδαίο ρυθμό μπροστά στα μάτια του ήρωα και με τον Λεύκιο συνοδοιπόρο ταξιδεύει στο χώρο και το χρόνο, διεισδύοντας σ’ ένα ταξίδι πάνω και πέρα από κάθε λογική και προσδοκία.
Ένα βιβλίο ντυμένο με την ιδιαίτερη αφηγηματική τεχνική του Μάριου Μιχαηλίδη, με γλώσσα λυρική και ταυτόχρονα συμπυκνωμένη και ώριμη. Οι διάλογοι μεστοί, σε βαθμό που νιώθει ο αναγνώστης ότι τίποτα δεν περισσεύει, προωθούν την εξέλιξη, ενώ παράλληλα στεριώνουν πιο γερά την ανάπλαση των χαρακτήρων και της ιστορικής αναδρομής. Η ανάθεση του μεσάζοντα στον Λεύκιο, ένα άσπρο άλογο, μπορεί εν πρώτοις να μη μοιάζει και τόσο πρωτότυπη, ωστόσο στο συγκεκριμένο μυθιστόρημα παρουσιάζεται με φρέσκο τρόπο, προσδίδοντας στοιχεία μαγικού ρεαλισμού που ανά διαστήματα απογειώνουν το κείμενο.
Η ροή του βιβλίου θα κάνει τον αναγνώστη να ανατρέξει αρκετές φορές πίσω στο κείμενο για να αναζητήσει μια λέξη ή πρόταση που του έχει ξεφύγει, γεγονός που συνηγορεί στο ότι ο Μάριος Μιχαηλίδης έχει φροντίσει, ώστε τίποτα να μην κινείται στο περιθώριο, αλλά να εντάσσεται επαρκώς και πλήρως στην υπόθεση του έργου με τρόπο άμεσο και κατανοητό. Ωστόσο η ανατροπή στο τέλος του βιβλίου μπορεί προς στιγμήν να αποδιοργανώσει τον αναγνώστη, όμως εν ευθέτω χρόνω η ουσία του κειμένου και τα λογοτεχνικά πλεονεκτήματά του ξεκαθαρίζουν ενώπιόν του.
Ένα ιδιαίτερο βιβλίο που σίγουρα διεκδικεί τις δάφνες του, αφού είναι βέβαιο ότι κάποια στιγμή ο αναγνώστης θα το ξαναδιαβάσει και θα το επανεκτιμήσει ακόμα καλύτερα, σα να πρόκειται για ένα καλό κρασί.