Από οικογένεια ποιητική σε οικογένεια ποιητική, ο εκδότης Κωνσταντίνος Ι. Κορίδης (τρίτη γενιά στον οίκο «Ιωλκός») καταθέτει σε αυτή τη δεύτερη ποιητική του συλλογή γνωμικά αποστάγματα σοφίας όχι μιας ζωής αλλά πολλών επιστρωματώσεων του Συλλογικού Ασυνειδήτου, έτσι όπως μεταδίδεται προφορικώς και γραπτώς μέσα από την παράδοση. Αυτή η αγάπη της ελληνικής γλώσσας και η πλήρης κατοχή των κλειδιών και των πολλαπλών κωδίκων της είναι που διακρίνει αυτό το πόνημα από άλλα ομοειδή της μετά το μεταμοντέρνο εποχής. Δεν υπάρχουν περιττολογίες κι εξυπνακίστικα πυροτεχνήματα, δεν ψάχνει στο λεξικό σπάνιες ή δυσεύρετες λέξεις, δεν αγαπά την επίδειξη και παραμένει στην ουσία του κοινωνουμένου νοήματος. Ο Κωνσταντίνος Ι. Κορίδης είναι ποιητής, εμπράκτως, εκδότης των ετήσιων ποιητικών ημερολογίων, υποστηρικτής της απελπισμένης αυτοθυσίας τού να γράφεις ποίηση σε υλιστικούς καιρούς. Ο Κωνσταντίνος Ι. Κορίδης είναι μέσα στην ποίηση όπως το παγόβουνο μέσα στο νερό, όπως το ηφαίστειο κάτω από το παγόβουνο… κι αυτό που φαίνεται, αυτό που προεξέχει είναι μερικοί καλοσμιλεμένοι, απαστράπτοντες στίχοι, καταματωμένοι, επισμαλτωμένοι, γυαλισμένοι ώστε να μοιάζουν αφαιρετικοί ενώ δεν είναι. Ναι, αυτό είναι το επίμαχο σημείο αυτής της συλλογής. Δεν πρόκειται για μινιμαλισμό αλλά για λακωνική περιεκτικότητα. Είναι το απαύγασμα και το απόσταγμα αυτοί οι στίχοι μιας ζήσης ποιητικής. Σπάνιο πράγμα στις μέρες μας, όπου όλοι περιφέρουν την προσωπική και σωματική αποτυχία τους από χωρίου εις χωρίον ως τέως βασιλείς ενός προτεκτοράτου που δεν υπήρξε ποτέ. Ναι, υπάρχουν κι ευτυχισμένοι ποιητές, οικογενειάρχες, γονείς, τέκνα, συγγενείς άλλων ισορροπημένων πνευματικών ανθρώπων, που δεν χρειάζεται να βάλλουν σαδομαζοχιστικώς κατά του εαυτού τους και των ομο-αιμάτων ή εξ αγχιστείας συγγενών τους, δεν χρειάζεται να τους σέρνουν τα εξ αμάξης, αλλά τους τιμούν εμπράκτως και καθημερινώς, όπως ο Κωνσταντίνος Ι. Κορίδης που αφιερώνει το δεύτερο αυτό βιβλίο του «Πάντα στην οικογένειά μου» [και το πι με κεφαλαίο]. Αυτό αντανακλά όχι μόνο στη θεματική αλλά και στην υφολογία και στη ρυθμολογία, και στην αισθητική και στην ιδεολογία που φανερώνεται αδρά και καθαρά μέσα (κι όχι πίσω) από αυτά τα τίμια γραπτά. Ηθική διάσταση; Ναι, γιατί όχι. Η κριτική δεν είναι κάτι στεγνό, στυγνό κι «επιστημονικό». Η κριτική Λογοτεχνίας είναι μια «δι-υποκειμενική» πρακτική που οφείλει να συμπεριλάβει όλες τις διαστάσεις των πολιτισμικών φαινομένων. Κι η ποίηση είναι το κατ’ εξοχήν ποιητικό άνθος κάθε πολιτισμού σε κάθε φάση του, ιδιαίτερα στις κρίσιμες και μεταβατικές. Φυσικά δεν μπαίνουμε στη μανιχαϊστική διάσταση Καλού-Κακού, όμως τους τελευταίους δύο αιώνες, από τη βιομηχανική επανάσταση και μετά η Βία θεοποιήθηκε λογοτεχνικώς κι έγινε προαπαιτούμενο της λογοτεχνικής απόλαυσης και επάρκειας. Δεν είναι όμως αλήθεια πως η επιτηδευμένη δυσαρμονία, η οριστική αποκοπή από τη Φύση, το τελεσίδικο διαζύγιο ψυχής και σώματος, η συμπαντική «καραντίνα» που βιώνουμε εξ αιτίας του ρασιοναλισμού… δεν είναι αλήθεια πως ό,τι βρώμικο, νοσηρό, αιρετικό, παραβατικό κι εγκληματικό είναι κατ’ εξοχήν και κατ’ αποκλειστικότητα το ενδεδειγμένο λογοτεχνικό ή καλλιτεχνικό υλικό διά πάσαν χρήσιν. Υπάρχει και το Καλό, το Αγαθό, το Αληθινό, το Φωτεινό, το Ωραίο, το Αρμονικό, το…. το… το…, τα οποία για κάποιο κοινωνιολογικό και πολιτισμικό λόγο είτε θεωρούνται «ρομαντικά» είτε παλιομοδίτικα και ξεπερασμένα για όσους παροικούν τις υπώρειες του ποιητικού Παρνασσού. Όμως αγαπητοί μου άνθρωποι, φίλοι, αναγνώστες και συνοδοιπόροι, η ποίηση είναι γάργαρο νερό που ξεδιψάει τα βαθιά στρώματα της ψυχής, ακόμα κι όταν περιγράφει, θίγει ή διαχειρίζεται το Αποτρόπαιο. Οι τερατείες του Αισχύλου ήταν απλώς ένα μέσον, μία τεχνική, μία επινόηση, για να υπογραμμίσει και να βαθυσκιάσει την υψηλή ποίηση του έργου του. Η αναζήτηση της Αλήθειας και του Φωτός είναι Ελευθερία. Και το «σκοτεινό» στη μεταμοντέρνα και μετανεωτερική ποίηση είναι ακριβώς υπέρ της Θολότητος και του Ψεύδους. Ευτυχώς, υπάρχουν και τυπώνονται σήμερα συλλογές σαν του Κωνσταντίνου Ι. Κορίδη, στον αντίποδα ακριβώς των πονηρών κι ιδιοτελών «φτωχοδιαβόλων» που προτιμούν να είναι «πρώτοι στην Κόλαση την ψευδο-λογοτεχνική παρά τελευταίοι στον Παράδεισο τον πνευματικό».
Ο Κωνσταντίνος Ι. Κορίδης είναι αυθεντικός «λαϊκός» ποιητής και παρακαλώ να τον προσέξτε. Όχι για το δικό του καλό, αλλά για το δικό μας… έτσι θα εμπλουτιστεί η περίφημη «περιρρέουσα ατμόσφαιρα» (όπως λέμε στη Θεωρία της Λογοτεχνίας)… θα εμπλουτιστεί η περιρρέουσα ατμόσφαιρα με κάτι αυθεντικό, λαγαρό, τίμιο και καλαισθήτως εκπεφρασμένον.
Ποίηση συντομογραφική, επιλεκτική λιτότητα, φιλοσοφημένη λακωνικότητα, μακροδομές αξιολάτρευτες, μικροδομές αξιοθαύμαστες. Ας ελπίσουμε πως η πλάστιγγα της ελληνικής ποίησης θα γείρει προς αυτήν την πλευρά, βοηθούντων βεβαίως και των αυτοκλήτων ή επαγγελματιών κι ex officio επισήμων Κριτικών Λογοτεχνίας του πολύπαθου τόπου μας, εκείνων που επιμένουν να καταπιάνονται και να φθείρονται με κάτι τόσο «αντι-εμπορικό» αλλά ψυχωφελές.
Αφαιρετικότητα δεν υπάρχει σε αυτό το πόνημα, ακριβώς γιατί είναι καταγεγραμμένο τόσο όσο ήθελε να πει ο στοχαστής ποιητής.