Συγγραφικό αστέρι του Βορρά ο Jens Lapidus, παραδίδει ένα ακόμα σκοτεινό, πολυεπίπεδο αστυνομικό και δικαστικό θρίλερ, με πρωταγωνίστρια τη σουηδική πρωτεύουσα, στον τίτλο αλλά και σε κάθε σελίδα: τον σκιώδη κόσμο της πίσω από τη βιτρίνα, τον γνωρίζει πολύ καλά ο συγγραφέας που εργάζεται ως συνήγορος υπεράσπισης σε ένα από τα πιο γνωστά δικηγορικά γραφεία της Στοκχόλμης ενώ κατά καιρούς έχει εκπροσωπήσει μερικούς από τους πιο σκληρούς εγκληματίες της χώρας του.

Το δεύτερο βιβλίο της σειράς με πρωταγωνιστικό δίδυμο τη νεαρή δικηγόρο Έμελι Γιάνσον και τον πρώην γκάνγκστερ Τέντι Μάκσουμιτς που προσπαθεί να μείνει πλέον από τη σωστή πλευρά του νόμου, ξεκινά με την αποκάλυψη μια δολοφονίας σε ένα εξοχικό σπίτι στο αρχιπέλαγος της Στοκχόλμης. Ένας σοβαρά τραυματισμένος νεαρός βρίσκεται κοντά στον τόπο του εγκλήματος: συλλαμβάνεται ως ύποπτος για το φόνο και ζητά ως δικηγόρο την Έμελι, η οποία παρά το γεγονός ότι δεν έχει την έγκριση των εργοδοτών της, αναλαμβάνει την υπόθεση. Ποιο είναι το θύμα του φόνου και γιατί όλα τα ίχνη οδηγούν σε έναν άντρα που είχε κάποτε απαγάγει ο Τέντι, είναι τα ερωτήματα που αποτελούν την αφορμή για να αρχίσει να ξετυλίγεται ο μίτος της υπόθεσης, που έχει πολλές διακλαδώσεις, στροφές και τυφλά σημεία… Παράλληλα, ο ανιψιός του Τέντι, ήδη από νωρίς με παραβατική συμπεριφορά, μπλέκεται ακόμα περισσότερο στον υπόκοσμο. Σύντομα και οι τρεις τους θα αντιμετωπίσουν ένα θανάσιμα επικίνδυνο παιχνίδι, τους κανόνες αλλά και τους στόχους του οποίου όχι μόνο αγνοούν, αλλά δεν μπορούν καν να υποθέσουν…

Για άλλη μια φορά ο Jens Lapidus ρίχνει τους ήρωές του, και μαζί τους και τους αναγνώστες που παρακολουθούν να ξετυλίγεται η πλοκή, στην «πισίνα με τους καρχαρίες». Είναι εντυπωσιακή η ικανότητά του να χτίζει αυτούς τους περίπλοκους ιστούς από σελίδα σε σελίδα, προσθέτοντας και ένα νέο στοιχείο τη φορά, και εξαιρετικός ο τρόπος με τον οποίο πλαταίνει την οπτική του βιβλίου, ξεπερνώντας τα στενά όρια του αστυνομικού στοιχείου, ως προς τη δομή και τα χαρακτηριστικά της σουηδικής κοινωνίας – χρησιμοποιώντας με μαεστρία τον κοινωνικό ρεαλισμό που διαπερνά σαν δόρυ όλες τις κοινωνικές τάξεις. Γρήγορος ρυθμός, και ένα από τα καλύτερα στοιχεία του κατά τη γνώμη μου, η ωμή γλώσσα της καθημερινότητας όπου τίποτα δεν είναι ωραιοποιημένο, ούτε καν στρογγυλεμένο, συνθέτουν την αφήγηση. Και εκείνο που αποτυπώνεται στο μυαλό του αναγνώστη, είναι αυτή η αίσθηση του παιχνιδιού στο παρασκήνιο: κάποιοι στήνουν τα πιόνια, και ενώ βλέπεις τις κινήσεις τους, αγνοείς τις προθέσεις τους, περιμένοντας αναγκαστικά μαζί με τους ήρωες τη στιγμή που το παιχνίδι θα φτάσει στην κορύφωσή του…

Πολύ καλή αστυνομική λογοτεχνία, με αξιώσεις κοινωνικού μυθιστορήματος, στη σχολή του Τζέιμς Ελρόι.