Η αναζήτηση του αγαπημένου και η ερωτική ωρίμαση
Η Αν-Μαρί Γκαρά γεννήθηκε στο Μπορντό το 1948. Σπούδασε φιλολογία στο Πανεπιστήμιο του Μπορντό και έκανε μεταπτυχιακές σπουδές στον κινηματογράφο στο Πανεπιστήμιο Paris I. Διδάσκει κινηματογράφο και διετέλεσε σύμβουλος του Τζακ Λανγκ για τη διδασκαλία του κινηματογράφου στην εκπαίδευση. Το μυθιστόρημά της Aden τιμήθηκε με το βραβείο Femina.
Παρίσι, Σεπτέμβριος 1913. Η νεαρή Γκαμπριέλ Ντεμασί και η θεία της Άγκοτα Κέρτες, ουγγρικής καταγωγής, πηγαίνουν στο υπουργείο Πολέμου, όπου τους ανακοινώνεται ο θάνατος του μνηστήρα της πρώτης και γιου της δεύτερης, Έντρε Λούκατς. Ο Έντρε, χημικός μηχανικός, είχε φύγει πριν από χρόνια για επαγγελματικό ταξίδι στην Ασία. Επικοινωνούσε ελάχιστα έως καθόλου με τους δικούς του, στους οποίους δεν μιλούσε ποτέ για τις δουλειές του. Ό,τι απέμεινε απ’ αυτόν είναι ένα μπαούλο που έφθασε με το πλοίο από τη Ρανγκούν της Βιρμανίας – και με παραβιασμένες τις κλειδαριές, όπως θ’ ανακαλύψει σύντομα η Γκαμπριέλ. Στο άκουσμα της είδησης για το θάνατο του αγαπημένου της, η νεαρή κοπέλα λιποθυμά. Ο μόνος που θα δείξει κάποια συμπάθεια και θα προσφερθεί να τη βοηθήσει να μάθει περισσότερα για το τέλος του Έντρε είναι ο γραμματέας του στρατιωτικού που δέχθηκε τις δύο γυναίκες στο γραφείο του, ο Μισέλ Τεριέ. Εκείνος θα μιλήσει στην Γκαμπριέλ για τον Πιερ Γκαλέ, γιο μιας πλούσιας οικογένειας μπισκοτοποιών και γιατρό στο Ινστιτούτο Παστέρ, ο οποίος φαίνεται να είχε κάποια σχέση με τον Έντρε. Θα την ωθήσει μάλιστα να προσποιηθεί την παιδαγωγό για να προσληφθεί ως δασκάλα της μικρής κόρης του Πιερ, της Μίλι, στο σπίτι των Γκαλέ στο Παρίσι και στη συνέχεια στο εξοχικό της οικογένειας, στα περίχωρα της πρωτεύουσας. Η Γκαμπριέλ θα αρχίσει να δένεται με το ορφανό από μητέρα και παραμελημένο κοριτσάκι, καθώς θα κάνει την έρευνά της για τον Έντρε. Συναντάται σποραδικά με τον Τεριέ, έως ότου αρχίσει να υποψιάζεται ότι τη χρησιμοποιεί. Συνεχίζει μόνη, αψηφώντας τους κινδύνους που γίνονται όλο και πιο άμεσοι, αλλά αναγκάζεται να ζητήσει τη βοήθεια της επιστήθιας φίλης της και πρώην καθηγήτριάς της στο πιάνο, της Ντόρας Γκομπρόβιτς, που διαφωνούσε με το εγχείρημά της και στην οποία, για το λόγο αυτό, δεν είχε αποκαλύψει όλη την αλήθεια. Την ίδια στιγμή, έρχεται πιο κοντά με τον εσωστρεφή και αφοσιωμένο στην επιστήμη Πιερ Γκαλέ (τον υποτιθέμενο εχθρό της) και κερδίζει την εμπιστοσύνη και την εκτίμηση της οικογένειάς του.
Η αφήγηση με τα αλλεπάλληλα γεγονότα και τις συχνές ανατροπές υφαίνεται παράλληλα με το στήσιμο του πολιτικού και κοινωνικού σκηνικού: βρισκόμαστε στις παραμονές του Πρώτου Παγκοσμίου Πολέμου και σε μία περίοδο έντονων πολιτικών αντιπαραθέσεων στη Γαλλία και αλλού. Η επιστημονική πρόοδος είναι ταχύτατη, αρχίζουν όμως να εμφανίζονται και οι πρώτες (;) ανησυχίες για τα όριά της. Οι κοινωνικές σχέσεις αλλάζουν, εργάτες καταλαμβάνουν εργοστάσια αντιδρώντας δυναμικά στη μηχανοποίηση της παραγωγής που απειλεί τις θέσεις εργασίας. Οι γυναίκες ξεφεύγουν από τον κλοιό του γάμου και της οικογένειας. Και η τέχνη ή τουλάχιστον ο κινηματογράφος, διεκδικεί ένα μεγαλύτερο μερίδιο στην αποτύπωση της (νέας) πραγματικότητας. Όλ΄αυτά (και πολλά άλλα ακόμη) περνούν στο φόντο της ιστορίας της Γκαρά. Η οποία δεν είναι (ή, αν είναι, δεν είναι μόνο) μια ιστορία για τον αγαπημένο που εξαφανίστηκε σχεδόν εκούσια και μπλέχτηκε σε σκοτεινές ιστορίες βιομηχανικής κατασκοπείας.
Η αναζήτηση της αλήθειας για τον Έντρε είναι για την Γκαμπριέλ ένας δρόμος που οδηγεί στην ερωτική της ωρίμαση. Είναι ήδη υποψιασμένη για τον εαυτό της και για τη θέση της στην κοινωνία ως γυναίκα και ως πολίτις, με διπλή πολιτιστική «ταυτότητα». Αλλά είναι και πολύ νέα για να γνωρίζει την κλίμακα και τις αποχρώσεις των συναισθημάτων που μπορεί να χωρέσει η ανθρώπινη καρδιά δίχως να απελπίζεται. Μέσα από την έρευνά της βιώνει την αποδυνάμωση του έρωτα για τον Έντρε, λιποτακτεί απ’ αυτόν και τον προδίδει. Αφετηρία της είναι η απογοήτευση: γιατί δεν της άφησε ένα σημάδι; Την αγάπησε στ’ αλήθεια αυτή η σκιά; Γιατί ο Έντρε ήταν στην ουσία ένας άγνωστος, απόμακρος και αινιγματικός για τον εαυτό του και για τους άλλους, χαρισματικός ωστόσο, αφού γοήτευσε ανθρώπους όπως η Γκαμπριέλ ή ο Πιερ. Ως αναγνώστες, ποτέ δεν τον συμμεριζόμαστε, αν και γνωρίζουμε ότι είναι η ιστορία του που κινεί την ανάγνωση.
Το μυθιστόρημα της Αν-Μαρί Γκαρά φιλοδοξεί να ενταχθεί στην παράδοση του λαϊκού μυθιστορήματος που δημοσιευόταν σε συνέχειες στις εφημερίδες στα τέλη του 19ου και στις αρχές του 20ού αιώνα. Η πλοκή του στηρίζεται σε μεγάλο βαθμό στις συμπτώσεις που φέρνουν την ηρωίδα πιο κοντά στην αποκάλυψη της αλήθειας. Οι περιγραφές της ακολουθίας των εποχών (η δράση του μυθιστορήματος ξεκινά το φθινόπωρο και τελειώνει το καλοκαίρι της επόμενης χρονιάς) και της ζωής στην πόλη και την εξοχή, πλαισιώνουν τις εσωτερικές αλλαγές που συμβαίνουν στους ήρωες. Όχι μόνο η Γκαμπριέλ και ο έρωτάς της για τον Έντρε, αλλά και οι υπόλοιποι πρωταγωνιστές εξελίσσονται και αλλάζουν κατά τη διάρκεια του μυθιστορήματος. Ένα άλλο χαρακτηριστικό του βιβλίου είναι η πολυφωνία του: διατηρώντας την τριτοπρόσωπη αφήγηση, η συγγραφέας μπαίνει στο ρόλο πότε του ενός και πότε του άλλου ήρωα, προσεγγίζοντας την ιστορία από τη δική του σκοπιά. Αυτή η τεχνική προκαλεί αρκετές φορές την τραγική ειρωνεία και αυξάνει τη δραματικότητα και το ενδιαφέρον του κειμένου.
Η Άννα Δαμιανίδη που το μετέφρασε και ο Αντώνης Αλεξάνδρου που το επιμελήθηκε, μάς παρέδωσαν ένα κείμενο χωρίς εμφανείς αδυναμίες, παρά το μεγάλο του όγκο και την πολυπλοκότητα της γραφής του.