Ως ενύπνιό μου διάλεξα αυτό το πλούσιο σε αντανακλάσεις και είδωλα σκέψεων πρωτότυπο φιλοσοφικό βιβλίο, που το παρομοιάζει ο συγγραφέας του, Καθηγητής Φιλοσοφίας, θεατρικός συγγραφέας και βραβευμένος δοκιμιογράφος, ως: «αμφορέα διακοσμημένο με ποικίλες παραστάσεις, που έπεσε κι έγινε κομμάτια. Ένα αδέσποτο θραύσμα το καθένα τους, δίχως να παραπέμπει κατ’ ανάγκην σε κάποιο άλλο από τα κομμάτια του αμφορέα. Ίσως έτσι να είναι καλύτερα: όσο ο διακοσμημένος αμφορέας παρέμενε ακέραιος, διατρέχαμε πάντοτε τον κίνδυνο να χαθεί η ματιά μας μέσα στο πλέγμα των αλλεπάλληλων εικόνων του, σε αντίθεση προς τα θραύσματά του, που το καθένα τους, καθώς μας υποχρεώνει να επικεντρώσομε το βλέμμα μας επάνω του, λειτουργεί σαν μεγεθυντικός φακός τούτης ή εκείνης της λεπτομέρειας του αμφορέα» (από το οπισθόφυλλο).

Αυτή η αντιμετώπιση της Τέχνης ως μεγεθυντικού φακού νοηματοδοτήσεως, επισημάνσεως και καλλωπισμού της αφορήτου πραγματικότητος φαίνεται και στο κεφάλαιο 75 με τίτλο «Τέχνη και Ζωή» (σ. 266-268) από το οποίο σταχυολογώ ορισμένες σκέψεις, δηλώσεις, παρατηρήσεις, τσιτάτα: «Η αξία της τέχνης σε τούτο συνίσταται: στο να ανακαλούμε χάρη σε αυτήν εκείνο που, έχοντας σκεπαστεί από την συνήθεια, δεν μπορούμε να το επισημάνομε με τις φυσικές αισθήσεις μας», «Η τέχνη μας επιτρέπει, προσφέροντάς μας τους κατάλληλους φακούς, να εστιάσομε την ματιά μας σε λεπτομέρειες και να ανακαλύψομε, έτσι, την ζωή μας ως αγαθό, που διαφορετικά, με τα φυσικά μάτια μας, είναι αδύνατον να τη δούμε σαν τέτοιο», «Η ζωή δεν διδάσκεται. Βιώνεται», «Ο καλλιτέχνης μιμείται τον ίδιο αυτό κόσμο όπου όλοι είμαστε συγκάτοικοι…», «”Δεν αρκεί”, λέει ο Ντιντερό για τον καλλιτέχνη “να έχει ταλέντο, χρειάζεται να έχει και γούστο. Με το ταλέντο μιμείται απλώς την φύση, με το γούστο διαλέγει τι θα μιμηθεί”».

Ήδη από αυτήν τη σταχυολόγηση φαίνεται ότι υπάρχει εδώ κι ανευρίσκεται, εκτός από εμβρίθεια και οργανωμένη στοχαστική σκέψη, η πρωτοτυπία της ματιάς ενός ανήσυχου πνευματικού ανθρώπου, ο οποίος μέσα από τη βιωμένη ζήση του καταλήγει να φιλοσοφεί όπως αναπνέει και να ελέγχει την αναπνοή του διαλογιστικώς ώστε να μην υπερβαίνει τα όρια και τα εσκαμμένα. Αυτή του η προσπάθεια για το «πολιτικώς ορθόν» τον οδηγεί να χρησιμοποιήσει τριτοπρόσωπη παρατήρηση του πρωτοπρόσωπου (συμβατικού ή φυσικού) αφηγητή στο πλέον τολμηρό και βιτριολικό κατά τη γνώμη μου–, ενδιαφέρον και καυστικό κεφάλαιο 40 «Η σκύλα και η ψυχή».

Από τα υπόλοιπα, τράβηξαν την προσοχή μου και με αναγκάζουν να επανέρχομαι πολλαπλώς εις αυτά, τα κεφάλαια: 6 «Απόλαυση», 65 «Ουτοπία», 72 «Σκέψη και αλαζονεία», 78 «Το λάθος του Αλέξανδρου»…

Σκέφτομαι να μεταφέρω αυτό το συμπαθητικό και περιεκτικό τομίδιο στο γραφείο μου και κάθε φορά που μου χαρίζει η καθημερινότητα χίλιες αφορμές για να «τρώγομαι με τα ρούχα μου», εγώ να καταφεύγω εις αυτό αναζητώντας «παραμυθίαν της ψυχής μου» (μαζί με την αλησμόνητη ποιήτρια Ζωή Καρέλλη.

Μην το προσπεράσετε. Οι πανεπιστημιακοί καθηγητές, που ως ομότιμοι (συνταξιούχοι) παραμένουν αληθινοί Δάσκαλοι, είναι τόσο σπάνιοι στις μέρες μας. Κι ευτυχώς υπάρχουν. Ένας από αυτούς, ο πλέον ανθρώπινος, ένδοξος, ακοίμητος, εναργής και ζωντανό κύτταρο του πολιτισμού μας, ο ΘΕΟΔΟΣΗΣ Ν. ΠΕΛΕΓΡΙΝΗΣ!!! Ακουλουθήστε τον στις ατραπούς της Σκέψης, εκεί που πρωτοπάτησαν αναστήματα Γιγάντων. Έχει τον δικό του πρωτότυπο τρόπο για να μας επ-ανά-εξ-οικειώνει με την πραγματικότητα διά της Τέχνης του.