Κριτικός λόγος και σάτιρα στη Δημοκρατία της Βαϊμάρης

Έναν από τους σημαντικότερους δημοσιογράφους και συγγραφείς της εύθραυστης Δημοκρατίας της Βαϊμάρης συστήνουν στο ελληνικό κοινό οι εκδόσεις Κριτική. Ο Kurt Tucholsky, γεννημένος το 1890 στο Βερολίνο, μεγάλωσε σε μια εύπορη οικογένεια γερμανοεβραϊκής καταγωγής. Παρά τις σπουδές του στις Νομικές Επιστήμες, ακολούθησε το μονοπάτι της δημοσιογραφίας και από πολύ νωρίς ξεκίνησε να δημοσιεύει κείμενά του, ορισμένες φορές χρησιμοποιώντας ψευδώνυμα. Εργάστηκε ως κριτικός για το εβδομαδιαίο περιοδικό Die Weltbühne (Παγκόσμια Σκηνή) για αρκετά χρόνια και στη συνέχεια ανέλαβε την έκδοσή του. Το 1933, όμως, μέσα σε λίγους μήνες η ζωή του ανατράπηκε: τον Μάιο, οι εθνικοσοσιαλιστές ρίχνουν τα γραπτά του στην πυρά και τον Αύγουστο το όνομά του συμπεριλαμβάνεται στον πρώτο κατάλογο εκπατρισμού του ναζιστικού κράτους. Η Σουηδία γίνεται η νέα, και τελευταία, κατοικία του, καθώς το 1935 χάνει τη ζωή του από υπερβολική δόση υπνωτικών χαπιών.

Η δίγλωσση έκδοση με τίτλο «Σούρουπο ή χάραμα; Δημοκρατία της Βαϊμάρης, αντισημιτισμός, σάτιρα» συγκεντρώνει τέσσερα κείμενά του γραμμένα σε διαφορετικές χρονικές περιόδους. Το πρώτο, με τον τίτλο «Ημίφως», γράφτηκε το 1920, στα πρώτα ταραγμένα χρόνια της Δημοκρατίας της Βαϊμάρης και ο συγγραφέας ήδη φαίνεται προβληματισμένος με την κατάσταση που επικρατεί. «Διαισθάνομαι μόνο ότι πλησιάζει αργά κάτι που απειλεί να μας εξολοθρεύσει όλους» (σελ. 25), γράφει, βλέποντας το παλιό και το νέο να συγκρούονται, τον έλεγχο της κατάστασης να έχει χαθεί και τους ανθρώπους να κρύβονται, να κλείνουν τα μάτια μπροστά στους κινδύνους.

Το δεύτερο κείμενο έχει τον τίτλο «Βερολίνο! Βερολίνο!», δημοσιεύτηκε το 1919 στην εφημερίδα Berliner Tagerblatt και αποτελεί ένα σατιρικό σχόλιο για αυτή τη σύγχρονη πόλη που «συνδυάζει τα μειονεκτήματα μιας αμερικανικής μεγαλούπολης με εκείνα μιας γερμανικής επαρχιακής πόλης» (σελ. 51), με ανθρώπους που σκοτώνονται στη δουλειά, ζουν σε κουτιά και ανταλλάσσουν τους μονολόγους τους χωρίς να συνδιαλέγονται ή να προχωρούν σε ουσιαστική επικοινωνία.

«Επισκόπηση της εθνικής οικονομίας» τιτλοφορείται το τρίτο κείμενο, γραμμένο το 1931 για το  Die Weltbühne. Πώς ορίζει ο συγγραφέας την εθνική οικονομία; «Εθνική οικονομία είναι να αναρωτιέται ο κόσμος γιατί δεν έχει χρήματα» (σελ. 61), μας πληροφορεί δύο χρόνια μετά το μεγάλο Κραχ. O Tucholsky, ο οποίος γνωρίζει πολύ καλά τον οικονομικό χώρο, όντας γιος τραπεζίτη και έχοντας εκπονήσει διδακτορική διατριβή με θέμα τα ενυπόθηκα δάνεια, προσφέρει και την άποψή του για το χρηματιστήριο, το οποίο «είναι χρήσιμο για να αντικαθιστά τη λέσχη και την ταβέρνα μιας ομάδας αναστατωμένων κυρίων» (σελ. 71). Φυσικά, το κείμενο αυτό θα μπορούσε να έχει γραφτεί και σήμερα.

Το τελευταίο κείμενο της συλλογής με τον τίτλο «Τι επιτρέπεται στη σάτιρα;» γράφτηκε το 1919 πάλι για την  Berliner Tagerblatt. «Η σάτιρα δαγκώνει, γελάει, σφυρίζει και κρούει το μεγάλο, πολύχρωμο ταμπούρλο ενάντια σε όλα όσα παραμένουν στάσιμα και νωθρά» (σελ. 79). Ο καλλιτέχνης μέσω της σάτιρας αγωνίζεται για το καλό και για αυτό τον λόγο γίνεται ενοχλητικός ή θεωρείται επικίνδυνος. Όμως στη σάτιρα, μας λέει ο συγγραφέας, επιτρέπονται τα πάντα.

Την ευθύνη της μετάφρασης αυτών των κειμένων ανέλαβαν μέλη του Σωματίου Μεταπτυχιακών Σπουδών Γερμανικής Γλώσσας και Λογοτεχνίας. Με συναίσθηση αυτής της ευθύνης συνοδεύουν τα μεταφρασμένα κείμενα με σύντομα δικά τους που τοποθετούν το έργο του συγγραφέα στο ιστορικό του πλαίσιο. Στα επίμετρα ο αναγνώστης βρίσκει πληροφορίες για τις πολιτικές αλλά και πολιτισμικές συνθήκες στη Δημοκρατία της Βαϊμάρης, καθώς και ένα λεπτομερές βιογραφικό σημείωμα για τον συγγραφέα.