Μια πτήση προς τον ουρανό
«Ανήκε σ’ εκείνη την κατηγορία των αντρών –αόριστα ατημέλητοι, συχνά φαλακροί, κοντοί, ευτραφείς, έξυπνοι- που για κάποιον ανεξήγητο λόγο ασκούν έλξη σε ορισμένες ωραίες γυναίκες. Ή τουλάχιστον έτσι έβλεπε τον εαυτό του, και αυτή του η πεποίθηση εξαργυρωνόταν στην πραγματική ζωή. Οι επιτυχίες του οφείλονταν επίσης στο ότι μερικές γυναίκες πίστευαν πως ήταν μια μεγαλοφυΐα που χρειαζόταν επειγόντως διάσωση» (σελ. 13). Από τις πρώτες σελίδες του μυθιστορήματός του, ο Ίαν ΜακΓιούαν προετοιμάζει τον αναγνώστη για το ποιόν του ήρωά του. Ο Μάικλ Μπίαρντ είναι 53 χρονών το 2000, στα πρόθυρα της διάλυσης του πέμπτου γάμου του με την κατά πολύ νεότερή του Πατρίς. Είναι φυσικός και οφείλει την επαγγελματική του επιτυχία σε ένα βραβείο Νόμπελ που πήρε πριν από κάμποσα χρόνια, με βάση τη θεωρία του Αϊνστάιν («Συγκερασμός Μπίαρντ-Αϊνστάιν»). Έχει διοριστεί πρόεδρος του Κέντρου για τις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας, που συνέστησε η κυβέρνηση Μπλαιρ για να στεγάσει τις φιλοδοξίες νέων επιστημόνων. Στην πραγματικότητα, ο Μάικλ απλώς προεδρεύει του κέντρου, καθώς αναλώνει το χρόνο του σε συνέδρια σε όλο τον κόσμο και δίνοντας διαλέξεις – επί πληρωμή. Ένας νεαρός ερευνητής, ο Τομ Άλντους, προσπαθεί επανειλημμένα να τον πλησιάσει για να προωθήσει την πρωτοποριακή ιδέα του, αλλά ο Μάικλ δεν του δίνει καμία σημασία. Μέχρι τον άδοξο θάνατο του Άλντους στο σαλόνι του σπιτιού του Μπίαρντ (το πώς έγινε αυτό αποτελεί συγγραφικό εύρημα).
Το βιβλίο χωρίζεται σε τρία μέρη: το πρώτο τελειώνει με τον οριστικό χωρισμό του Μάικλ και της Πατρίς. Στο δεύτερο, που διαδραματίζεται το 2005, ο Μπίαρντ μοιάζει να έχει βρει το σκοπό της ζωής που του έλειπε. Βασιζόμενος στις σημειώσεις του Άλντους, έχει αναπτύξει τη θεωρία του για την εκμετάλλευση της ηλιακής ενέργειας και έχει κατοχυρώσει πλήθος ευρεσιτεχνιών (με το αζημίωτο). Στην προσωπική του ζωή, έχει δεσμό εδώ και μερικά χρόνια με τη Μελίσα, μια γλυκιά έμπορο ειδών χορού, η οποία δεν απαιτεί απ΄ αυτόν καμία δέσμευση όταν μένει έγκυος. Στο τρίτο μέρος, που διαδραματίζεται το 2009, ο Μάικλ βρίσκεται πολύ κοντά στην κορύφωση των επαγγελματικών του σχεδίων: ένα πρότυπο κέντρο φωτοβολταϊκών θα εγκαινιαστεί στην έρημο της Αριζόνα. Αλλά το απόγειο της δύναμής του θα είναι και το σημείο απ΄ όπου θα αρχίσει η πτώση του, κυριολεκτικά και μεταφορικά. Η ύβρις θα φέρει την άτη.
Στο πιο αριστοτεχνικό, κατά την άποψη της υπογράφουσας, μέχρι σήμερα μυθιστόρημά του, ο Ίαν ΜακΓιούαν δημιουργεί έναν ήρωα που δεν νοιάζεται για κανέναν και για τίποτα πέρ’ από τον εαυτό του. Δεν αισθάνεται, δεν αντιδρά, παρά μόνο στα εξωτερικά ερεθίσματα. Ο κόσμος μέσα του είναι νεκρός. Ο συγγραφέας δεν αρκείται σε εύκολες ψυχολογικές ερμηνείες για να περιγράψει το «φαινόμενο» Μπίαρντ. Ως συνήθως, πηγαίνει πιο βαθιά, θέτοντας ερωτήματα που παραμένουν και μετά την ανάγνωση του βιβλίου. Τι πήγε «στραβά» και ο νεαρός επιστήμονας εγκατέλειψε στην πορεία το πάθος του για την επιστήμη; Πώς άρχισε να φτιάχνει παράλληλες σχέσεις με γυναίκες οδηγώντας με μαθηματική ακρίβεια στη διάλυση και των πέντε γάμων του; Γιατί δεν θέλησε ποτέ να κάνει ένα παιδί; Επίσης, όπως και άλλοι Βρετανοί συγγραφείς (στο μυαλό έρχεται ο Τζόναθαν Κόου), ο ΜακΓιούαν ασκεί έμμεσα κριτική στην αγγλική κοινωνία και στην πολιτική των «Νέων Εργατικών»: στην ολοκληρωτική παράδοση της επιστημονικής έρευνας στις επιταγές της «αγοράς», με το λαϊκισμό και την ηθικολογία που συνήθως τη συνοδεύουν.
Το θέμα της κλιματικής αλλαγής και η εκμετάλλευσή του είναι στο κέντρο των προβληματισμών του συγγραφέα σε αυτό το βιβλίο. Το “Solar” είναι ένα μυθιστόρημα για την ακόρεστη φιλοδοξία και για την πτήση του Δαιδάλου προς τον ουρανό. Η παρουσίαση του προβλήματος στο μυθιστόρημα «υπονομεύεται» ευφυώς από το χιούμορ και τις πνευματώδεις περιγραφές. Η μετάφραση της Κατερίνας Σχινά φαίνεται πως αναδεικνύει το αγγλικό κείμενο.