Wednesday isnt grey

… Όπως τουλάχιστον τραγουδούσαν οι Cure. Στο τρίτο βιβλίο των Nicci French, η ψυχοθεραπεύτρια Φρίντα Κλάιν θα βρεθεί σε μια δίνη γεγονότων που θα καταρρακώσουν την ψυχολογική της υπόσταση.

Ένα μικρό κορίτσι, επιστρέφοντας από το σχολείο, βρίσκει τη μητέρα του νεκρή στην κουζίνα. Γρήγορα ειδοποιείται όλη η οικογένεια, ο πατέρας και τα άλλα δύο παιδιά. Όλα δείχνουν ότι πρόκειται για ληστεία. Όμως από την προσεκτικότερη παρατήρηση των στοιχείων φαίνεται ότι υπάρχουν καλά κρυμμένα μυστικά στην οικογένεια.

Παράλληλα, η Φρίντα, που πια δεν συνεργάζεται με την αστυνομία ως σύμβουλος, προσπαθεί να ξεπεράσει την επίθεση που είχε δεχτεί και παραλίγο να της στοιχίσει τη ζωή. Ο νέος σύμβουλος της αστυνομίας, Χαλ Μπράντσο, διάσημος και αλαζόνας, έχει βάλει στο στόχαστρο τη Φρίντα, προσπαθώντας να αποδείξει ότι πρόκειται για μια ψυχοθεραπεύτρια που επ’ ουδενί δεν είναι επαγγελματίας.

Η αστυνομία αναζητεί τα ίχνη του δολοφόνου χωρίς αποτέλεσμα, ενώ η Φρίντα γίνεται μέρος του πειράματος του Χαλ Μπράντσο. Η εμπλοκή της Φρίντα τόσο στην αναζήτηση του δολοφόνου, όσο και σε μια ιστορία εξαφάνισης κοριτσιών, θα την οδηγήσει σ’ έναν κυκεώνα για δυνατές ψυχές. Και το χειρότερο είναι ότι η δική της ψυχική κατάσταση είναι πιο εύθραυστη από ποτέ…

Μετά τα εξαιρετικά αστυνομικά μυθιστορήματα “Blue Monday” και “Tuesday’s gone”, το συγγραφικό δίδυμο των Nicci French επανέρχεται μ’ ένα πολύ δυνατό βιβλίο. Στο ίδιο ύφος και με τριτοπρόσωπη αφήγηση, οι συγγραφείς επενδύουν περισσότερο στη σκιαγράφηση και την ψυχολογική υπόσταση των χαρακτήρων, ώστε στο συγκεκριμένο βιβλίο να είναι πιο ώριμη και μεστή. Με την αφηγηματική και υφολογική τεχνική να λειτουργεί άρτια, καθιστώντας αμείωτο το ενδιαφέρον καθ’ όλη τη διάρκεια της ανάγνωσης. Οι διάλογοι, περιεκτικοί και λειτουργικοί, προσδίδουν οικειότητα στην αποτύπωση των ηρώων, αφού τα ίδια τους τα λόγια –και οι πράξεις τους φυσικά– τους χαράσσουν έντονα στη φαντασία των αναγνωστών.

Γιατί θεωρώ ότι η σειρά βιβλίων συγκαταλέγεται στα καλύτερα μεταφρασμένα αστυνομικά μυθιστορήματα; Γιατί δεν παίζει απλά το παιχνίδι του “who done it”, αλλά κυρίως διότι οι χαρακτήρες και το υπόβαθρο της ιδιοσυγκρασίας τους απεικονίζεται ρεαλιστικά και αληθινά, διότι οι ήρωες παίρνουν πάνω τους όλο το βάρος της ιστορίας, καθώς η υπόθεση εξελίσσεται σ’ ένα γαϊτανάκι με πρόσωπα και καταστάσεις που και ο πιο εξοικειωμένος αναγνώστης δεν μπορεί να βγάλει άκρη.

Η «Σκοτεινή Τετάρτη» διεκδικεί επάξια μια από τις πρώτες θέσεις της μεταφρασμένης αστυνομικής λογοτεχνίας, όπως και όλη η σειρά των Nicci French άλλωστε. Όταν νιώσετε το άχθος που κουβαλούν οι ήρωες μέσα στα δικά σας σωθικά, τότε νομίζω πως θα με θυμηθείτε.