«Ο δρόμος για τον Παράδεισό μας είναι πάντα δύσκολος, μακρύς και τραχύς.»

(σελ. 347)

Πόσες φορές έχετε διαβάσει ένα μυθιστόρημα όπου πρωταγωνιστής –ουσιαστικός και κυρίαρχος– να είναι η φιλία; Και να είναι μάλιστα γραμμένο από έναν νέο Έλληνα συγγραφέα; Δεν συμβαίνει πολύ συχνά. Για αυτό τον λόγο το μυθιστόρημα του Δημήτρη Νίκου μού έκανε εντύπωση. Μακριά από τις συνηθισμένες συνταγές των ερωτικών ιστοριών, των αφηγημάτων προδοσίας, απιστίας και καλά κρυμμένων μυστικών, ο συγγραφέας προσεγγίζει το θέμα της φιλίας και μέσα από αυτό ψυχογραφεί τρεις ξεχωριστές προσωπικότητες.

Τρεις φίλοι ξεκινούν για μία κυριακάτικη εκδρομή που θα τους τραβήξει μακριά από τη μουντή πραγματικότητα της ζωής τους. Η Έλλη, όμορφη, έξυπνη, αλλά ανίκανη να ευτυχήσει συναισθηματικά. Η Πηνελόπη, γεννημένη με παραμορφωμένη πρόσωπο, αλλά με όμορφη ψυχή. Και ο Άρης, μοναχικός και ταυτόχρονα στήριγμα των κοριτσιών, αποξενωμένος από τους γονείς του και εγκλωβισμένος σε μία ζωή λίγων ευκαιριών. Η εκδρομή ξεκινά με αισιοδοξία για να καταλήξει σε τραγωδία, όταν εξαιτίας ενός αστείου η Έλλη σκοτώνεται. Ο Άρης και η Πηνελόπη μέσα στον πανικό τους κρύβουν το πτώμα και επιστρέφουν στην πόλη. Και εκεί αρχίζει ο Γολγοθάς τους, οι τύψεις τους, η αγωνία τους, η αυτοτιμωρία τους και η αδυναμία τους να χειριστούν την κατάσταση. Ώσπου ένα ακόμα τραγικό γεγονός φέρνει την αστυνομία στα ίχνη των φίλων και οδηγεί σε εξελίξεις που κανείς δεν περιμένει.

Ο συγγραφέας έχει στήσει πολύ έξυπνα το μυθιστόρημα, γράφοντας έναν πρόλογο εσκεμμένα αόριστο, αλλά ταυτόχρονα οδηγό για την εξέλιξη της ιστορίας. Μέσα από μία τριτοπρόσωπη αφήγηση που εστιάζει διαδοχικά και στα τρία πρόσωπα, παρουσιάζει τα γεγονότα και τα αισθήματά τους. Ο εσωτερικός κόσμος και των τριών απλώνεται σαν χάρτης που έρχεται να εξηγήσει τις αποφάσεις και τις ενέργειές τους. Το διαλογικό κομμάτι είναι περιορισμένο, καθώς αυτό που εξετάζεται είναι ο «εαυτός» του καθενός, το δύσκολο μονοπάτι προς την τιμωρία και την εξιλέωση που είναι γεμάτο όνειρα/εφιάλτες, ενοχές και εξομολογήσεις χωρίς αποδέκτη. Και εκεί που η ιστορία οδηγείται στη λήξη της, ο συγγραφέας με έναν ελιγμό τα ανατρέπει όλα και δίνει μία μικρή ελπίδα ότι όλη αυτή η σκοτεινή πραγματικότητα μπορεί να έχει και κάποιο φως.

Καλογραμμένο και εσωτερικό, αγωνιώδες και ανθρώπινο, το «Σημασία έχει μονάχα η ζωή» μάς δίνει μία προτροπή: μαζί, πραγματικά, ψυχικά μαζί, είμαστε πιο δυνατοί…αντέχουμε τη ζωή.

Σημείωση: Αντί υστερόγραφου, το “don’t judge a book by its cover…” στη συγκεκριμένη περίπτωση σίγουρα ισχύει – το εξώφυλλο αδικεί το περιεχόμενο.