Στο βάθος της ψυχής τους

Η λογοτεχνία του φανταστικού και η επιστημονική φαντασία είναι τομείς ελάχιστα διαδεδομένοι τόσο στο αναγνωστικό κοινό της Ελλάδας, όσο και στο συγγραφικό δυναμικό της – αν και τα τελευταία χρόνια παρατηρείται μία αύξηση των αναγνωστών του είδους. Γι’ αυτό το λόγο πάντα αποτελεί μια ευχάριστη έκπληξη ένα καλογραμμένο μυθιστόρημα που να ανήκει σε αυτές τις κατηγορίες και να είναι γραμμένο από ελληνική πένα, όπως συμβαίνει με το «Σερκλ» του Νίκου Μούρα.

Το Σερκλ είναι μια μικρή επαρχιακή πόλη, η οποία πήρε το όνομά της χάρη στο ολοστρόγγυλο σχήμα της. Σε αυτή την πόλη κυριαρχεί ηρεμία και ομόνοια ανάμεσα στους κατοίκους, ενώ το πιο συνταρακτικό γεγονός που μπορεί να συμβεί είναι κάποιος καβγάς ανάμεσα σε εφήβους. Ώσπου ένα βράδυ, έπειτα από ένα ξαφνικό μπλακάουτ, τα πάντα αλλάζουν. Οι κάτοικοι, ορισμένοι τουλάχιστον από αυτούς, αλλάζουν εντελώς. Ο ιερέας της πόλης αρχίζει και αμφισβητεί την προσήλωσή του στο Θεό, ο Ρόμπερτ, ο ξυλουργός της πόλης, ξυπνάει μέσα σε ένα γυναικείο σώμα, ο Φρανκ, ο αστυνόμος, νιώθει έλξη για τον «καινούριο» Ρόμπερτ, η Μάρθα, η σύζυγος του Φρανκ, ανακαλύπτει την κοιμισμένη σεξουαλικότητά της και κυνηγά τον πρώτο της έρωτα, ενώ ο Μάθιου, ένας βαθιά δυστυχισμένος άντρας, μετατρέπεται σε δολοφόνο. Τι πραγματικά συνέβη στην πόλη και πώς συνδέονται όλα αυτά με έναν παλιό μύθο για ένα χρυσό αστέρι; Και κυρίως, μπορεί η κατάσταση να επανέλθει στα φυσιολογικά της;

Ο Νίκος Μούρας χωρίζει το μυθιστόρημά του σε τέσσερα μέρη και διαλέγει την τριτοπρόσωπη αφήγηση, παρουσιάζοντας από μια απόσταση της ιστορίες των πρωταγωνιστών του. Σε εναλλασσόμενα κεφάλαια, τα οποία κάθε φορά εστιάζουν και σε ένα διαφορετικό πρόσωπο, παρουσιάζει την απότομη αλλαγή και την ανάγκη των προσώπων να προσαρμοστούν. Μέσα από αυτή την αλλαγή οι χαρακτήρες κινούνται προς κάτι που βρισκόταν βαθιά κρυμμένο στην ψυχή τους, προς κάτι που τους έλειπε, τους απασχολούσε ή τους βασάνιζε, ακόμα κι αν δεν το είχαν συνειδητοποιήσει. Η σταδιακή αφήγηση του μύθου, η οποία παρουσιάζεται εν είδει εισαγωγής σε κάθε μέρος του μυθιστορήματος, καθώς και ο έξυπνος επίλογος φωτίζουν ακριβώς αυτό το στοιχείο: κάτι προκάλεσε την αλλαγή στο Σερκλ, αλλά οι μεταβολές των ατόμων προέρχονται από μέσα τους, από όσα είχαν φυλάξει βαθιά.

Καλογραμμένο, χωρίς πλατειασμούς, με εύστοχες παρατηρήσεις –για την κοινωνική ζωή γενικότερα– και με μια ατμόσφαιρα μυστηρίου αισθητή αλλά όχι αποπνικτική για τον αναγνώστη, το «Σερκλ» είναι μια αξιόλογη δουλειά που διαβάζεται ευχάριστα.