When men were men
Η ιστορία γράφεται από τους νικητές και συνήθως οι νικημένοι παρουσιάζονται ως αιμοσταγή τέρατα, ενώ οι νικητές (κατά σατανική σύμπτωση) βρίσκονται πάντα στη σωστή πλευρά – ακόμα κι αν έχουν διαπράξει εξίσου φρικτά εγκλήματα με τους ηττημένους. Ο Έρβιν Ρόμελ αποτελεί την εξαίρεση στον παραπάνω κανόνα. Ο γνωστός ως ”Αλεπού της Ερήμου” Γερμανός στρατάρχης στο βορειοαφρικανικό θέατρο πολέμου την περίοδο 1941-43, κατάφερε όχι μόνο να παραμείνει η μοναδική προσωπικότητα που θέλει να θυμάται η μεταπολεμική Γερμανία, αλλά και να προσωποποιεί εκείνο το ιπποτικό ρητό σύμφωνα με το οποίο η αξία του νικημένου δίνει αξία στο νικητή: το να σε αναγνωρίζουν ακόμα και οι αντίπαλοι, είναι ίσως η μεγαλύτερη τιμητική διάκριση που θα μπορούσε ένας πραγματικός στρατιώτης να φανταστεί.
Το βιβλίο του Βρετανού ιστορικού David Irving αποτελεί μια εξαιρετική ιστορική καταγραφή τόσο των πολεμικών επιχειρήσεων εκείνης της περιόδου όσο και των πολιτικών πιέσεων που διαδραματίστηκαν πίσω από αυτές. Παράλληλα, εμβαθύνει στο ψυχoλογικό προφίλ του ηγέτη των Afrika Korps, δίνοντας πρωταγωνιστικό ρόλο στην ανθρώπινη φύση και τον τρόπο που αυτή αναδεικνύεται μέσα στη φωτιά ενός πολυδιάστατου πολέμου. Το υλικό στο οποίο βασίστηκε ο συγγραφέας είναι τόσο οι μαρτυρίες συντρόφων του Ρόμελ όσο και άγνωστα μέχρι πρόσφατα, ημερολόγια του ιδίου και των συμμαχητών του, κυρίως όμως η προσωπική αλληλογραφία του με την αγαπημένη του Λούσυ. Έτσι ο αναγνώστης αποκτά μια ολοκληρωμένη άποψη για το χαρακτήρα του αλλά και για το σύστημα αξιών που δεν πρόδωσε ποτέ ο πρωταγωνιστής αυτής της ταραγμένης εποχής.
Αγωνιστής στα πεδία των μαχών αλλά και της ζωής, πεισματάρης και απείθαρχος, με στρατηγική σκέψη και δράση χαοτική, αντιμέτωπος με εχθρούς και ”φίλους”, ο Ρόμελ κατάφερε να ανατρέψει πολλάκις τους συσχετισμούς στο πεδίο της μάχης: κέρδισε μεγαλειώδεις νίκες κυρίως εναντίων των καθόλα αξιόμαχων Βρετανών, εκθέτοντας ταυτόχρονα ανεπανόρθωτα το αριστοκρατικό πρωσικό κατεστημένο της γερμανικής στρατιωτικής ηγεσίας στα μάτια του Χίτλερ και κυρίως στα μάτια του γερμανικού λαού. Αλλά να ξεχωρίζει κανείς από τη μάζα και να επιλέγει το δικό του αντιδογματικό τρόπο σκέψης και δράσης -και μάλιστα μέσα στα πλαίσια του στρατού της ναζιστικής Γερμανίας-, είναι βέβαιο ότι θα έχει ένα τίμημα: στην περίπτωση του Ρόμελ ήταν η εξαναγκασμένη αυτοκτονία του κατόπιν εντολής του ίδιου του Χίτλερ.
Το ότι ο Ρόμελ υπήρξε στρατιωτική ιδιοφυία είναι γενικά παραδεκτό: μέσα από την παρούσα βιογραφία του συναντάμε έναν πολεμιστή με υψηλή αίσθηση του δικαίου, της αλληλεγγύης και της συντροφικότητας και επιπλέον έναν άντρα της ”παλιάς σχολής”, όπου η αξιοπρέπεια, η τιμή και η αίσθηση του καθήκοντος δεν ήταν απλά λέξεις αλλά ο τρόπος να ζεις και να πεθάνεις.