Fine

«Ο τρόπος της αποχώρησης του Μονταλμπάνο από την ενεργό δράση μού ήρθε ως ιδέα στα ογδόντα μου χρόνια κι έτσι βρέθηκα να γράφω το βιβλίο αυτό, που αποτελεί το τελευταίο κεφάλαιο, το τελευταίο βιβλίο της σειράς. Το έστειλα στον εκδότη μου λέγοντάς του να το βάλει στο συρτάρι και να το εκδώσει μετά τον θάνατό μου.»

Με αυτά τα λόγια ο Αντρέα Καμιλλέρι ενημερώνει τους αναγνώστες ότι το εν λόγω βιβλίο είναι η κατακλείδα ιστορία του επιθεωρητή Μονταλμπάνο, εκδοθείσα στα ελληνικά δύο και πλέον χρόνια από τον θάνατο του συγγραφέα, ενώ στην Ιταλία εκδόθηκε έναν χρόνο μετά τη «φυγή» του Καμιλλέρι. Προσωπικά, όντας πιστός αναγνώστης του Καμιλλέρι, όταν έπιασα στα χέρια μου το βιβλίο και ξεκίνησα να διαβάζω τις πρώτες σελίδες, την αφετηρία της αστυνομικής πλοκής, ο νους μου έμοιαζε διαρκώς αγκιστρωμένος στο πώς ο συγγραφέας θα οδηγήσει τον αναγνώστη στο τέλος του Μονταλμπάνο. Σαν τις ταινίες που ξέρεις το τέλος κι ωστόσο σκηνή τη σκηνή –εν προκειμένω σελίδα τη σελίδα– η αγωνία μεγαλώνει για το τέλος που επέρχεται.

Ας αναφέρουμε παρόλα αυτά λίγα λόγια για την υπόθεση: τέσσερις φίλοι ετοιμάζονται να πάνε για πεζοπορία. Στο σημείο συνάντησης έχουν φτάσει οι τρεις. Λίγη ώρα πριν φτάσει και ο τέταρτος, ένας από τους τρεις φίλους δολοφονείται. Οι δυο φίλοι που βρίσκονται κοντά προσπαθούν ν’ αντιληφθούν από πού προήλθε ο πυροβολισμός. Ο τέταρτος της παρέας καταφτάνει βλέποντας τον φίλο του να κείτεται στον δρόμο νεκρός. Ο Σάλβο πηγαίνει τους τρεις φίλους στο αστυνομικό τμήμα για να τους ανακρίνει και διαπιστώνει ότι υπάρχουν καλά κρυμμένα μυστικά στους δεσμούς που ενώνουν τους τέσσερις φίλους. Παράλληλα, μια κυρία που δηλώνει μέντιουμ, αναφέρει στον Σάλβο την περίεργη κινητικότητα ενός φορτηγού που καταφτάνει στο ίδιο σημείο, κοντά στο σπίτι της, την ίδια ώρα κάθε ημέρα. Ο Σάλβο δεσμεύεται να το ερευνήσει. Οι δυο υποθέσεις, φαινομενικά τελείως διαφορετικές, διαθέτουν ωστόσο κάποιες κοινές συνιστώσες που θα αποτελέσουν την απαρχή για τη διαλεύκανση των υποθέσεων.

Πώς να σχολιάσεις τη συγγραφική δεινότητα ενός σπουδαίου λογοτέχνη, όταν αφ’ ενός η συγγραφική πορεία του αποδεικνύει περίτρανα το μέγεθος της επιτυχίας και της ικανότητάς του και αφ’ ετέρου έχεις γράψει αναρίθμητα κείμενα όντας και ο ίδιος φανατικός αναγνώστης; Χαρακτηριστική διαφορά συγκριτικά με άλλα βιβλία της σειράς είναι ότι στο συγκεκριμένο βιβλίο υπάρχει επικοινωνία ανάμεσα στον Μονταλμπάνο και τον συγγραφέα-δημιουργό του, μια επικοινωνία που τους φέρνει συχνά σε ρήξη, καθώς ο συγγραφέας θέλει ο ήρωάς του να κινηθεί εντός των πλαισίων που του έχει ορίσει, προτείνοντας στον επιθεωρητή ακόμα και τρόπους για την επίλυση των υποθέσεων, ενώ ο συγγραφέας-δημιουργός επιθυμεί να αποσχιστεί από τον ήρωά του και να στραφεί σε νέα λογοτεχνικά ερεθίσματα και αναζητήσεις. Κάτι ανάλογο με όσα είχαν συμβεί και με τον Arthur Conan Doyle και τον διάσημο ήρωά του Σέρλοκ Χολμς. Από την άλλη ο Σάλβο αντιδρά στην καθοδήγηση και αποζητά την ελευθερία του. Οι συνεχείς εντάσεις στη σχέση αυτή καταδεικνύουν την πρόθεσή του συγγραφέα να κλείσει το κεφάλαιο «Μονταλμπάνο». Αλλά και ο ίδιος ο επιθεωρητής θέλει ν’ απελευθερωθεί από τον δημιουργό του ή καλύτερα ν’ αυτονομηθεί. Η σχέση των δύο που κράτησε δεκαετίες και υπήρξε άρρηκτη παρά τις τριβές που ενδεχομένως είχαν προκληθεί κυρίως από την πλευρά του συγγραφέα. Μια σχέση που φτάνει στο τέλος της. Κι ο Σάλβο τελικώς, κατάφερε να ζήσει την τελευταία περιπέτειά του έναν χρόνο μετά τον θάνατο του συγγραφέα, τουλάχιστον μέσα από τα μάτια των αναγνωστών.

Όσο για το τέλος; Δεν θα μπορούσε να είναι συμβατικό, δεν θα ταίριαζε ούτε στον Καμιλλέρι ούτε στον Μονταλμπάνο. Δεν θα μπορούσε παρά να διαχωρίσει ήρωα και δημιουργό ως δύο οντότητες στη σφαίρα του χρόνου, αφήνοντας, έστω και ουτοπικά, την αίσθηση ότι ο Μονταλμπάνο μπορεί κάποια στιγμή να πάρει την απόφαση να επιστρέψει.