Μνήμη και ενοχή
Ο Κυριάκος Μαργαρίτης γεννήθηκε στην Κύπρο το 1982. Είναι πτυχιούχος κλασικής φιλολογίας του Πανεπιστημίου Αθηνών. Η συλλογή διηγημάτων του με τίτλο «Μικροί ερωτικοί θρήνοι» απέσπασε το κρατικό βραβείο νέου λογοτέχνη της Κύπρου. Έχει γράψει μυθιστορήματα για παιδιά και νέους, τα οποία έχουν τιμηθεί με διάφορα βραβεία. Το «Ρέκβιεμ για τους απόντες» είναι μυθιστόρημα για ενηλίκους και κυκλοφόρησε το 2009.
Κατά την πρώτη ημέρα της λειτουργίας του Γραφείου Ειδικών Ερευνών, το οποίο έχει ανοίξει στη Χλώρακα της Πάφου, ο Αρσένιος Θησέας δέχεται τις επισκέψεις της νεαρής Τουρκοκύπριας, γεννημένης στο Λονδίνο, Σελιχέ Ερκίν, και του μεσήλικα μητροκτόνου Ζακχαίου-Θεόφιλου Ανδρεάδη με το αίμα να στάζει ακόμα από τον μπαλτά του. Δουλειά του 26χρονου Αρσένιου είναι να απαντήσει στο ερώτημα “γιατί πέθανε ο παππούς μου;” της Σελιχέ και “γιατί πέθανε η μάνα μου;” του Ζακχαίου. O Τουρκοκύπριος Ναχίμ Σεκί δολοφονήθηκε στις 20 Απριλίου 1962 και η Ελληνοκύπρια Έλλη Ανδρεάδη αυτή την ίδια (πρώτη) μέρα του Σεπτεμβρίου του 2008. Ο υπαρξιακός ντετέκτιβ Θησέας δεν έχει σκοπό να βρει τους ενόχους, αλλά να απαντήσει στο ερώτημα όπως ακριβώς τίθεται, μέσα από μια ιστορική και δημοσιογραφική έρευνα που θα τον πάρει πίσω στη δεκαετία του ’60, στα γεγονότα και τις έριδες που σημάδεψαν την Κύπρο και κληροδότησαν στις κατοπινές γενιές αμέτρητες ενοχές και βάρη.
Ο Αρσένιος θα συναρμολογήσει ένα παζλ με αφετηρία το θάνατο – ή, μάλλον, τους δύο θανάτους, που στην έρευνά του συνδέονται μεταξύ τους. Κι όταν βρει την απάντηση, θα την ανακοινώσει ως άλλος Ηρακλής Πουαρό, στους πελάτες του – κλείνοντας με τον “κλασικό” τρόπο αυτό το ιδιότυπο αστυνομικό μυθιστόρημα που ακολουθεί, ωστόσο, όλους τους κανόνες του είδους: έχει σασπένς, φόνους, θύτες και θύματα, μπράβους, υπόκοσμο, διαπλοκή της πολιτικής με την οικονομική εξουσία. Και στο φόντο η Ιστορία αυτού του τόπου, του κάθε τόπου, που τα δημιουργεί όλα αυτά. Το παρελθόν συγχωνεύεται συνεχώς με το παρόν, αλλά για να προχωρήσει στο μέλλον χρειάζεται αυτό που ο Αρσένιος ανακαλύπτει ένα απόγευμα συνομιλώντας με την ηλικιωμένη Ιωάννα Μαρκαντώνη που πάσχει από Αλτσχάιμερ.
Παίζοντας στα δάχτυλα την πρόσφατη ιστορία της Κύπρου (και αποδεικνύοντας ότι, τελικά, δεν είναι τόσο δύσκολο να βρεις το μίτο αυτού του λαβυρίνθου και να αποφύγεις τους εύκολους αφορισμούς), ο Μαργαρίτης κινεί με αφηγηματική άνεση τους ήρωές του στους δρόμους και τις συνοικίες της σύγχρονης Πάφου – όχι μόνο της τουριστικής Κάτω Πάφου, αλλά και της πρώην τουρκοκυπριακής συνοικίας, του Μούτταλου, και των υποβαθμισμένων περιοχών όπου ζουν τώρα μετανάστες. Τα “πιάνει” όλα, όλες τις πτυχές του προβλήματος, πολιτικές και κοινωνικές, μιλάει για την εξορία της Σελιχέ και τη δική του και. κατά τη γνώμη της υπογράφουσας, ξεκαθαρίζει τους λογαριασμούς της γενιάς του απέναντι στο παρελθόν, διαγράφοντας ένα μέλλον διαφορετικό, σπάζοντας το φαύλο κύκλο, σφραγίζοντας τα ασκέπαστα μνήματα και τους συλημένους τάφους.
Η ειρωνεία και ο αυτοσαρκασμός πετυχαίνουν το στόχο τους, αν και το κείμενο σε ορισμένα σημεία, κυρίως προς το τέλος, πλατειάζει. Ένα μειονέκτημα της πλοκής είναι ίσως η αποκάλυψη της λύσης του αινίγματος περίπου στο μέσον του βιβλίου. Κατά τα άλλα, ο γρήγορος ρυθμός κρατά αμείωτο το ενδιαφέρον του αναγνώστη.