Μαθήματα οικιακών κινδύνων

Ποτέ ένα σπίτι δεν είναι τόσο αθώο όσο φαίνεται. Τοίχοι που πάνω τους αργοκυλούν μυστήρια. Κρύπτες που φανερώνουν μεθοδικές διαδρομές, ενός άλλου οικήματος, μέσα στο ήδη υπάρχον. Πατώματα που ασφυκτιούν από τα τραχιά πατήματα των ιδιοκτητών. Σανίδες που επιβουλεύονται το βάδισμά τους.

Το ντεμπούτο του Άγγλου Γουίλ Γουάιλς είναι ένα μυθιστόρημα «οικιακής παραδοξολογίας». Φέρει μια εσάνς από Ρολάν Πολάνσκι στην περιβόητη, και εν πολλοίς άτυπη, τριλογία του «διαμερίσματος».

Στην «Αποστροφή», η Κάρολ νιώθει εγκλωβισμένη μέσα στο διαμέρισμά της· ένα φάσμα επικείμενου τρόμου την περιδένει με τα πράγματα. Στο “Rosemary’s Baby”, η ηρωίδα υποπτεύεται τους γείτονές της, καθώς θεωρεί πως ανήκουν σε μια σατανιστική αίρεση και έχουν ως σκοπό να της αρπάξουν το παιδί της. Στον «Ένοικο», ένας ανίδεος μετανάστης νοικιάζει το διαμέρισμα μιας γυναίκας, που αυτοκτόνησε κάτω από αδιευκρίνιστες συνθήκες.

Στο «Προσοχή στα πατώματα!» έχουμε να διαχειριστούμε την ατροφική –και προοδευτικά χαοτική– περιδίνηση του ανθρώπου σε ένα περιβάλλον κλινικής καθαρότητας. Ο ήρωας –ουδέποτε μαθαίνουμε το όνομά του– δέχεται την πρόσκληση ενός γκαρδιακού φίλου του από το πανεπιστήμιο, του μουσικού Όσκαρ, να φιλοξενηθεί για ένα μικρό χρονικό διάστημα στο διαμέρισμά του, που βρίσκεται σε μια χώρα του πρώην ανατολικού μπλοκ (επίσης δεν κατονομάζεται), για να το προσέχει.  Ο Όσκαρ είναι αναγκασμένος να μεταβεί στο Λος Άντζελες για να διευθετήσει τις λεπτομέρειες του επικείμενου διαζυγίου του με την Αμερικανίδα σύζυγό του.

Πρόκειται για μια φιλική υποχρέωση που μετατρέπεται σε σπινθήρας χάους. Ο Όσκαρ είναι το τρανό υπόδειγμα εκκεντρικότητας, λεπτολογίας και υποχόνδριας τακτικότητας. Το διαμέρισμά του, σε αντίθεση με την εικόνα διάλυσης που εμφανίζει η πόλη του, είναι ένα περιβάλλον ιδρυματικής τελειότητας. Οι μινιμαλιστικές γραμμές των επίπλων, το ερμητικό λευκό των τοίχων, το τέλεια λουστραρισμένο πάτωμα (ειδικά με το πάτωμα έχει αποκτήσει μια εμμονική σχέση), δύο γάτες που περιφέρονται εδώ και κει.

Όλα τούτα ο ήρωας (ένας αποτυχημένος συγγραφέας και ανέμπνευστος δημοσιογράφος) οφείλει να τα διατηρήσει στην επισφαλή ευταξία τους. Εις μάτην! Πρόκειται για έναν άνθρωπο που ρέπει προς την ακαταστασία, που έχει μάθει να βάλλεται από την εντροπία, που δεν είναι σε θέση να διαχειριστεί καν την εσωτερική του αταξία.

Το νήμα της αφήγησης δεν ακολουθεί τις γραμμές ενός ψυχολογικού θρίλερ, αν και η κλιμάκωσή του κρατάει κάτι από την αλχημεία του είδους. Η παρένθετη ειρωνική διάθεση του Γουάιλς, τι Άγγλος θα ήταν άλλωστε, σκιαγραφεί τα πάθη του ήρωα με μια νότα μαύρου γέλιου.

Το ένα μετά το άλλο τα ατυχήματα συμβαίνουν μέσα στο διαμέρισμα, με αποτέλεσμα να διαμελίζουν την ψυχική ισορροπία του ήρωα.

Το πάτωμα δέχεται ριπές κόκκινου κρασιού και αίματος με αποτέλεσμα να καταστραφεί ανεπανόρθωτα. Ο ένας γάτος καταπλακώνεται από το καπάκι του πιάνου που έχει ο Όσκαρ στο διαμέρισμά του και ο άλλος πάει και έρχεται αυτοβούλως. Η καθαρίστρια, μια γριά εχθρική και επίβουλη, έπειτα από μια πάλη σώμα με σώμα με τον ήρωα, πεθαίνει από φυσικά αίτια. Για τίποτα από όλα αυτά δεν φέρει ευθύνη ο ήρωας, κι όμως το βάρος των τύψεων τον βαραίνει ανεπανόρθωτα. Μέρα με τη μέρα πέφτει σε έναν βάλτο φυγόκεντρης θλίψης· χάνει το κέντρο βάρους του εαυτού του, παύει να αντιλαμβάνεται το περιβάλλον που επικοινωνεί μαζί του εχθρικά. Ομφαλοσκοπεί κινούμενος μέσα σε έναν εσωτερικό λαβύρινθο, ενώ η απειλή να κατηγορηθεί για όλη αυτή την καταστροφή έρχεται κατά πάνω του σαν στίγμα.

Όταν πλέον θα αποκαλυφθεί, από τον Όσκαρ, πως όλο αυτό ήταν ένα συμπεριφορικό πείραμα που έστησε με τη γυναίκα του (εντέλει τα βρίσκουν μεταξύ τους), με θύμα τον ανυποψίαστο φίλο τους, είναι πολύ αργά για να επιστρέψει στην πρότερη κατάστασή του. Κάτι έχει σπάσει και διακοπεί μέσα του. Ο ήρωας δεν ξέρει αν θα πρέπει να θυμώσει, να καγχάσει, ή, απλώς, να γελάσει.

Το μυθιστόρημα του πρωτοεμφανιζόμενου Γουάιλς έχει ευδιάκριτες αρετές. Η γλώσσα είναι καλοδουλεμένη, στο όριο της υπερβολής, ο κινηματογραφικός υπαινιγμός είναι έκτυπος, η απουσία διαλόγων εν μέρει βαραίνει το κείμενο,  αλλά αντισταθμίζεται από την εσωτερική πύκνωση που θέλει να προσδώσει ο συγγραφέας στον ήρωα. Είναι μια συγγραφική αρχή που πρέπει να προσεχθεί και σίγουρα να διαβαστεί.

Η μετάφραση, αρκετά λειτουργική, ανήκει στην Αγορίτσα Μπακοδήμου.