Η «αισιοδοξία της ανάμνησης» (για να θυμηθούμε τον οξύμωρο όρο που ανέφερε ο ακαδημαϊκός Ευάγγελος Παπανούτσος στην «Ψυχολογία» του) είναι ένας από τους άξονες γύρω από τους οποίους περιστρέφεται η αυτοβιογραφία που φιλοτέχνησε η Αγαθή Δημητρούκα. Λειαίνοντας με ιδιαίτερη προσοχή και τέχνη τις ενδεχόμενες οξείες ακμές των πραγματικών ανθρώπινων όντων που συνάντησε και καθόρισαν την ύπαρξή της, αναδεικνύει τις καθημερινές ανθρώπινες στιγμές τους και τα καθιστά ιδιαίτερα συμπαθή και προσιτά στον αναγνώστη. Ο ανάπηρος πατέρας σκοτώνει με τιτάνια προσπάθεια δυο φίδια που πέφτουν από την οροφή προστατεύοντας έτσι αποτελεσματικά την ανήλικη μοναχοκόρη του. Η πατρική φιγούρα του καταξιωμένου ποιητή και στιχουργού Νίκου Γκάτσου, η προστατευτική συμπεριφορά του Μάνου Χατζιδάκι και άλλων, που έδωσαν στην αυτοβιογραφούμενη την ευκαιρία να ριζώσει επιτυχώς στην πνευματική ζωή της Αθήνας, να εξελιχθεί και να αναπτύξει τα ταλέντα της, αποτελούν την πρώτη ύλη αυτού του ποιητικού αφηγήματος σε πρώτο πρόσωπο. Θεατρικός μονόλογος, ποιητική πρόζα, αυτοψυχαναλυτική δραματοποίηση και λύτρωση. Μεταξύ μοντερνισμού και μετα-μοντερνισμού, παλινδρομώντας από το αφηγηματικό παρόν στο παρελθόν και στο μέλλον, εντάσσοντας στο πεζογραφικό ψηφιδωτό στίχους και ποιήματα, με λιτή εικονογράφηση και πλούσιες σημειώσεις, συντίθεται μια άκρως ενδιαφέρουσα και ελκυστική αυτοβιογραφία, όπου το «εγώ» σβήνει σεμνά για να αναδειχθεί το «εμείς» μιας ομάδας πνευματικών ανθρώπων που προσπαθούν να συμβάλουν στον νεοελληνικό πολιτισμό, παρά τις αντιξοότητες της καθημερινής ζωής στην Ελλάδα του δεύτερου μισού του εικοστού αιώνα. Νοσταλγία για ανθρώπινες αξίες, που μοιάζουν σα να υποχώρησαν κατά τα τελευταία υπερκαταναλωτικά χρόνια της πλαστής και ανερμάτιστης ευδαιμονίας μας, καταφυγή σε μια γνήσια υπερεθνική και παγκόσμια ελληνικότητα, προάσπιση των ανθρωπιστικών ιδεωδών και της περίφημης ελληνικής λεβεντιάς, του φιλότιμου, της πατροπαράδοτης φιλοξενίας, της αγάπης που δεν περιορίζεται στον πλησίον αλλά και στα συμπαθή τετράποδα, μαχητικότητα που δεν υπονομεύεται από την αυτολύπηση και τον οίκτο ή τον ψόγο για τα «κακώς κείμενα» ή τα «πάθια» της φυλής μας… Αυτά είναι τα κύρια στοιχεία της λογοτεχνικής «κουζίνας» της Αγαθής Δημητρούκα, με τα οποία συνθέτει ένα αμάλγαμα εξαιρετικά «εύγευστο» και ευπειθές σε ένα αρχικό αφηγηματικό σχέδιο, παρά τη φαινομενικά άναρχη δομή και τις συνειρμικές παλινδρομήσεις ή τα «πετάγματα» σε άλλα χωροχρονικά συμφραζόμενα. Οι πολλές παραπομπές δεν βαραίνουν το κείμενο. Αντιθέτως, το εμπλουτίζουν με μια παγκοσμιότητα και του χαρίζουν την απαιτούμενη εκείνη διαχρονικότητα που το απομακρύνει από τη στείρα εξιδανίκευση του παρελθόντος. Η απόλυτα τίμια ηθική στάση της αυτοβιογραφούμενης είναι προφανής στο ακόλουθο χωρίο: «…Με τον Γκάτσο να παραιτείται λοιπόν και με τον Χατζιδάκι να μην έχει πρόβλημα αν τους στίχους τούς έγραφα εγώ – απόδειξη το ότι τον Αύγουστο του ’92 μου ανέθεσε το ΙΝΤΕΡΝΟΤ, λέγοντάς μου πως όταν θα ήθελε στίχους στο εξής θα τους ζητούσε μόνο από μένα, εκτός και αν μελοποιούσε ήδη δημοσιευμένα ποιήματα –, μου

παρουσιαζόταν η ευκαιρία να βγω μπροστά, όμως προτίμησα να αντισταθώ σε μια τόσο άνανδρη φιλοδοξία. Κανένα φυσικό ή ψυχικό μειονέκτημα του ανθρώπου δεν μου προκαλεί αποστροφή παρά μόνο η ανανδρία, και τίποτα δεν με συναρπάζει περισσότερο από τη φιλοδοξία που έχει ως αφετηρία της τη γενναιότητα. Και ήταν γενναία η φιλοδοξία μου να βοηθήσω τον Νίκο να ξαναβρεί το θάρρος του και τη γραφή του» (σ. 177). Φόρος τιμής σε ανθρώπους που έδωσαν κυριολεκτικά τη ζωή και το έχει τους για να είναι πιστοί στην υπηρεσία των ουμανιστικών αξιών και ιδεωδών τους. Ένα βιβλίο που αξίζει να μελετηθεί όχι μόνο γιατί καθιστά συμπαθείς ως καθημερινά, συνηθισμένα όντα κάποιους από τους πνευματικούς γίγαντες που διαμόρφωσαν τον σύγχρονο νεοελληνικό πολιτισμό μας, αλλά και γιατί μας ξαναθυμίζει πατροπαράδοτες αξίες ενός υγιέστερου τρόπου ζωής, βασισμένου στην ελληνική φιλοξενία, στην αρμονική αλληλεγγύη, στην ισομερή βοήθεια και συμπαράσταση προς τον πλησίον, στην αγάπη προς τα ζώα, στη ζωτικής σημασίας επικοινωνία με το φυσικό και πολιτιστικό περιβάλλον της πανέμορφης χώρας μας. Σε κρίσιμους καιρούς (και πότε δεν ήταν κρίσιμοι σε αυτή τη μικρή λωρίδα γης καταμεσής του πελάγου;) η ανάγνωση αυτού του αφηγήματος λειτουργεί ως βάλσαμο σε εσωτερικές κι εξωγενείς πληγές.