Eικονογράφηση: Ρίτα Τσιμόχοβα

Υπάρχουν μερικά βιβλία που αφού τα κλείσεις συνεχίζεις να τα αγαπάς, να τα χαϊδεύεις, να τα μυρίζεις, να βλέπεις τις εικόνες και να διαβάζεις τυχαία προτάσεις και λέξεις. Γιατί έχουν την ικανότητα να αναδίδουν με το «σώμα» τους την αίσθηση που έχει δημιουργήσει το κείμενο. Ένα τέτοιο βιβλίο-κόσμημα είναι και τα «Πολύτιμα Δώρα». Οι ζωγραφιές, η γραμματοσειρά, η «ταπετσαρία» (οι ολοσέλιδες ζωγραφιές που κοσμούν τις δυο κενές σελίδες στην αρχή και το τέλος), ανακαλούν τη λάμψη αλλά και την εύθραυστη ομορφιά των πολύτιμων λίθων που «πρωταγωνιστούν» στο έργο.

Το βιβλίο γράφτηκε με αφορμή τη συμπλήρωση 30 χρόνων προσφοράς του συγγραφέα στην παιδική, νεανική αλλά και ενήλικη λογοτεχνία. Οι τρεις ιστορίες που περιλαμβάνονται στη συλλογή με τίτλο «Διαμάντια», «Μαργαριτάρια» και «Σμαράγδια» αντιστοιχούν σε τρεις άξονες της ζωής του συγγραφέα. Όπως γράφει και ο ίδιος στο τέλος:

«Οι γονείς μου φέρανε ΔΙΑΜΑΝΤΙΑ από τη Σμύρνη και μου τα χάρισαν. Εγώ μεγάλωσα στην Αθήνα μαζεύοντας στις ξεχασμένες γειτονιές της ΜΑΡΓΑΡΙΤΑΡΙΑ. Κι έπειτα γνώρισα αυτούς που θ’ αγαπούσα για όλη μου τη ζωή – και τους χαρίζω με τη σειρά μου ΣΜΑΡΑΓΔΙΑ.»

Δεν πρόκειται όμως για αυτοβιογραφικά σημειώματα. Τρεις «μύθοι» για τον τρόπο που σχηματίστηκαν οι πολύτιμοι λίθοι συνιστούν το κέλυφος για να εξερευνήσει ο συγγραφέας την ουσία της συναισθηματικής τοπιογραφίας της ζωής του αλλά και της ζωής κάθε ανθρώπου. Τα δάκρυα της μάνας που βγαίνουν από τον καημό για το παιδί της πέτρωσαν σε διαμάντια. Τα δάκρυα του ευαίσθητου ανθρώπου που έχει το δώρο να βλέπει και να ακούει αυτά που οι άλλοι προσπερνούν, τα δάκρυα της μοναξιάς που συνοδεύει τη δημιουργία, μεταμορφώθηκαν σε μαργαριτάρια. Και τα πολύτιμα δώρα που ο ερωτευμένος φέρνει στο αγαπημένο πρόσωπο θυσιάζοντας τον ίδιο του τον εαυτό έγιναν τα πράσινα σμαράγδια. Είναι τα πολύτιμα δώρα που προσφέρουμε και μας προσφέρουν. Είναι το βασικό υλικό, η μαγιά της ζωής. Είναι δώρα  φτιαγμένα από πόνο και αγάπη. Αυτό τα κάνει πολύτιμα.

Η ατμοσφαιρική αφήγηση, η προσεκτική επιλογή της κάθε λέξης, και κυρίως ο ρυθμός κάνουν τα κείμενα αυτά να μοιάζουν με πεζά ποιήματα. Σαν καλοδουλεμένα γλυπτά είναι σμιλεμένες οι ιστορίες. Κάθε λέξη βρίσκει το στόχο της. Θυμηθήκαμε με τον καλύτερο τρόπο ότι τα πολύτιμα δώρα που ανταλλάσσουμε στη ζωή μας είναι αυτά που δεν πλήττονται από καμία οικονομική κρίση.

Εξαιρετικές οι ζωγραφιές της Ρίτας Τσιμόχοβα δένουν με την ευαισθησία και την ατμόσφαιρα του κειμένου. Η φύση, η υφή των πραγμάτων, οι αρχετυπικές φιγούρες που κινούνται ανάμεσα στο όνειρο και την πραγματικότητα και τα απαλά χρώματα και περιγράμματα βρίσκονται σε άμεση αντιστοιχία με το ύφος και την ατμόσφαιρα του κειμένου.

Ο Μάνος Κοντολέων σπούδασε Φυσική στο Πανεπιστήμιο της Αθήνας. Ασχολείται με τη λογοτεχνία από τα παιδικά του χρόνια. Γράφει μυθιστορήματα, διηγήματα, παραμύθια και κριτικά σημειώματα. Συνεργάτης πολλών εφημερίδων, περιοδικών, τηλεοπτικών και  ραδιοφωνικών σταθμών. Αντιπρόεδρος του ελληνικού τμήματος της Unicef.

Είναι μέλος του Δ,Σ. της Εταιρείας Συγγραφέων. Είναι βραβευμένος με Κρατικό Βραβείο Λογοτεχνίας το 1998. Μυθιστόρημά του έχει αναγραφεί στον Διεθνή Τιμητικό Πίνακα της ΙΒΒΥ, ενώ ήταν υποψήφιος για το Διεθνές Βραβείο Άντερσεν για το 2002. Μυθιστορήματά του έχουν μεταφραστεί και κυκλοφορούν στη Γαλλία και στις ΗΠΑ. Μέχρι σήμερα έχουν κυκλοφορήσει πάνω από 40 βιβλία του.