Ο Ρόμπερτ Μούζιλ –περισσότερο γνωστός για το αριστουργηματικό «Άνθρωπος χωρίς ιδιότητες»– έδωσε τη διάλεξη με τίτλο «Περί Βλακείας» στον Αυστριακό Σύλλογο Εργασίας τον Μάρτιο του 1937. Η συγκυρία ήταν χαρακτηριστική καθώς η ναζιστική Γερμανία ήταν ήδη πανίσχυρη και έναν χρόνο αργότερα θα εισέβαλλε στην Αυστρία, αναγκάζοντας τον Μούζιλ να μεταναστεύσει και να ζήσει εξόριστος τα λίγα επόμενα χρόνια της ζωής του. Απλό, άμεσο και διεισδυτικό, το κείμενο του Μούζιλ παραμένει διαχρονικά επίκαιρο και αφηγηματικά σφριγηλό.
Ο συγγραφέας καταπιάνεται με αληθινό ενδιαφέρον με το ερώτημα «τι είναι η βλακεία;», ένα εγχείρημα δύσκολο καθώς πρόκειται για μια συνθήκη στην οποία λίγο πολύ όλοι εμπλεκόμαστε, προσεγγίζοντας τον στόχο του από διάφορες πλευρές και ποικίλες οπτικές. Ανιχνεύει στοιχεία από ιστορικά δεδομένα και τους θεσμικά κατοχυρωμένους ρόλους, από τις απλές προσωπικές σχέσεις μέχρι το πώς εμφανίζεται η βλακεία στον χώρο των τεχνών, παραθέτοντας στοιχεία από τον χώρο της ψυχολογίας, που είχε σπουδάσει και φαίνεται πως παρακολουθούσε ιδιαίτερα, φτάνοντας φυσικά μέχρι τη σύγχρονη συγκυρία της εποχής του, τις μαζικές διεγέρσεις και τις πολεμικές εντάσεις.
«Αυτός που έχει την εξουσία εκνευρίζεται λιγότερο με τον αδύναμο που δεν μπορεί παρά με τον αδύναμο που δεν θέλει» σχολιάζει ο Μούζιλ. Μια παρατήρηση που ισχύει τόσο για τις σχέσεις του άρχοντα με τους υπηκόους του –γιατί είναι σοφότερο να κρατάς χαμηλά το κεφάλι σου από το να το χάσεις– όσο και για πιο καθημερινές περιπτώσεις: για τις σχέσεις δασκάλου-μαθητή ή δικαστή-κατηγορούμενου. Απ’ την άλλη, το ασφαλέστερο καταφύγιο για την ανοησία μπορεί να προσφέρει η εξουσία, καθώς δίνει ένα απεριόριστο ελευθέρας αυθαιρεσίας ενώ καλύπτεται παραδοσιακά από τίτλους όπως «μεγαλειότατε», «σεβασμιότατε», «υψηλότατε» κτλ.
Ενδιαφέρον παρουσιάζει επίσης ότι για τον Μούζιλ η βλακεία δεν είναι μόνο διανοητικό ελάττωμα αλλά και συναισθηματικό καθώς την ταυτίζει με την εν γένει ωμότητα. «Η βλακεία εν δράσει, αυτό είναι ωμότητα.» Ενώ ένα διαχρονικό ανθρώπινο χαρακτηριστικό φαίνεται πως είναι να θεωρεί κανείς βλακώδες καθετί που δεν του ταιριάζει. Άφατη βλακεία! Οποία ηλιθιότης! «Αν κρυφακούσει κανείς τι λένε σήμερα οι άνθρωποι ο ένας για τον άλλο, τότε θα αποκομίσει την εντύπωση πως η αυτοπροσωπογραφία της ανθρωπότητας αποτελείται από τις παραλλαγές αυτών των δύο κακοραμμένων εκφράσεων» (όπως παρατηρεί εύστοχα ο Πέτρος Τατσόπουλος στον μεστά ενημερωτικό πρόλογό του, ο Ρόμπερτ Μούζιλ δεν θα μπορούσε ποτέ να φανταστεί την πραγματικότητα του διαδικτύου –και της σημερινής δημόσιας σφαίρας γενικότερα– για να διαπιστώσει και στην απόλυτη μορφή της την επαλήθευση των παρατηρήσεών του).
Όπως αναφέραμε και πιο πάνω, διανοητικά ερεθιστική και βαθιά αποκαλυπτική είναι η ψυχολογική προσέγγιση του Μούζιλ σχετικά με τη βλακεία όσο και η καίρια σύνδεση που επιχειρεί με τα φαινόμενα της εποχής του. Έτσι οι παρατηρήσεις και τα παραδείγματά του φτάνουν μέχρι εμάς σήμερα, φωτίζουν και για μας συμπεριφορές και χαρακτηριστικά, προσφέρουν ένα γόνιμο έδαφος για διαλογισμό, για να εμβαθύνουμε και να στοχαστούμε, μας τροφοδοτούν με επιχειρήματα και την ίδια στιγμή αποτελούν έναν οδοδείκτη προσανατολισμού για τις σημερινές προκλήσεις.
Κλείνοντας, αξίζει να επισημάνουμε ότι το «Περί βλακείας» είναι το όγδοο βιβλίο μιας σειράς από αντίστοιχα κλασικά κείμενα (όπως το «Άκου ανθρωπάκο» του Βίλχελμ Ράιχ, ο «Αναρχικός τραπεζίτης» του Πεσσόα, η «Τέχνη του πολέμου» του Σουν Τσου, τα κείμενα για την τέχνη της γραφής της Βιρτζίνια Γουλφ, κ.ά.) που προσφέρονται με εκδοτική φροντίδα και μεταφραστική αρτιότητα και αξίζει να προσεχθούν από κάθε σκεπτόμενο αναγνώστη.