«Αργά ή γρήγορα θα έρθει η στιγμή που θα κάνεις στον εαυτό σου την κλασική ερώτηση: «Μα ποιος πραγματικά είμαι;». O Χάιντεγγερ δίνει μια αναπάντεχη απάντηση: «Μπορεί να μην είσαι αυτός που πραγματικά νομίζεις». Ίσως παρατηρήσεις ότι το «εδώ» στο οποίο είσαι «ριγμένος» έχει ήδη ένα νόημα που είναι προκατασκευασμένο για σένα και που απλώς καλείσαι να υιοθετήσεις και μέσω αυτού να κατανοήσεις τον κόσμο. Ζούμε με ερμηνείες και γνώμες προκάτ, που παίρνουμε έτοιμες. Ο τρόπος αυτός ύπαρξης ονομάζεται πτώση, ρίξιμο, αναυθεντικότητα. Κατ’ αυτόν, χάνεται η αυτοεπίγνωση, ναρκώνεται η ικανότητα επιλογής και υιοθετείται η στάση του «μέσου όρου», και μάλιστα χωρίς ο άνθρωπος να το αντιλαμβάνεται» (σελ. 127).
Ο Αμερικανός Richard Askay γεννήθηκε το 1951 στο Πόρτλαντ του Όρεγκον και είναι φιλόσοφος, συγγραφέας και καθηγητής φιλοσοφίας στο πανεπιστήμιο του Πόρτλαντ. Από το 1981 διδάσκει στο πανεπιστήμιο του Πόρτλαντ. Για το εκπαιδευτικό του έργο έχει βραβευτεί το 1989 με το Burlington Northern Teaching Excellence award και το 1992 με το Teaching Excelllence Award από το ινστιτούτο Graves. Έχει μεταφράσει στα αγγλικά και σχολιάσει τα Σεμινάρια του Τσόλλικον του Μάρτιν Χάιντεγγερ. Η συγγραφέας Jensen Farquhar και σύζυγος του Richard Askay είναι ψυχοθεραπεύτρια και φιλόσοφος. Έχει συγγράψει πολλά άρθρα σε επιστημονικά περιοδικά σχετικά με τη φιλοσοφία του Χάιντεγγερ, τη φροϋδική ψυχανάλυση, την κριτική σκέψη και τη γαλλική φαινομενολογία. Εκτός του εν λόγω βιβλίου έχει συγγράψει με τον σύζυγό της το Apprehending the Inaccessible: Freudian Psychoanalysis and Existential Phenomenology (2006) και το Being Unconscious: Freudian Metaphysics and Heideggerian Ontology (2013).
Τον Απρίλιο του 1946 η γερμανική Επιτροπή Αποναζιστικοποίησης παραπέμπει τον Μάρτιν Χάιντεγγερ -ίσως τον μεγαλύτερο φιλόσοφο του 20ου αιώνα- για νοσηλεία στο Ψυχιατρικό Σανατόριο της Βάδης, μετά από τη νευρική του κατάρρευση, υπό τις κατηγορίες εναντίον του για συνεργασία με το ναζιστικό κόμμα. Για τους επόμενους δύο μήνες, μέχρι το εξιτήριό του, θα υποβληθεί σε ψυχοθεραπευτικές συνεδρίες με τον εκπαιδευμένο ψυχαναλυτή Βίκτωρα φον Γκεμπσάτελ. Σε αυτό το διάστημα η φαινομενολογική οντολογία και η υπαρξιστική φιλοσοφία του κραταιού φιλόσοφου θα έρθει σε γόνιμη αντιπαράθεση για πρώτη φορά με τη δύσπιστη και σχεδόν απορριπτέα για εκείνον, Ψυχολογία και Ψυχιατρική. Οι συγγραφείς ξεκινούν με ένα θεατρικό έργο μυθοπλασίας, που εξελίσσεται στο ψυχιατρείο με πρωταγωνιστές τον Καθηγητή Μάρτιν Χάιντεγγερ που έχει εισαχθεί με οξεία κατάθλιψη και ασαφείς οπτικοακουστικές ψευδαισθήσεις, τον Δρ. Μένταρντ Μπος, Ελβετό ψυχίατρο, πρώην αναλυόμενο του Φρόυντ, που θα κουράρει τον ασθενή και τον Δρ. Σίγκμουντ Φρόυντ, του οποίου το όραμα του πατέρα της ψυχανάλυσης εμφανίζεται σαν το alter ego του Μπος, ως επισκέπτης στα όνειρά του. Μετά το τέλος του σύντομου θεατρικού, οι συγγραφείς εξερευνούν τις θεωρίες των ηρώων, τις συγκλίσεις και τις διαφορές ανάμεσα στα συστήματα σκέψης, της ψυχανάλυσης και της φιλοσοφίας, τη σχέση μεταξύ φιλοσοφίας και τρέλας, καθώς και την εξήγηση των φαινομενολογικών εννοιών.
Το βιβλίο είναι ένα ψυχογράφημα για τους Χάιντεγγερ, Μπος και Φρόυντ και ταυτόχρονα μία καινοτόμα εξερεύνηση της φιλοσοφίας και της τρέλας στο φόντο της κρίσιμης εμπλοκής της χαιντεγγεριανής φαινομενολογίας με τη φροϋδική ψυχανάλυση. Ο σύντομος αλλά περιεκτικός πρόλογος και η επακόλουθη εισαγωγή λειτουργούν ως προπαρασκευαστικό στάδιο για τον αναγνώστη, προκειμένου να συλλάβει το μέγεθος της αντιπαράθεσης που μαίνεται. Το πρώτο μέρος αποτελείται από το τρίπρακτο μυθοπλαστικό θεατρικό έργο που «ανεβάζουν» οι συγγραφείς με δύο σκηνές σε εκάστη πράξη. Το κυριότερο χαρακτηριστικό των πλασματικών διαλόγων είναι η αυθεντικότητα στα λόγια των ηρώων, καθώς προέρχονται από πραγματικά αποσπάσματα κειμένων, αποφθεγμάτων ή αλληλογραφίας τους.
Όταν πέφτει η αυλαία του έργου μεταβαίνουμε στο δεύτερο μέρος και στην αντιπαράθεση των στοχαστών, το οποίο περιλαμβάνει πέντε κεφάλαια και τα συμπεράσματα. Σε αυτό το μέρος, οι συγγραφείς προσκαλούν τους αναγνώστες να συμμετάσχουν στη συζήτηση και επικουρούμενοι από συγκεκριμένο ερωτηματολόγιο, να εκμαιεύσουν τις προσωπικές τους απαντήσεις και συνάμα να αντιληφθούν τον άνθρωπο, την ψυχή του, εντέλει, τους ίδιους τους εαυτούς τους. Στη συνέχεια, το επίμετρο της μεταφράστριας Χλόης Κολύρη εξοικειώνει περισσότερο τον αναγνώστη στον διαξιφισμό των δύο κραταιών συστημάτων σκέψης. Οι σημειώσεις που έπονται επεξηγούν και αποσαφηνίζουν τα απαιτητικά και δυσνόητα σημεία, ενώ η βιβλιογραφία καθίσταται ως μέσο εμπλουτισμού και περαιτέρω εντρύφησης του αναγνωστικού κοινού στην υπαρξιακή φιλοσοφία και στη φροϋδική ψυχολογία.