Patriot
Ο Αγκίμ γεννήθηκε στην Αλβανία. Ήρθε στην Ελλάδα στα δώδεκά του χρόνια και μένει εδώ ήδη έντεκα χρόνια. Παλεύει να επιβιώσει με νύχια και με δόντια για να μην αναγκαστεί να επιστρέψει στην πατρίδα του. Ο Αγκίμ μιλάει τα ελληνικά πάρα πολύ καλά, σαν να είναι η μητρική του γλώσσα, ενώ παίζει συχνά το κλαρίνο του στους δρόμους της Αθήνας για τα προς το ζην.
Όνειρο του Αγκίμ είναι να γίνει επαγγελματίας κλαρινίστας. Όταν, λοιπόν, του δίνεται η ευκαιρία να παίζει κλαρίνο σε ένα γνωστό νυχτερινό μαγαζί, έπειτα από πρόσκληση ενός άγνωστου συμπατριώτη του, που τον εκθειάζει για το ταλέντο του, δεν πιστεύει στην τύχη του.
Έτσι, ο Αγκίμ γίνεται ο Γιάννης από τα Γιάννενα –αφού το αφεντικό δεν γουστάρει τους Αλβανούς– και το μαγαζί το δεύτερο σπίτι του. Όταν αρχίζει να παίζει κλαρίνο, ανεβαίνει στα ουράνια. Σκοπός του, να μαζέψει χρήματα, να ψάξει για καλύτερο σπίτι, να αλλάξει ζωή.
Μόνο που ο άγνωστος συμπατριώτης δεν τον έχει ξεχάσει. Θα εμφανιστεί και πάλι από το πουθενά ζητώντας του να του ξεπληρώσει τη χάρη…
Ο εικοσιτριάχρονος Μιχάλης Μαλανδράκης (γεν. 1996) στη νουβέλα του «Patriot» γράφει για έναν συνομήλικό του, δίνοντας μια όψη της σύγχρονης ζωής που συχνά κάνουμε ότι δεν βλέπουμε, μιλώντας για τα προβλήματα των νεαρών, όχι οποιονδήποτε νεαρών όμως, αλλά αυτών που έχουν έρθει στην Ελλάδα από μακριά, από άλλες χώρες, που ζουν χρόνια σε αυτήν, που μετεωρίζονται μεταξύ δύο πατρίδων, που κατ’ ουσίαν καμιά δεν τους ανήκει. Γι’ αυτούς που ονομάζονται μετανάστες, που όσα χρόνια κι αν περάσουν, αισθάνονται παντού ξένοι, που καθημερινά παλεύουν για την επιβίωσή τους, για μια καλύτερη θέση στη ζωή, που ελπίζουν ότι αύριο θα τα καταφέρουν. Ακόμα κι αν έρθουν αντιμέτωποι με τη σκληρή πραγματικότητα, που θα τους συνθλίψει όνειρα και ελπίδες. Με ρεαλισμό, καθαρό λόγο, σταράτες κουβέντες, ο συγγραφέας, διά στόματος του ήρωά του, σε πρώτο πρόσωπο, αποτυπώνει την καθημερινότητα, τα όνειρα, τις ελπίδες, τις σκέψεις του Αγκίμ∙ που είναι ένας από τους πολλούς.