«Είχαμε ένα όνειρο»

Η Έλενα Χουζούρη έχει εκδώσει ποιητικές συλλογές, δοκίμια για πρόσωπα και θέματα της λογοτεχνίας, ένα βιβλίο για παιδιά και μια συγκεντρωτική έκδοση κριτικών για Έλληνες ποιητές. Το πρώτο της μυθιστόρημα, «Σκοτεινός Βαρδάρης» (Κέδρος), ήταν υποψήφιο για το Κρατικό Βραβείο Λογοτεχνίας (βραχεία λίστα) το 2005. Ήταν υπεύθυνη  λογοτεχνικών σειρών στις εκδόσεις Ελληνικά Γράμματα και διετέλεσε σύμβουλος στις εκδόσεις Πατάκη και Λιβάνη. Εργάζεται ως δημοσιογράφος στην ΕΡΤ, στον τομέα του πολιτισμού.

Στις 29 Αυγούστου 1949, οι αντάρτες του Δημοκρατικού Στρατού υποχωρούν από το Γράμμο στην Αλβανία. Από εκεί, με πλοία και τρένα, θα οδηγηθούν στη νέα τους πατρίδα, στο έδαφος της πρώην Ένωσης Σοβιετικών Σοσιαλιστικών Δημοκρατιών (ΕΣΣΔ). Ανάμεσά τους και ο γιατρός Σέργιος Χ., πρωτότοκος γιος ενός δασκάλου από τα Πιέρια. Τον Οκτώβριο του 1967, ο Στέργιος Χ., η γυναίκα του Σταυρούλα και οι δύο ανήλικες κόρες τους επιβιβάζονται στο τρένο που πηγαίνει από την Τασκένδη στη Μόσχα, απ΄ όπου θα κατευθυνθούν για μόνιμη εγκατάσταση στα Σκόπια. Το διπλό/αντίστροφο αυτό ταξίδι, της φυγής  και της επιστροφής στη γενέθλια γη της Μακεδονίας, μεσούσης της δικτατορίας στην Ελλάδα, περιγράφει η Έλενα Χουζούρη στο δεύτερο μυθιστόρημά της, «Πατρίδα από βαμβάκι», που αποτελεί κατά κάποιο τρόπο συνέχεια του πρώτου.

Η εγκατάσταση χιλιάδων Ελλήνων πολιτικών προσφύγων στη νέα «πατρίδα από βαμβάκι», την Τασκένδη, πρωτεύουσα της ΣΣΔ του  Ουζμπεκιστάν, το ξεκίνημα μιας νέας ζωής, η δημιουργία (ή επανένωση) οικογενειών, οι πολιτικές αλλαγές (θάνατος του Στάλιν, άνοδος του Χρουστσόφ στην εξουσία) και οι συνέπειές τους στις τάξεις των Ελλήνων κομμουνιστών, ένα κομμάτι της δικής τους Ιστορίας και της ελληνικής εν γένει, ανασυστήνεται μέσα από ημερολογιακές σημειώσεις, επιστολές, μαρτυρίες, δημοσιεύματα και, βέβαια, από τον ίδιο το συγγραφέα-παντεπόπτη αφηγητή που κατευθύνει τη δράση. Η παρέμβασή του κινεί τα νήματα της ιστορίας και βοηθά στην εξομάλυνσή της. Το κείμενο «πηγαινοέρχεται» από την Ελλάδα στο Ουζμπεκιστάν με ενδιάμεσους σταθμούς το Ελμπασάν, το Δυρράχιο, τα Δαρδανέλια, τον Εύξεινο Πόντο και τη ρωσική στέπα: από την προσδοκία της οικογένειας του Στέργιου Χ. ότι θα τον ξαναδεί και τη νοσταλγία της Σταυρούλας για το ορεινό χωριό της Θεσσαλίας απ΄όπου έφυγε έφηβη, έως την επαγγελματική ευσυνειδησία του γιατρού («πάνω απ΄όλα είμαι γιατρός», λέει στους συντρόφους του όταν τον καλούν να πάρει θέση στις μεταξύ τους έριδες), την επιθυμία του για επιστροφή, τον έρωτά του για τη Ρωσίδα Όλγα Ιβάνοβνα.

Η ικανότητα της συγγραφέως να συνέχει το υλικό της και να ταξιδεύει τον αναγνώστη στο χώρο και στο χρόνο της αφήγησης είναι το κύριο προσόν του βιβλίου, κατά την άποψη της υπογράφουσας. Το όνειρο των Ελλήνων κομμουνιστών για έναν καλύτερο κόσμο βρίσκεται στον πυρήνα της ιστορίας και υποστηρίζεται αρκετά από την πρωτότυπη και σχεδόν άψογα δομημένη πλοκή, αν και ορισμένοι χαρακτήρες, περιλαμβανομένου και του ήρωα, θα έπρεπε ίσως να διαγράφονται πιο έντονα. Σημειώσαμε την ακροτελεύτια φράση του μυθιστορήματος που μπορεί να προϊδεάζει ότι θα υπάρξει συνέχεια. Για την καλύτερη κατανόηση του κειμένου, στο τέλος παρατίθενται επεξηγηματικές σημειώσεις.