Η διακεκριμένη, επαρκής και πολύ-σπουδαγμένη ηθοποιός και πνευματικός άνθρωπος του Θεάτρου, η αγαπημένη σε όλους μας και τρυφερή Θάλεια Αργυρίου, συνθέτει μια φιλειρηνική κι αγαπησιάρικη σύγχρονη διαλογική ποίηση στα χνάρια και στο πρότυπο του αρχαίου δράματος, και ειδικότερα, της αρχαίας τραγωδίας.
Στον πρόλογο του πονήματός της αυτού, όπως γράφει η ίδια, κι αναρωτιέται ρητορικώ τω τρόπω: «Γιατί απουσιάζει ο Παλαμήδης από την “Ιλιάδα” του Ομήρου; Ένα κενό που ήρθε ν’ αναπληρώσει ανακουφιστικά η παρουσία του και στους τρεις τραγικούς, Αισχύλο, Σοφοκλή, Ευριπίδη, που έγραψαν ο καθένας τους τραγωδία με τίτλο ΠΑΛΑΜΗΔΗΣ, μα δυστυχώς διασώζονται μόνο ελάχιστοι στίχοι, τους οποίους και ενσωμάτωσα στο έργο, καθώς και μέρη από την “Παλαμήδους Απολογία” του Γοργία».
Παρατήρηση πρώτη: παρ’ όλο που ο επαρκής αναγνώστης κι ο εμβριθής κριτικός αναγνωρίζει τα εμ-βαλώματα, θα έπρεπε η δόκιμη συγγραφεύς να υποσημειώσει τους δάνειους στίχους.
Παρατήρηση δεύτερη: είναι τόσον πυκνός ο ποιητικός λόγος, που στομώνει την αισθητική αντίληψη του αναγνώστη (ο θεατής είναι σε προνομιακή θέση, γιατί έχει στη διάθεσή του άλλους επεξηγηματικούς παραγλωσσικούς κώδικες).
Παρατήρηση τρίτη: η επιρροή των «τραγωδιών» του Άγγελου Σικελιανού και του Νίκου Καζαντζάκη, όπως και του Παλαμά και της δημώδους ή δημοτικής ποιήσεώς μας, είναι τόσον μα τόσον εμφανής, που θα έπρεπε να επισημαίνεται από την ίδια τη συγγραφέα, αν όχι με σημειώσεις αυτή τη φορά τόσον αναλυτικές [κάτι τέτοιο δεν χρειάζεται γιατί δεν πρόκειται για φιλολογική αλλά χρηστική έκδοση], τουλάχιστον όμως στον πρόλογο, ή στο οπισθόφυλλό της (το οποίο συνήθως ανήκει στον εκδότη και ελλείψει τοιούτου, παρατίθεται διάλογος σε κεφαλαία στοιχεία – τελείως αδόκιμο και μη αντιπροσωπευτικό δείγμα του κειμένου, πόσω μάλλον που έχουν μπει ατέχνως οι τόνοι, με μηχανιστική μετατροπή των πεζών σε κεφαλαία).
Παρατήρηση τέταρτη: πότε και πώς βγαίνει ο πρώτος Χορός ανδρών και δίνει τη θέση του σε Χορό γυναικών; Μόνο μία σκηνική οδηγία με πλάγια στη σελ. 44: «Ο Οίαξ μόνος στην ακτή». Μάλιστα. Η έμπειρη θεατράνθρωπος θα έπρεπε να είναι ίσως εδώ περισσότερον επεξηγηματική.
Παρά τις όποιες επιφυλάξεις μου, που βιάστηκα να προτάξω, για να μείνει χώρος, χρόνος και καθαρό μυαλό για τους αληθινούς θριάμβους και τα ενδελεχή επιτεύγματα της Θάλειας Αργυρίου, είναι τόσο πολλά τα δραματικά της προσόντα και τα προτερήματα του διαλογικού της κειμένου, που θα πρέπει να αλλάξω τόνο παρευθύς και να γυρίσω την πίτα (και το φύλλο) από την άλλη πλευρά – για να μην καεί… Αστειεύομαι για να ελαφρύνω τον βαρύγδουπο τρόπο της κριτικής μου.
Προτέρημα υπ’ αριθμόν ένα: η ρυθμολογία, η εναλλαγή αρχαίων και σύγχρονων μέτρων με τα σύγχρονα δημώδη μέτρα, με μία τεχνική που προδίδει βαθιά μουσική παιδεία κι αίσθηση της Αρμονίας. Ξεκινάει με γνωμικά σε μορφή πεντάστιχων, τα εναλλάσσει με τρίστιχα, καταφεύγει αργότερα σε τετράστιχα (προϊούσης της δράσεως κι επιταχυνομένου του ρυθμού), για να καταλήξει σε εξάστιχα (συνήθως τέσσερις συν δύο στίχοι) που εναλλάσσονται με πεντάστιχα. Ποτέ δεν συνάντησα ως κριτικός τα τελευταία τριάντα χρόνια σύγχρονο θεατρικό κείμενο με τέτοιο ρυθμολογικό πλούτο κι ευφάνταστη ποικιλία. Το καλό να λέγεται… Και το στρυφνόν, επίσης…
Προτέρημα υπ’ αριθμόν δύο: η δομή. Αντίθετα από τους μεταμοντέρνους φληναφηματο-λογούντες, η Θάλεια Αργυρίου ξέρει να χτίζει τον λόγο της σε διακριτά μέρη, που συνθέτουν μία τόσο στέρεα κατασκευή, όπου κανένα «τούβλο» δεν περισσεύει ή λείπει, καμία ψηφίδα δεν είναι χρωματικά, μουσικά κι αισθητικά (γενικώς) παράταιρη με τη διπλανή της. Δύο Χοροί (στην αρχή Ελλήνων πολεμιστών στην Τροία και στο τέλος μετά την άδικη θανάτωση του ήρωα Χορός Εναλίων Κορών, αντίστοιχος με τις Ωκεανίδες στον «Προμηθέα Δεσμώτη» του Αισχύλου, στον οποίο μάλιστα παραπέμπουν οι Ενάλιες Κόρες του Πόντου). Εκτός όμως από την Είσοδο του Πρώτου Χορού και την Έξοδο του Δευτέρου, υπάρχει κι «από μηχανής» Φωνή εξ ουρανού («μέσα από νεφέλωμα», σύμφωνα με τη συγγράφουσα), που μας προδιαθέτει για αίσιον τέλος των συγχρόνων δεινών και διά «επί Γης Ειρήνη, εν Ανθρώποις Ευδοκία».
Προτέρημα υπ’ αριθμόν τρία: η γνωμική-φιλοσοφική-στοχαστική διάσταση του ποιητικού λόγου. Στίχοι που θα μπορούσαν να απομονωθούν και να αναπαραχθούν ως γνωμικά. Πρωτότυπη σκέψη και σεμνή αποτύπωση σκέψεων-ιδεών-προτάσεων.
Προτέρημα υπ’ αριθμόν τέσσερα: η επεξεργασμένη, αφομοιωμένη, ομοιογενής ιδιόλεκτος, σπάνιο πράγμα στις μέρες μας και ίδιον των αυθεντικών ποιητών. Γιατί η Θάλεια Αργυρίου είναι ποιήτρια, πηγαία, εμπνευσμένη και τεχνίτρα, σαν τις παλιές υφάντρες στους καθιστούς αργαλειούς (αντίθετα από τους αρχαίους που ήταν κατακόρυφοι κι οι καλλιτέχνιδες του ιστού εστέκοντο ορθίαι).
Τέσσερα προτερήματα για τέσσερες παρατηρήσεις-επιφυλάξεις. Ακολουθώντας το «μέτρον», που πρωταγωνιστεί στη σκέψη των αρχαίων Ελλήνων, σταματώ εδώ, ανυπομονώντας να απολαύσω τη θεατρική παράσταση του «Παλαμήδη» κατά Θάλειαν Αργυρίου, η οποία συμπρωταγωνιστεί εξόχως με τον Νικήτα Τσακίρογλου στην «Ασκητική» του Καζαντζάκη, που σπάει κάθε βράδυ τα ταμεία στο «Θέατρο Καρέζη». Όχι τυχαίως. Ο αυθεντικός πνευματικός λόγος είναι ιδιαίτερα επίκαιρος στα χρόνια της Κρίσης κι ο διαρκής αναζητητής της Αλήθειας, Ελευθερίαν αναζητεί και δοξάζει διαρκώς, ιδιαίτερα μέσα στο σκοτάδι, στο βαθύ σκότος πριν από το τερπνόν γλαυκόφως.