Ένας σουρεάλ θεόμουρλος θίασος επί σκηνής
Δύο άστεγοι –χρεοκοπημένος έμπορος λινζερί ο ένας και πρώην σύμβουλος επενδύσεων σε χρηματιστηριακή ο άλλος–, καθημερινά κάνουν επιδρομή σε συγκεκριμένο κάδο απορριμμάτων «Αθήνα Καθαρή» για τη σίτισή τους με τυρόπιτα αυγολέμονο και μακαρόνια σπανακόρυζο και για την ενημέρωσή τους μέσω «Φαϊνάρσιαλ τάιμς», «Καθημερινής» κ.ά., αλλά και επαρχιακών εφημερίδων. Μέσα από αυτές, πέρα από τους δείκτες του Χρηματιστηρίου, μαθαίνουν συνταρακτικές ειδήσεις. Το ξέρατε εσείς ότι στον Θεσσαλικό Κάμπο παρατηρήθηκε κατακόρυφη πτώση της κατανάλωσης καλλυντικών; Σημαντικό πλήγμα στην καθημερινότητα του αγροτικού πληθυσμού στην εν λόγω περιοχή.
Δύο ώριμες κυρίες, συμμαθήτριες και φίλες από παλιά, αφού εγκαταλείπουν τους συζύγους τους, αποφασίζουν να συγκατοικήσουν μαζί με τα παιδιά τους, τα κατοικίδιά τους και την οικιακή βοηθό, δίνοντας μια ευκαιρία στην πλατωνική έως τώρα σχέση τους. Η μια από αυτές ασκεί καθήκοντα γραμματέα σε ένα νεοσυσταθέν υπουργείο με σημαντικές αρμοδιότητες όπως τα επιδόματα αναπηρίας και οι Παραολυμπιακοί αγώνες. Άραγε οι ηδονοβλεψίες και οι βιαστές δικαιούνται ανάλογο επίδομα και μήπως στους Παραολυμπιακούς αγώνες πρέπει να έχουν δικαίωμα συμμετοχής και οι τραβεστί – με την ανάλογη ένδυση βέβαια;
Και όλα αυτά ενώ αστυφύλακες έχουν να φέρουν εις πέρας σημαντικές αποστολές, όπως τη σύλληψη του ταβερνιάρη κλέφτη ενός δάφνινου στεφανιού από τον Άγνωστο Στρατιώτη για να φτιάξει στιφάδο ή τη συγκέντρωση μελών του Σωματείου Ιδιόκτητων Γραφείων Τελετών Ελλάδος, που διαμαρτύρονται στο Σύνταγμα για τα υψηλά τέλη ΙΧ μεγάλου κυβισμού και τον φόρο πολυτελείας.
Ο Γιώργος Δενδρινός, γνωστός για το χιούμορ του και από παλιότερα βιβλία του, ξαναχτυπά με θεματολογία αντλημένη από την κατάσταση της Ελλάδας τα τελευταία χρόνια. Στην Αθήνα της κρίσης ξετυλίγονται αληθινά περιστατικά καθημερινής ζωής, που ως επί το πλείστον «φανερώνουν» την γκλαμουριά της εποχής μας και προκαλούν ξέφρενο γέλιο. Πρωταγωνιστές τους Αθηναίοι κάθε λογής, άστεγοι, καθηγητές Πανεπιστημίου, αστυφύλακες, απλός λαός, ζητιάνοι, διάσημοι μαιευτήρες, που διαθέτουν «βάρκες», σικ κυρίες Βορείων Προαστίων, αλλά και Φιλιππινέζες, οι οικιακές βοηθοί των τελευταίων.
Με καυστικό χιούμορ ο συγγραφέας ειρωνεύεται την κατάσταση των τελευταίων χρόνων και αποκαλύπτει τις πραγματικές διαστάσεις της φούσκας, του λαΪφστάιλ και της ευημερίας, αφαιρώντας το λούστρο και αποκαλύπτοντας τη μούχλα της. Έχοντας ως υπότιτλο σε κάθε κεφάλαιο αποσπάσματα ειδήσεων από τον Τύπο, «πιάνεται» από αυτά και αναπτύσσει σουρεάλ καταστάσεις, που όμως –σε μεγάλο βαθμό– είναι αληθινές.
Έξτρα στοιχεία χιούμορ οι ξενικές λέξεις, μεταγραμμένες στην πλειονότητά τους στα ελληνικά, που προφέρονται από τους δύο άστεγους με απόλυτη σοβαρότητα, καθώς διαβάζουν εφημερίδες από τα σκουπίδια, και τα σκίτσα σε κάθε κεφάλαιο, δημιουργήματα του ίδιου του συγγραφέα.
Το αποτέλεσμα του βιβλίου «Πάει η μουστάρδα στην κρεμ μπρουλέ;» δεν μπορεί παρά να είναι ξεκαρδιστικό και να αποτελεί βάση για ψυχοθεραπεία.