Αναζητώντας τη χαμένη πατρίδα…..

”Γιατί τα σπάσαμε τ’ αγάλματά των,
γιατί τους διώξαμεν απ’ τους ναούς των,
διόλου δεν πέθαναν γι’ αυτό οι θεοί.
Ω γη της Ιωνίας, σένα αγαπούν ακόμη,
σένα η ψυχές των ενθυμούνται ακόμη.
[………]
Κ.Π.Καβάφης, «Ιωνικόν»

Ο Γιάννης Π. Καψής γεννήθηκε στην Αθήνα, αλλά οι ρίζες του, που φτάνουν στην Αγία Παρασκευή του Τσεσμέ, τον έκαναν να νιώθει από μικρός γέννημα-θρέμμα της Μικράς Ασίας. Η αγάπη του αυτή για τη Σμύρνη εκδηλώθηκε με τη μικρασιατική του τριλογία ”Χαμένες πατρίδες”, ”Μαύρη Βίβλος” και ”Όταν οι άγγελοι πέθαιναν στη Σμύρνη”. Έτσι δίνει μια ολοκληρωμένη εικόνα της πιο τραγικής σελίδας της σύγχρονης ελληνικής ιστορίας. Ο συγγραφέας αφιερώθηκε στη δημοσιογραφία, όπου καταξιώθηκε. Τον Απρίλη του 1982 ορκίστηκε υφυπουργός Εξωτερικών και αργότερα υπουργός αναπληρωτής Εξωτερικών.

Στο βιβλίο του ”Όταν οι άγγελοι πέθαιναν στη Σμύρνη”, παρακολουθούμε ιστορίες απλών ανθρώπων, Ελλήνων και Τούρκων, πριν και κατά τη διάρκεια της Καταστροφής. Δύο αδερφοποιτοί, ο Αλέξης και ο Χασάν, ενώνονται με δεσμούς φιλίας και παρ’όλο που ανήκουν σε αντίπαλα στρατόπεδα, δίνουν υπόσχεση όποιος σκοτώσει τον άλλο να του κλείσει τα μάτια ως ένδειξη αγάπης και σεβασμού στη φιλία τους. Δύο ερωτευμένα παιδιά, ο Αλέξης και η Μιριάμ, χωρίζονται, όταν η κοπέλα αναγκάζεται να τουρκέψει και να παντρευτεί σε μια απεγνωσμένη προσπάθεια να σωθεί, τον Καρίμ, τον έμπιστο φίλο του πατέρα της. Ο Μουσταφά, ο Τουρκοκρητικός, ρίχνεται με το μαχαίρι του στους τσέτες για να σώσει την Αγγελικούλα κραυγάζοντας «Μουσουλμάνος είμαι, μπρε, μα την Παναγία…». Στην πορεία αναγκάζεται να τη σφάξει με τα ίδια του τα χέρια, όταν οι τσέτες αντιλαμβάνονται ότι είναι Ελληνίδα, για να μην την αρπάξουν οι ίδιοι και την κακοποιήσουν. Ο θάνατος τη λυτρώνει, όταν αμέτρητες νεαρές παρθένες βιάζονται μέσα στις εκκλησίες. Παράλληλα με αυτές τις ιστορίες παρακολουθούμε και την ιστορία της Άντζελ Σάιμον-Συμεωνίδη, η οποία είναι ξαδέρφη της Μιριάμ και έχει επισκεφθεί τη σημερινή Σμύρνη (Γκιαούρ Ισμίρ) για να κάνει μια έρευνα για το διδακτορικό της. Η συνάντησή της με τη Μιριάμ, την κοπέλα που τούρκεψε, αποτελεί μια τεράστια αποκάλυψη για τη ζωή της, καθώς μαθαίνει πολλά για την οικογένειά της και το παρελθόν της. Ο συνδετικός τους κρίκος ήταν ο Αλέξης, ο οποίος ήταν ο θείος της Άντζελ και ο παιδικός έρωτας της Μιριάμ.

Ο συγγραφέας χρησιμοποιώντας έναν τρόπο γραφής εμπλουτισμένο με θεατρικά στοιχεία, όπως οι πολλαπλοί διάλογοι, οι σκηνοθετικές πληροφορίες και οι λεπτομερείς περιγραφές, μας παρουσιάζει τις ζωές Ελλήνων και Τούρκων της Μικράς Ασίας την εποχή της Μεγάλης Καταστροφής. Η αφήγηση δεν καταλαμβάνει μεγάλο χώρο και ο αφηγητής είναι τριτοπρόσωπος και παντεπόπτης. Κυριαρχεί ο διάλογος και η περιγραφή της ζωής και των ρόλων των ηρώων. Οι αναδρομές στο παρελθόν μας δίνονται από το συγγραφέα μέσω της ηρωίδας ‘Αντζελ Σάιμον-Συμεωνίδη, η οποία ερευνά τα αίτια της Τραγωδίας του 1922 στη σημερινή Σμύρνη. Η συνάντησή της με τη Μιριάμ μας παρέχει μνήμες και γεγονότα από την περίοδο της Καταστροφής. Η γλώσσα του συγγραφέα είναι απλή και περιγραφική. Στο τέλος του βιβλίου παραθέτει τρεις πηγές άντλησης ιστορικών πληροφοριών που αναφέρονται στην περίοδο αυτή. Χαρακτηριστικό είναι ένα συνταρακτικό ντοκουμέντο, όπου ο Κεμάλ παρακολουθεί αδιάφορος την πυρκαγιά της Σμύρνης και όταν ο Ισμέτ Ινονού του ζητεί να στείλει στο στρατοδικείο τον Νουρεντίν, τον Νέρωνα της Σμύρνης, διατάζει… να ρίξουν την ευθύνη στους Έλληνες. Οι πηγές και τα ντοκουμέντα χαρίζουν αξιοπιστία στο βιβλίο του. Η παράθεση της ιστορίας της φιλίας ενός Τούρκου και ενός Έλληνα περνάει ανθρωπιστικά και αντισωβινιστικά μηνύματα. Η Τραγωδία της Μικρασιατικής Καταστροφής ήταν τραγωδία τόσο για τους απλούς Έλληνες όσο και για τους απλούς Τούρκους.