Όλα εντός τους
Οχάιο, τέλη της δεκαετίας του ’70. Η εξαφάνιση της έφηβης κόρης μιας τυπικής αμερικάνικης οικογένειας και λίγο αργότερα η ανακάλυψη του πτώματός της στη λίμνη λίγο πιο πέρα από το σπίτι της θα αποτελέσουν την αφορμή ώστε να έρθουν στην επιφάνεια τα μύρια προβλήματα –τα οποία πηγάζουν από το παρελθόν των γονιών και διαιωνίζονται στα παιδιά–, που κρύβονται κάτω από το χαλί, και οι τόσο εύθραυστες ισορροπίες, που κρατούν ενωμένη την οικογένεια, να διαταραχθούν με ολέθρια για όλους αποτελέσματα. Η κακοφορμισμένη πληγή μόλις έχει σπάσει και το πύον δηλητηριάζει τους πάντες. Καλά κρυμμένα μυστικά, σχέδια ζωής που έμειναν στη μέση, ανεκπλήρωτα όνειρα, όλα όσα ποτέ δεν ειπώθηκαν –εσκεμμένα ή όχι– και εξακολουθούν να πονούν, έρχονται στο φως.
Το παρόν μπλέκεται με το παρελθόν σε ένα διαρκές πίσω μπρος. Το παρόν κάποιες φορές είναι ανατριχιαστικά όμοιο με το παρελθόν και αυτό πονάει και απογοητεύει. Δείχνει στους γονείς την αποτυχία τους, τους υπενθυμίζει ότι τίποτα απ’ όσα προσδοκούσαν και ονειρεύονταν τότε, στο άνθος της ζωής τους, δεν κατόρθωσαν να πραγματοποιήσουν. Τους υπενθυμίζει ότι και οι απόγονοί τους, τα παιδιά που βγήκαν από τα σπλάχνα τους, ακολουθούν μοιραία τα ίδια βήματα, την ίδια «λάθος» ζωή. Και το «γιατί;» πηγάζει από την κινεζική καταγωγή και τη διαφορετική κουλτούρα του πατέρα, που ουσιαστικά ποτέ δεν ενσωματώθηκε στην τοπική κοινωνία, αλλά ούτε κι εκείνη ποτέ τον αποδέχτηκε. Και ακριβώς γι’ αυτό προσπαθούν να τα στρέψουν προς ενδιαφέροντες στόχους ζωής και να τα ατσαλώσουν. Τα λάθη ωστόσο δεν απουσιάζουν ούτε από εδώ. Η μητέρα καταπιέζει εντέλει τη Λίντια, αντικατοπτρίζοντας πάνω της το δικό της όνειρο, να γίνει γιατρός. Ό,τι δεν κατάφερε εκείνη, θα το πραγματοποιήσει η κόρη της – κι ας είναι κάτι που η τελευταία δε θέλει, που μισεί. Αλλά το δέχεται για να την ευχαριστήσει.
Η τριτοπρόσωπη αφήγηση διευκολύνει τη Celeste Ng ώστε να αφηγηθεί την ιστορία της χωρίς συναισθηματισμούς και «ενεργό» ρόλο σε αυτήν. Με στακάτη, αποστασιοποιημένη αφήγηση, που δε στερείται ωστόσο συναισθημάτων. Και είναι εκπληκτικό με τι άνεση η συγγραφέας μεταπηδά από τον έναν ήρωα στον άλλο. Πώς μεταβαίνει από τη μία αφήγηση στην άλλη. Εσωτερικός μονόλογος, εξομολογήσεις, ενοχές και τύψεις, σκέψεις, προσωπικές αναμετρήσεις με αντίπαλο τον ίδιο τους τον εαυτό, αποφάσεις ζωής. Οι ήρωες αποκαλύπτονται ψυχή τε και σώματι στους αναγνώστες του βιβλίου «Όσα δεν σου είπα ποτέ».
Τα μέλη της οικογένειας δε μιλάνε μεταξύ τους, αναλώνονται στα επιφανειακά θέματα μόνο, ό,τι έχουν ανάγκη να βγάλουν από μέσα τους το καταχωνιάζουν εντός τους με καταστροφικά αποτελέσματα. Κρύβονται πίσω από το δάχτυλό τους, υπομένουν, θυμώνουν, φτάνουν στα όριά τους. Και το ξέσπασμα δείχνει να αργεί.
Όμως η ώρα των μεγάλων αποφάσεων κάποτε έρχεται. Και τότε καθένας τους καλείται να πάρει τις ατομικές του αποφάσεις και να προχωρήσει στη ζωή με πυξίδα αυτές και μόνο, αφήνοντας στην άκρη τα «θέλω» των άλλων. Θα το κατορθώσουν;
Ειδική μνεία πρέπει να γίνει στην πολύ καλή μετάφραση του Μιχάλη Μακρόπουλου.